Του Γιώργου Κακούρη
Τα δράματα που εκτυλίσσονται στους παράλληλους κόσμους των κυπριακών κομμάτων είναι φυσικά πολύ διασκεδαστικά, από το Kostakisgate στον ΔΗΣΥ και την αναζήτηση Ιφιγένειας για να φυσήξει αέρας στα γαλάζια πανιά της Λάρνακας, μέχρι την έκκληση του ΔΗΚΟ (σύμφωνα με ρεπορτάζ του «Φιλελεύθερου») να το ψηφίσουμε για να μην πάει στο Στρασβούργο το ΕΛΑΜ, και τις παραιτήσεις και κόντρες στην ΕΔΕΚ, το τελευταίο κόμμα που πολλοί κάποτε ψήφισαν για να μην πάει Στρασβούργο το ΕΛΑΜ.
Προς το παρόν το ΔΗΚΟ δεν έχει... ξαναπάθει ΔΗΚΟ ούτε έχει επιστρέψει στις παλιές καλές εποχές τού μεγάλου εμφύλιου, δεν είχαμε προεκλογικά δράματα από τη ΔΗΠΑ ή το ΑΚΕΛ, και τα ψυχοδράματα στους Οικολόγους έχουν υποχωρήσει. Όμως δεν νομίζω πως οι πολίτες παρακολουθούν με κομμένη την ανάσα το πολιτικό multiverse of madness για να διαπιστώσουν αν τα πολιτικά κόμματα θα διατηρήσουν τη συνοχή τους, θα τιμωρήσουν τους αποστάτες, θα κρατήσουν τον κόσμο τους, ή θα αναδειχθούν σε ρυθμιστές.
Εικάζω πως όσοι πολίτες δεν είναι επαγγελματίες της πολιτικής, ή δεν έχουν όνειρο να γίνουν, αλλά ενδιαφέρονται για την πολιτική, περιμένουν να δουν υποψήφιους που έχουν να προτείνουν κάτι για τους δήμους και τις κοινότητες όπου ζουν, ή που δείχνουν επάρκεια και αρκετή ικανότητα ώστε να βρεθούν στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο. Ή, έστω, ετοιμάζονται να δουν ποια ονόματα στο ψηφοδέλτιο θα τους τραβήξουν την προσοχή πίσω από το παραβάν. Ή, έστω, έχουν αποφασίσει τι μήνυμα θέλουν να στείλουν.
Το παράπονο και η γκρίνια πως «οι νέοι» δεν ενδιαφέρονται για την πολιτική δεν στέκει. Ενδιαφέρονται για την ακρίβεια της ζωής, τα απλησίαστα ενοίκια, την έλλειψη ευκαιριών, την καθημερινή τριβή με τη διαφθορά. Και αυτά είναι πολιτική.
Το ότι δεν ενδιαφέρονται για τους ανταγωνισμούς των επαγγελματιών της πολιτικής δεν σημαίνει απαραίτητα πως είναι απολίτικοι. Σημαίνει πως οι επαγγελματίες της πολιτικής δεν ασκούν σωστά το επάγγελμά τους. Γιατί δεν έχουν να προσφέρουν κάτι στους πιθανούς πελάτες.
Το πεδίο παραμένει ανοιχτό για λαϊκιστές παντός καιρού και απόχρωσης να εδραιώσουν περισσότερο στην Κύπρο την πολιτική της εύκολης ατάκας, των κενών υποσχέσεων για εύκολες λύσεις. Αν νομίζουμε πως κινούνται πιο αργά από ό,τι σε άλλες χώρες, είναι επειδή ο λαϊκισμός είναι οριζόντιος σε όλα τα κόμματα, και επειδή οι νέοι σχηματισμοί και φορείς του είτε προσαρμόζονται για να γίνουν φορείς και ρυθμιστές εξουσίας (βλέπε γραβάτωμα του ΕΛΑΜ) είτε απορροφούνται από τα άλλα κόμματα (βλέπε Άννα Θεολόγου ως υποψήφια με το ΑΚΕΛ).
Ο πραγματικός κίνδυνος δεν είναι η εμφάνιση από το πουθενά μιας πολιτικής δύναμης που να ανατρέπει κατεστημένα (όπως το βλέπουν οι υποστηρικτές της) ή να καταλύει το κράτος από τη μια μέρα στην άλλη (όπως το βλέπουν οι αντίπαλοί της). Ο πραγματικός κίνδυνος είναι η απόγνωση των επαγγελματιών της πολιτικής που αναζητούν εύκολες λύσεις, υιοθετούν τις ατάκες αυτών που βλέπουν να έχουν μια κάποια επιτυχία, και γίνονται κακέκτυπά τους.
Και ο μεγαλύτερος κίνδυνος βρίσκεται στην επιλογή πολλών επαγγελματιών της πολιτικής να ενδυθούν και να υπερτονίσουν την εικόνα, διατηρώντας κάτω από αυτή μόνο καλές προθέσεις και αυτοσχεδιασμούς, χωρίς το απαραίτητο πλάνο. Γιατί αν, για παράδειγμα, η σημερινή κυβέρνηση συνεχίσει να απογοητεύει, οι πολίτες που ψήφισαν ενδεχομένως επιφανειακά δεν θα επιστρέψουν σε αυτούς που θεωρούν «παλιό», αλλά θα αναζητήσουν το πιο νέο, το οποίο μπορεί μεν να οδηγήσει σε προσεκτικές επιλογές νέων προσώπων, αλλά μπορεί και να οδηγήσει σε ενίσχυση των κατεστημένων που ντύνονται «νέο» στην Άκρα Δεξιά και δεν έχουν στην ουσία τίποτα να προσφέρουν και που στην καλύτερη των περιπτώσεων θα «σοβαρευτούν» και θα γίνουν μια από τα ίδια.
Ίσως η επαγγελματική τάξη των πολιτικών να μην αντιλαμβάνεται τον κίνδυνο απαξίωσης στον οποίο βρίσκεται. Εν μέρει, φυσικά, αυτό είναι δικό τους πρόβλημα. Το πρόβλημα το δικό μας, των ψηφοφόρων, είναι να μην αφήσουμε το τσίρκο των εσωκομματικών αντιζηλιών να μας αποσπάσει την προσοχή από την ουσία του τι λέει ο κάθε υποψήφιος όταν καλείται να γίνει συγκεκριμένος. Και καλή μας τύχη.