ΚΛΕΙΣΙΜΟ
Loading...
 

Για να μην ξεχάσουμε, πρώτα να μάθουμε

Του Γιώργου Κακούρη

Του Γιώργου Κακούρη

Καθώς κλείνουμε ένα τέταρτο του αιώνα είναι εύκολο για όσους μεγαλώσαμε σε μια άλλη εποχή να δεχθούμε πως βρισκόμαστε στον 21ο αιώνα. Ο 20ός αιώνας δεν είναι πλέον το τώρα, είναι μια στιγμή της ιστορίας, και για κάποιον που ενηλικιώνεται τώρα φαντάζει όσο μακριά, όσο εξωτικός έμοιαζε για εμάς ο 19ος αιώνας.

Ο αιώνας των προπαππούδων, των περίεργων ρούχων, της απηρχαιωμένης τεχνολογίας. Είναι άραγε και ο αιώνας της βαρβαρότητας που κάποιος που μεγαλώνει σήμερα θεωρεί πως δεν θα ξαναβρεί μπροστά του; Μάλλον όχι, δεδομένων των όσων συμβαίνουν στον κόσμο σήμερα. Ή μάλλον ναι, εφόσον κάθε γενιά πλέον, από τη δεκαετία του 1970 και μετά, βλέπει σε εικόνα και πλέον σε άμεση μετάδοση όσα παλιά άκουγε σε ιστορίες από δεύτερο χέρι, και σε θρύλους και αφηγήσεις που έπαιρναν άλλες διαστάσεις από την πραγματική.

Στις 27/12 στο ΡΙΚ, ο ηθοποιός και σκηνοθέτης Παναγιώτης Λάρκου ήταν καλεσμένος στην εκπομπή του Λ. Χάματσου, «Εμείς κι ο κόσμος μας», με αφορμή την προβολή της σειράς εποχής «Θυμάρι κι αλμύρα», που παρουσιάστηκε και αυτή με αφορμή τα 50χρονα από το πραξικόπημα της ΕΟΚΑ Β και την τουρκική εισβολή.

Σε κάποια στιγμή η συζήτηση στράφηκε στη μνήμη για τα γεγονότα του 1974, με τον Λάρκου να επισημαίνει πως το Δεν Ξεχνώ δεν ισχύει με τον ίδιο τρόπο σήμερα. «Να αρχίσουμε να κοιτάζουμε τον εαυτό μας στα μάθκια» είπε αναφερόμενος στη γενιά που γεννήθηκε μετά τον πόλεμο, και στην υποχρέωση να έρθει μια ίαση των πληγών, και αναφερόμενος και στη γενιά της κόρης του η οποία δεν αντιλαμβάνεται γιατί να θεωρείται υπεύθυνη η Τουρκοκύπρια συμμαθήτριά της για ενέργειες άλλων γενιών. «Το Δεν Ξεχνώ μπορεί στη γενιά τη δική μας να σήμαινε κάτι, αλλά είμαστεν πλέον σε μιαν εποχή που πρέπει να μάθω, πρέπει να γνωρίσω. Γιατί το να μεν ξεχάσω εγώ που εγεννήθηκα το 80κάτι –ναι, να μεν το ξεχάσω– κάποιος που δεν το γνώρισε όμως, πρέπει να το μάθει» εξήγησε ο Π. Λάρκου, σε μια από τις λίγες στιγμές στον δημόσιο διάλογο που ξεφεύγουν από την εύκολη επανάληψη τσιτάτων στην οποία μας εκπαίδευσε το πολιτικό προσωπικό. Ο Λ. Χάματσος ίσως δεν έπιασε την ουσία της αναφοράς του καλεσμένου του, ίσως θέλησε να επαναφέρει τη συζήτηση από την παραδοχή πως τα πράγματα δεν θα είναι ποτέ ξανά όπως τα ξέραμε, σχολιάζοντας πως «ωστόσο υπάρχει ο κίνδυνος του να ξεχαστεί, και αυτό νομίζω ότι θα είναι τραγικό». Προσπερνώντας την ουσιαστική διαπίστωση πως το ζήτημα δεν είναι πλέον αν θα θυμάσαι ή αν θα ξεχάσεις.

Αλλά πως οι γενιές που ακολουθούν τους millenials που γεννήθηκαν λίγο μετά τον πόλεμο, που ξεκίνησαν τη ζωή τους τα πρώτα χρόνια του 21ου αιώνα, είναι σήμερα τόσο μακριά από το πραξικόπημα και την εισβολή όσο ήταν η γενιά των ’80s και των ’90s από τα Οκτωβριανά.

Η πρόθεση του παρουσιαστή ήταν σωστή, στο πλαίσιο των δικών του παραστάσεων και βιωμάτων. Όμως προδίδει την αμηχανία της προηγούμενης γενιάς, που αν δεν ήξερε μια φορά πώς να διαχειριστεί τη γενιά των σημερινών σαραντάρηδων, που αντιγράψαμε ή αγνοήσαμε τα πάθη και τα τραύματα των προηγούμενων, δεν ξέρει πολύ περισσότερο πώς να διαχειριστεί τους 20άρηδες. Η επόμενη γενιά έφτασε στον κόσμο στις αρχές του αιώνα όταν η Πράσινη Γραμμή ήταν αποστρατικοποιημένη, και οι εντάσεις λιγότερο συχνές. Μεγάλωσαν ως παιδιά και ως έφηβοι σε έναν κόσμο όπου το τείχος μεταξύ των πλευρών είναι υπαρκτό μα διάτρητο. Έχουν φυσικά τη δυνατότητα να μάθουν και να αναπτύξουν απόψεις και οπτικές – όμως δεν ενθαρρύνονται πραγματικά να το κάνουν και μεγαλώνουν σε ένα περιβάλλον που θέλει να τα αποκόψει από την πραγματικότητα, στην ελπίδα πως θα συνεχίσουν τις έγνοιες των παππούδων τους. Ο χρόνος της 50ής επετείου ήρθε, πέρασε και είναι πλέον παρελθόν, και απορεί κανείς αν άφησε κάτι νέο στη συζήτηση για το παρελθόν και το μέλλον της χώρας. Απόψεις και προσεγγίσεις που κάποτε θα βαφτίζονταν αιρετικές πάντως ακούγονται, και η κοινή γνώμη είναι έτοιμη να συζητήσει τα πράγματα με ειλικρίνεια. Είναι σειρά του πολιτικού προσωπικού να μιλήσει για τις πραγματικές επιλογές και να πάψει να προσπαθεί να αναβιώσει το 1980 λίγο πριν φτάσουμε στο 2030.

ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ

Άλλα άρθρα συγγραφέα

Του Γιώργου Κακούρη

Γιώργος Κακούρης: Τελευταία Ενημέρωση