
Του Γιώργου Κακούρη
Ενα βράδυ πρόσφατα συζητούσαμε, γύρω από το τραπέζι της κουζίνας σε φιλικό σπίτι στην Κολωνία της Γερμανίας, για το πώς νιώθει κάποιος που ένα σημαντικό ποσοστό ψηφοφόρων στη χώρα δεν έχει πρόβλημα να ψηφίσει την Άκρα Δεξιά. Ειδικά στην Κολωνία, όπου ο ναζισμός δεν είναι θεωρητική έννοια καθώς ήταν μια από τις πόλεις που καταστράφηκε σε μεγάλο βαθμό στον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο.
Τα παιδιά κοιμούνταν στο διπλανό δωμάτιο και το μικτό ζευγάρι (από Γερμανία και τρίτη χώρα) μιλούσε για μια γνωστή τους, που ζει στη Γερμανία εδώ και χρόνια και κατάγεται από τρίτη χώρα, και προσπαθούσε να τους πείσει να ψηφίσουν την Ακροδεξιά. Επικαλούμενη τη φτώχεια και τους μετανάστες που πρόσεξε, όταν μετακόμισε στο κέντρο της πόλης της και την ανασφάλεια που ένιωσε. Φαντάστηκα πως αυτή τη σύγχυση, αυτή τη δυσπιστία για τις επιλογές συμπολιτών, συγγενών και φίλων, πρέπει να την ένιωσαν και άνθρωποι γύρω από το τραπέζι της κουζίνας, με τα παιδιά να κοιμούνται στο δίπλα δωμάτιο, και όταν το ναζιστικό κόμμα ανέβαινε στην εξουσία. Και σε κάθε ανάλογη στιγμή της ιστορίας όταν η πολιτική τάξη στρέφεται ή συμβιβάζεται με τον αυταρχισμό ως εύκολη λύση, παρασύροντας ή παρασυρόμενοι από τη δυσαρέσκεια των πολιτών.
Ακόμα και στη Γερμανία, όπου η συλλογική ενοχή του Β΄ Παγκοσμίου δυσκολεύει ακόμα και τη δίκαιη κριτική απέναντι στο Ισραήλ, ο ηγέτης των Χριστιανοδημοκρατών και πιθανός επόμενος καγκελάριος, Φρίντριχ Μερτς, δέχτηκε να περάσει μη δεσμευτικό ψήφισμα για τη μετανάστευση με τη στήριξη της Άκρας Δεξιάς – τι ελπίδα έχει η Κύπρος, όπου η πρόεδρος της Βουλής δεν θεωρεί ότι δεσμεύεται ή αμαυρώνεται με κάποιον τρόπο έχοντας εκλεγεί και με ψήφους του ΕΛΑΜ; Ο Αμερικανός ανθρωπολόγος Ντέιβιντ Γκρέμπερ έλεγε στις αρχές του 2020, λίγο πριν αποβιώσει, πως το πρόβλημα του πολιτικού κέντρου είναι πως «δεν έχουν πολλά θετικά επιχειρήματα, δεν υποστηρίζουν πραγματικά κάτι», και πως ένας ηγέτης όπως ο Ομπάμα πέτυχε γιατί «έμοιαζε σαν κάποιος που φυσικά θα είχε όραμα, φερόταν σαν οραματιστής, είχε μια εκφορά λόγου, έναν τρόπο που στεκόταν, κοιτώντας στον ορίζοντα λες και πίστευε σε κάτι».
Σημείωνε πως το Κέντρο έχει γίνει μια συλλογή συμβόλων που δίνουν στο φιλελεύθερο κέντρο την αίσθηση της ανωτερότητας, δημιουργώντας «μια συμβίωση όπου η Δεξιά υποκρίνεται πως είναι ηλίθια», όπως έκανε για παράδειγμα ο Τζορτζ Μπους ο νεότερος σύμφωνα με τον Ντ. Γκρέμπερ, οδηγώντας όποιον απεχθάνεται την ελίτ γιατί έχει τα προνόμια, να τον ψηφίσει γιατί θα έλεγε «υποθέτω πως αυτοί νιώθουν με τον ίδιο τρόπο για εμένα που νιώθουν για τον Μπους».
Ο Τραμπ, σύμφωνα με τον Γκρέμπερ, «κάνει απλώς την πιο ακραία εκδοχή του ίδιου πράγματος», όπως έκανε και ο Μπόρις Τζόνσον. «Ο κόσμος την πατά με το ίδιο ηλίθιο κόλπο ξανά και ξανά – υπάρχει μια σχέση συμβίωσης μεταξύ αυτών των κεντρώων, που είναι υπερόπτες ελιτιστές, και αυτών των απατεώνων που υποκρίνονται τους χωριάτες, υποκρίνονται τους ηλίθιους, ή υποκρίνονται τους φασίστες», και προσπαθούν να δημιουργήσουν μια κατάσταση όπου «αυτές είναι οι μόνες δύο βιώσιμες πολιτικές επιλογές επειδή ανατροφοδοτούν και συμπληρώνουν η μια την άλλη».
Ο Ντέιβιντ Γκρέμπερ ήταν ιδεολογικά αναρχικός και οι αναφορές είναι από βίντεο της αριστερής βρετανικής ιστοσελίδας Double Down News – και το βάζω στο τέλος ελπίζοντας το αναγνωστικό κοινό της «Κ», όπως για παράδειγμα η αγαπητή Ιουλία Παλαιολόγου - Wilson, να μην τις διαβάσει σορώφκοντας τη μούττη του για τις υπαρκτές (αλλά κυρίως τις επινοημένες) αστοχίες της συγκεκριμένης σχολής σκέψης. Η κα Παλαιολόγου – Wilson, ωστόσο, παρ’ ότι του παράδοξου και με τις δικές του αντιφάσεις κόσμου της αγγλόφωνης αστικής δεξιάς της Λευκωσίας, φρονώ πως συγκαταλέγεται μεταξύ αυτών που μπορούν να ξεχωρίσουν τον φούρπο από την ουσία.
Βρισκόμαστε σε μια ιστορική συνθήκη όπου η πλειοψηφία της πολιτικής ελίτ στέρεψε από προτάσεις, και εκλέγεται στη βάση της συμπάθειας και της προβολής ενός μετριοπαθούς προσώπου, όπως ο Πρόεδρος Χριστοδουλίδης. Όμως οι θιασώτες της Άκρας Δεξιάς, παρότι διαχρονικά αποτελούνται από έναν πυρήνα ζηλωτών μαζί με έναν ευρύτερο κύκλο οπορτουνιστών και απατεώνων, δεν θα επιστρέψουν στην αφάνεια και στο περιθώριο μόνο με καλά vibes.
Θα επιστρέψουν εκεί όταν η Αριστερά αρχίσει και πάλι να προσφέρει πραγματικές λύσεις και δείξει αυτοκριτική για τα λάθη της, όταν το Κέντρο επιστρέψει στον πραγματικό πραγματισμό της σύνθεσης ιδεών, και όταν η Δεξιά αντισταθεί στον κακό εαυτό της. Ώστε να υπάρχουν και πάλι πραγματικές, και όχι μόνο πλασματικές επιλογές. Γιατί, και στην Κύπρο, αν αποτύχει και η σημερινή πολιτική της εικόνας, υπάρχουν πολλοί ζηλωτές, οπορτουνιστές και χρήσιμοι ηλίθιοι που περιμένουν στα παρασκήνια.