Του Γιώργου Κακούρη
Κάποτε μιλάγαμε για στημένες εκλογές, ή για παρεμβάσεις σε εκλογικές διαδικασίες, μόνο μιλώντας για μακρινές χώρες που πληρούν τα κλασικά κριτήρια του χαρακτηρισμού «μπανανία», ή μιλώντας υποτιμητικά για τις εκλογικές διαδικασίες στα κατεχόμενα. Ξεχνούσαμε από τη μία ότι χοντρικά μέχρι τη δεκαετία του 1980 δεν ήμασταν και η ωριμότερη των δημοκρατιών. Και ξεχνούσαμε από την άλλη πως στα κατεχόμενα είχαν έναν πολύ καλό λόγο να ανησυχούν για τη διαφάνεια των εκλογών – ως κοινωνία υπό κυριολεκτική κατοχή.
Σήμερα, η παρέμβαση ξένων δυνάμεων σε εκλογές δεν είναι θεωρητική πιθανότητα ούτε για τις ελεύθερες δημοκρατίες της Ευρώπης μεταξύ των οποίων η Κύπρος πιστεύει ότι συγκαταλέγεται. Πέρα από το υπαρκτό πρόβλημα του ελέγχου των ΜΜΕ από οικονομικά συμφέροντα (όπως συμβαίνει στο Ηνωμένο Βασίλειο) ή των αλλαγών των κανόνων του παιχνιδιού από την κυβέρνηση για εδραίωση ενός κόμματος στην εξουσία (όπως πρόσφατα στην Πολωνία και ακόμα στην Ουγγαρία), οι παρεμβάσεις τρίτων είναι κάτι που συμβαίνει ήδη.
Ήταν το αποτέλεσμα των εκλογών στις ΗΠΑ το 2016 αποτέλεσμα παρέμβασης της Ρωσίας; Επηρέασαν τρίτες χώρες το αποτέλεσμα της ψηφοφορίας για το Brexit; Χρειάζονται εξωτερικές παρεμβάσεις όταν, όπως στις τελευταίες εκλογές στις ΗΠΑ, το πολιτικό σύστημα αδυνατεί να φέρει λύσεις στους πολίτες και οι πολιτικές και επιχειρηματικές ελίτ δεν αγχώνονται ιδιαίτερα πλέον από το φλερτ με τον φασισμό;
Η νέα πραγματικότητα που χτίζεται εδώ και καιρό, λίγο με την απουσία αποτελεσματικής ρύθμισης των μέσω κοινωνικής δικτύωσης και των ψευδών ειδήσεων, λίγο με τις προσπάθειες της Ρωσίας να επηρεάσει τη συζήτηση στις ευρωπαϊκές κοινωνίες, δεν εμφανίστηκε από το πουθενά χτες, αλλά χτίζεται εδώ και καιρό.
Κι ενώ, θορυβημένοι από το απρόσμενο αποτέλεσμα των πρόσφατων ρουμανικών προεδρικών εκλογών και τις πληροφορίες για τεχνητή προώθηση των αφηγημάτων του ακροδεξιού υποψηφίου, οι θεσμοί της Ε.Ε. και οι γερμανικές αρχές κάνουν stress test για την αντιμετώπιση της παραπληροφόρησης ενόψει των γερμανικών εκλογών, είναι μια καλή ευκαιρία να διερωτηθούμε αν η Κύπρος είναι έτοιμη για αυτόν τον κίνδυνο. Ή αν τον αντιλαμβάνεται ως τέτοιο.
Οι βουλευτικές εκλογές του 2026 δεν είναι καθόλου μακριά, η ποιότητα της δημοκρατίας στην Κύπρο βελτιώνεται αλλά έχει ακόμα μια βαθιά παράδοση λαϊκισμού, συντηρητισμού, επιφανειακών προσεγγίσεων και τοξικού οπαδισμού. Και παράλληλα, έχει μια μακρά παράδοση αποχής των ψηφοφόρων την οποία η ε/κ πολιτική τάξη ουδέποτε προσπάθησε σοβαρά να ανακόψει, βολεμένη στις ψήφους των «σίγουρων» οπαδών.
Κάτι που πλήρωσε στις ευρωεκλογές με την εκλογή του Φειδία Παναγιώτου, αλλά και που πληρώνει από πριν (μαζί με τους υπόλοιπους από εμάς) με την εκμετάλλευση των κενών από την Άκρα Δεξιά, και την ανάδειξή της σε «υπεύθυνο» παίκτη στην πολιτική σκηνή.
Ακόμα και αν δεν λάβουμε υπόψη τις Ευρωεκλογές, τις οποίες οι πολίτες θεωρούν εκλογές χαμηλής προτεραιότητας, και πάμε λίγο πίσω στις Προεδρικές, θα δούμε πως τα ίδια προβλήματα επηρεάζουν και τις πιο σημαντικές εκλογικές διαδικασίες. Επιλογές όχι βάσει θέσεων αλλά βάσει συναισθήματος και vibes, επιλογές λιγότερο βάσει του ποιον θεωρούμε τον καλύτερο, αλλά βάσει του ποιον θέλουμε να αποτρέψουμε από το να εκλεγεί.
Αυτή είναι μια συνθήκη στην οποία εύκολα κάποιος που θέλει να παρέμβει με υβριδικά μέσα, είτε λέγεται Τουρκία είτε λέγεται Ρωσία, μπορεί να το κάνει, ακόμα και χωρίς να ασκήσει ιδιαίτερη πίεση ή να κάνει σοβαρή προσπάθεια. Έχουμε άλλωστε ως κοινωνία τη ροπή στην ποδοσφαιροποίηση και στον συντηρητισμό.
Ακόμα και κάποιος που το 2004 στήριξε το «Όχι» δεν μπορεί να μην παραδεχτεί πως το βαθύ ε/κ πολιτικό κατεστημένο δεν ντρέπεται να καταστρατηγήσει τις αρχές της δημοκρατίας και της ελευθερίας της άποψης για να κάνει το δικό του.
Σε αυτό το πλαίσιο, και αν και το ενδεχόμενο για πρόοδο στο Κυπριακό είναι σήμερα απομακρυσμένο, θα ήταν χρήσιμο να αρχίσουμε να σκεφτόμαστε πώς θα ήθελαν εχθρικές προς την Ευρώπη δυνάμεις να επηρεάσουν ένα δημοψήφισμα που θα σταθεροποιούσε ένα εδώ και καιρό εύθραυστο κομμάτι της Ε.Ε.
Αλλά, και για να είμαστε πιο χρήσιμοι στο σήμερα, να σκεφτούμε και να εξετάσουμε ποιες είναι οι αδυναμίες της δημοκρατίας μας και του εκλογικού μας συστήματος, πριν χρειαστούμε stress test.