Του Γιώργου Κακούρη
Το Δικαστήριο της Ε.Ε. πριν από μία εβδομάδα ήταν ξεκάθαρο όσον αφορά την ερμηνεία του δίκαιου της Ε.Ε., απαντώντας σε αίτημα τσεχικού δικαστηρίου για τα αιτήματα διεθνούς προστασίας, με αφορμή περίπτωση αιτούντα άσυλο από τη Μολδαβία. Η νομοθεσία της Ε.Ε. δεν επιτρέπει στα κράτη μέλη να χαρακτηρίζουν ως ασφαλή χώρα καταγωγής ένα μόνο τμήμα του εδάφους της εν λόγω τρίτης χώρας. Τα κριτήρια για τον χαρακτηρισμό μιας τρίτης χώρας ως ασφαλούς χώρας καταγωγής πρέπει να πληρούνται σε ολόκληρη την επικράτειά της.
Αυτό δεν σημαίνει απαραίτητα πως η νομοθεσία δεν μπορεί να αλλάξει, αλλά στέλνει ένα μήνυμα και όσον αφορά τις προσπάθειες της Κύπρου και αρκετών άλλων κρατών-μελών να προωθήσουν τον ορισμό μέρους της Συρίας ως ασφαλούς προορισμού για επιστροφές.
Πρόθεση της κυβέρνησης, όπως έχει ειπωθεί αρκετές φορές, είναι να γίνονται επιστροφές προσώπων που γύρισαν στη Συρία και μετά επιχείρησαν να ζητήσουν εκ νέου άσυλο, ή να διευκολυνθεί η απέλαση προσώπων με εγκληματική δράση.
Όποια όμως και να είναι η πρόθεση, μια τέτοια προσέγγιση ενέχει κινδύνους για νομικές περιπέτειες, όπως είχε εκτιμήσει στην «Κ» τον Απρίλιο ο καθηγητής Φλόριαν Τράουνερ, ερευνητής σε θέματα μετανάστευσης και ασύλου στο Ελεύθερο Πανεπιστήμιο των Βρυξελλών (VUB). Όπως είχε εξηγήσει ο καθηγητής Τράουνερ, το 2016 η Γερμανία είχε επιχειρήσει να επιστρέψει Αφγανούς πολίτες στην Καμπούλ λέγοντας πως είναι ασφαλής περιοχή, ωστόσο στη συνέχεια ΜΚΟ και δικηγόροι των αιτούντων αμφισβήτησαν την ερμηνεία αυτή και έφτασαν μέχρι το ΕΔΑΔ.
«Πάντα έχουμε αυτές τις δύο διαστάσεις – μια πολιτική ερμηνεία για το τι θα μπορούσε να είναι ασφαλές στη βάση εμπειρογνωμόνων και γραφειοκρατών που οδηγεί σε πολιτικές ενέργειες, και στη συνέχεια τη δικαστική διαδικασία που συνήθως λαμβάνει την τελική απόφαση», σημείωσε. Κι όλα αυτά είναι πράγματα που είναι καλό να έχουμε υπόψη μας πριν καν αναλογιστούμε την ηθική διάσταση του πράγματος.
Την Πέμπτη στο Λουξεμβούργο, ο υπουργός Δικαιοσύνης Μάριος Χαρτσιώτης αναφέρθηκε ενώπιον των ομολόγων του στο Συμβούλιο της Ε.Ε. στις ανησυχίες της Κύπρου, η οποία με τυχόν αυξημένες προσφυγικές ροές (λόγω και της κατάστασης στη Μέση Αναστολή) θα πρέπει να αντιμετωπίσει και ενδεχόμενη παρείσφρηση εγκληματικών ή τρομοκρατικών στοιχείων. Είναι ένα ρίσκο που ισχύει για κάθε χώρα που δέχεται μεγάλες ροές προσφύγων, το οποίο μπορεί να αντιμετωπιστεί μέσω ενισχυμένης συνεργασίας και δομών ασφαλείας στα εξωτερικά σύνορα.
Όμως, ο υπουργός πήγε ένα βήμα παρακάτω, χαρακτηρίζοντας ως παράδοξο «η χώρα ακόμα να θεωρείται στην ολότητά της ως μη ασφαλής, ενώ το τελευταίο διάστημα έχουν καταφύγει σε αυτήν χιλιάδες Σύροι πρόσφυγες που ήταν εγκατεστημένοι στον Λίβανο». Είναι ένα επιχείρημα το οποίο δεν τιμά ιδιαίτερα την Κύπρο, δεδομένου ότι οι Σύροι πρόσφυγες που επιστρέφουν στη Συρία, και οι Λιβανέζοι πρόσφυγες που φεύγουν από τη χώρα τους, δεν το κάνουν για μια καλύτερη ζωή στη Συρία, αλλά για να γλυτώσουν από τους αδιάκριτους βομβαρδισμούς του ισραηλινού στρατού και την ανεύθυνη εγκληματικότητα της Χεζμπολάχ. Η απάντηση στη διαχείριση των μεταναστευτικών ροών είναι πάντα το πόσο σωστά και αποτελεσματικά γίνεται η διαχείρισή τους από τις δομές του κράτους εκείνου που δεν βομβαρδίζεται, ή δεν βρίσκεται σε εμφύλιο, όπου υπάρχει ακόμα κράτος δικαίου και δημοκρατικοί θεσμοί και θέσμια (συγκριτικά με τους γείτονές της) – δηλαδή την Κύπρο. Τα εργαλεία είναι πολλά, συζητούνται ήδη, και σίγουρα δεν περιλαμβάνουν αστειότητες όπως τα ττέλια του Νίκου Νουρή, τα οποία πρόσφατα η κυβέρνηση Χριστοδουλίδη αποφάσισε να καταργήσει. Περιλαμβάνουν την αύξηση της στελέχωσης, την επίσπευση των διαδικασιών, τις ανθρώπινες συνθήκες διαβίωσης, και τον ενδελεχή και σοβαρό έλεγχο της ταυτότητας όσων αιτούνται άσυλο, με γνώση και εμπειρογνωμοσύνη.
Και κυρίως με την κατανόηση πως όταν πέφτουν βόμβες στο κεφάλι σου, θα φύγεις για τη διπλανή χώρα, και τίποτα απολύτως δεν μπορεί να σταματήσει αυτές τις ροές. Το θέμα είναι να είμαστε σοβαροί, συντεταγμένοι, αυστηροί εκεί που χρειάζεται αλλά ανθρώπινοι. Όχι να προβάλλουμε ως επιχείρημα για να θεωρήσουμε ασφαλή χώρα τη Συρία του Άσαντ το γεγονός ότι είναι προτιμότερη από τον θάνατο.