
Του Γιώργου Κακούρη
Τρία πράγματα φαίνεται να ενώνουν την Ευρώπη σε αυτόν τον νέο κόσμο απέναντι στον Ντόναλντ Τραμπ, μεταξύ των ΗΠΑ και της Ρωσίας και ενώ η Κίνα εδραιώνεται ανενόχλητη ως μια από τις κυρίαρχες οικονομικές και στρατιωτικές δυνάμεις του κόσμου. Ο φόβος του πολέμου, η ευρωπαϊκή υπερδύναμη στο εμπόριο, και η αποδοχή πως η Ουάσιγκτον είναι πλέον σύμμαχος του Κρεμλίνου.
Το πολιτικό προσωπικό στις Βρυξέλλες και στις πρωτεύουσες της Ευρώπης, βλέπει αμήχανα τη στροφή των ΗΠΑ και δεν γνωρίζει πώς ακριβώς να ανταποκριθεί. Και επιμένει να ελπίζει ότι μπορεί να βρεθεί τρόπος επικοινωνίας, ακόμα και όταν η νέα αμερικανική διακυβέρνηση έχει ξεκαθαρίσει πως ούτε χωνεύει, ούτε καν αντιλαμβάνεται το τι είναι η Ευρωπαϊκή Ένωση.
Για αυτό άλλωστε και αρνείται να μιλήσει απ’ ευθείας με την ηγεσία της και ανταποκρίνεται κυρίως στα κράτη μέλη τα οποία θεωρεί ισχυρά ή φιλικά. Τακτική που η Ε.Ε. προσπερνά μέσω του συντονισμού όσων έχουν πρόσβαση στον Λευκό Οίκο (όπως ο Εμανουέλ Μακρόν) με τους υπόλοιπους.
Μέχρι στιγμής, πέρα από τις διαφωνίες –κυρίως του Βίκτορ Ορμπάν– για τις σχέσεις με τις ΗΠΑ, τις δηλώσεις στήριξης στην Ουκρανία από μόνο 26 χώρες, και τα δημόσια σόου Ορμπάν για εσωτερικό ακροατήριο (πριν η ουγγρική κυβέρνηση συναινέσει σε συνέχιση κυρώσεων κατά της Ρωσίας πίσω από κλειστές πόρτες), οι ΗΠΑ και το καθεστώς στη Μόσχα δεν έχουν καταφέρει να σπάσουν την κοινή γραμμή των κρατών μελών (που στην Ουκρανία διαμορφώθηκε ευκολότερα από ό,τι σε δυσκολότερα ζητήματα όπως η κατάσταση στη Μέση Ανατολή).
Ο πρώτος λόγος για αυτή την ενότητα φαίνεται να είναι ο πραγματικός πλέον φόβος για εξάπλωση του πολέμου στην Ουκρανία και αλλού στην Ε.Ε. Ο οποίος δεν είναι ο ίδιος στη νότια και τη δυτική Ευρώπη, όμως εντείνει τις ανησυχίες που έχουν και αυτές οι χώρες για την παγκόσμια αστάθεια εν μέσω αυξανόμενων κρίσεων και σε σχέση με την κλιματική αλλαγή. Ο πυρήνας της Ε.Ε. αναγνωρίζει, αν και έχουν περάσει γενιές, τι σημαίνει ένας παγκόσμιος πόλεμος, ενώ όλοι έχουμε εικόνες στο μυαλό μας τι σημαίνει πόλεμος στην Ευρώπη, είτε λόγω των πολέμων στη Γιουγκοσλαβία είτε λόγω του τι συμβαίνει τώρα στην Ουκρανία (ο εμφύλιος και η εισβολή στην Κύπρο δεν είναι ψηλά στις ιστορικές αναφορές των υπόλοιπων Ευρωπαίων, όσο και αν δεν μας αρέσει).
Ο δεύτερος λόγος για την αυξανόμενη ενότητα της Ευρώπης προκύπτει από το ότι η κυβέρνηση Τραμπ στοχοποιεί το εμπόριο και μέσω της την κοινή αγορά – τον κύριο τομέα δηλαδή στον οποίο τα κράτη μέλη έχουν δώσει ισχυρά όπλα στην Ε.Ε. και την Κομισιόν. Στον ένα τομέα δηλαδή όπου η Ε.Ε. μπορεί να απαντήσει αποτελεσματικά και σκληρά χάρη και στα επιμέρους συμφέροντα μεγάλων χωρών (βλέπε Γερμανία και αυτοκινητοβιομηχανία), αλλά και της αναγνώρισης πως όσο και να υπάρχει ανισότητα μεταξύ μας, η ζημιά σε μια οικονομία είναι ζημιά σε όλες (και δεν πρέπει να ξεχνάμε πως οι προσπάθειες για ενίσχυση της αμυντικής βιομηχανίας δεν είναι –μόνο– προσπάθεια της Γαλλίας να πουλήσει όπλα στους υπόλοιπους, αλλά έχει και τεράστια οικονομική διάσταση).
Ο τρίτος παράγοντας για την ενότητα απέναντι στις ΗΠΑ είναι πλέον ο ρόλος της Ρωσίας, και η ανησυχία που δημιουργεί στα κράτη μέλη της ανατολικής Ευρώπης, τα οποία έχουν ζήσει κάτω από Σοβιετικές δικτατορίες, και κινούνται πολλές φορές με παρόμοια συναισθηματική και πολιτική φόρτιση με αυτή που επιδεικνύει η Κύπρος απέναντι στην Τουρκία. Ο παράγοντας αυτός δεν πρέπει να υποβαθμιστεί, και θα ήταν ενδιαφέρον να δούμε για πόσο η Ουγγαρία θα μπορεί να παίρνει το μέρος των ΗΠΑ όσο οι ΗΠΑ συμπεριφέρονται ως ακόλουθοι του Πούτιν.
Για αυτό και ήταν προφανές πως οι όροι που έθεσε η Ρωσία για να συμφωνήσει σε προσωρινή εκεχειρία στη Μαύρη Θάλασσα, και περιλαμβάνουν χαλάρωση των κυρώσεων των G7 (κάτι που θα προϋπόθετε συμφωνία και από τις ΗΠΑ και από χώρες της Ε.Ε. και την ίδια την Ε.Ε.), δεν μπορούσαν να γίνουν αποδεκτοί από τα κράτη μέλη της Ε.Ε., όπως και ξεκαθαρίστηκε στη σύνοδο στο Παρίσι.
Η Κύπρος έχει κάθε λόγο να παραμείνει μέρος της ενότητας της Ε.Ε., όχι γιατί είναι μικρή χώρα που δεν μπορεί να κάνει διαφορετικά, αλλά γιατί εδώ υπάρχει μια ηθική κόκκινη γραμμή, η οποία είναι το κύριο επιχείρημά μας τη στιγμή που το καθεστώς Ερντογάν χρησιμοποιεί τα χαρτιά που κρατά στις σχέσεις με την Ε.Ε. για να στραφεί ανενόχλητος στον αυταρχισμό. Και τη στιγμή που η Κύπρος δεν δείχνει την ίδια ανησυχία για τη δημοκρατία στην Αίγυπτο, ή τα εγκλήματα πολέμου του Νετανιάχου.