Του Γιώργου Κακούρη
Από τις Βρυξέλλες προσπαθώ, αναγκαστικά από απόσταση, ν’ αντιληφθώ πώς βλέπει η κοινή γνώμη στην Κύπρο την εισβολή στην Ουκρανία. Θα έπρεπε να είναι απλό – ως Κύπριος εννοείται πως έχω την ίδια ψυχοσύνθεση, παρακολουθώ τη δημόσια συζήτηση, και μιλώ συνεχώς με φίλους και συγγενείς.
Όμως είναι δύσκολο για κάποιον να έχει σφαιρική αντίληψη του τι πιστεύουν οι γύρω του, όταν ζει σε κλειστούς κύκλους: τον κλειστό κύκλο των αλγόριθμων των μέσων κοινωνικής δικτύωσης και τον κύκλο των συναδέλφων, των φίλων και των γνωστών. Και είναι ακόμα πιο δύσκολο, όταν δεν βρίσκεται επί του εδάφους και δεν έχει τις καθημερινές τυχαίες συναναστροφές που έχουμε όλοι μας στον γεωγραφικό χώρο που ζούμε. Δεν μπορώ όμως να πιστέψω πως οι Κύπριοι δεν σοκαρίστηκαν και δεν εκνευρίστηκαν όταν ο Ρώσος πρέσβης μας είπε σε συνέντευξη στο Σίγμα: «Πώς θα πάρει η Κύπρος Ρώσους τουρίστες; Δεν θα έρθουν. Πού θα πάνε οι τουρίστες αυτοί; Στην Τουρκία θα πάνε. Το θέλετε; Θα ξοδέψουν τα χρήματα εκεί. Καλοκαίρι έρχεται. Εσείς έχετε κλείσει τον εναέριο χώρο της Κύπρου. Πυροβολήσατε στο πόδι σας».
Μιλώντας με κόσμο στην Κύπρο αντιλαμβάνομαι, και ελπίζω να έχω δίκαιο, ότι οι πολίτες βρίσκονται πιο μπροστά από την πολιτική τάξη. Ναι, θα κάνουν ίσως πικρές συγκρίσεις με τις αμερικανικές ιμπεριαλιστικές περιπέτειες και τις μέρες της τουρκικής εισβολής, και ναι, φυσικά, θα ανησυχήσουν για το πώς θα επηρεαστεί η οικονομία της Κύπρου. Αντιλαμβάνονται ωστόσο πως η ξεκάθαρη εισβολή μιας μεγάλης χώρας σε μια μικρότερη έχει παραλληλισμούς. Έχουν ζήσει εισβολή, ξεσπιτωμό και θάνατο, αυτοί ή οι γονείς και οι παππούδες τους. Και αν και πάντα δεν μας έπαιρνε –ηθικά– να είμαστε ουδέτεροι, αυτή τη φορά δεν μας παίρνει ούτε κυνικά, καθώς τα συμφέροντά μας είναι δεμένα, για καλό ή για κακό, με την Ευρωπαϊκή Ένωση.
Η πολιτική τάξη της ελληνοκυπριακής κοινότητας χρειάστηκε μια ολόκληρη ημέρα για να τοποθετηθεί για την εισβολή στην Ουκρανία, και η κυβέρνηση της Κυπριακής Δημοκρατίας δύο. Η αμηχανία ήταν ξεκάθαρη όταν ο Πρόεδρος Αναστασιάδης δεν έβρισκε να πει το παραμικρό και μας ενημέρωνε, μέσω ανακοινώσεων, πώς θα έμενε Ντουμπάι και θα άφηνε τον Κυριάκο Μητσοτάκη να τον εκπροσωπήσει. Κι έχω την αίσθηση πως αυτή η εξαιρετικά άσχημη εικόνα ανάγκασε τελικά όλους να αποκτήσουν άποψη για τον πόλεμο στην Ουκρανία, οδηγώντας στο ψήφισμα της Βουλής και τις αυξανόμενες δηλώσεις Κύπριων υπουργών για το πού ακριβώς στέκει η χώρα.
Από εκεί και πέρα, η στάση μας εξελίχθηκε σε προεκλογική κόντρα, με το ΑΚΕΛ να αδυνατεί να ξεπεράσει ορισμένα παραϊδεολογικά απομεινάρια του Ψυχρού Πολέμου, και τον ΔΗΣΥ να χτυπά τη στάση αυτή, αγνοώντας την αμήχανη σιωπή του Πρόεδρου της χώρας που δεν... προέρχεται από την αντιπολίτευση. Δεν θα μπω στον προεκλογικό. Όμως θα εστιάσω στον κύριο άξονα συζήτησης για τις σχέσεις με τη Ρωσία και την οικονομία: ναι, οι δουλειές όσων σχετίζονται με τον τουριστικό τομέα θα κινδυνεύσουν, αλλά θα κινδύνευαν λόγω του πολέμου όποια και να ήταν η στάση μας στη διαμόρφωση των κυρώσεων της Ε.Ε. Ναι, η οικονομία βρίσκεται σε δύσκολη θέση όπως όλες οι οικονομίες της Ευρώπης, η καθεμία με τις δικές της εξαρτήσεις. Και θα δούμε αυξήσεις στις τιμές των καυσίμων, και θα δούμε επιχειρήσεις σε δύσκολη θέση.
Όταν όμως η πολιτική τάξη μιλά για τις επιπτώσεις στην οικονομία, δεν σκέφτεται μόνο τις δυσκολίες που θα αντιμετωπίσουν οι πολίτες εν μέσω ενός μεγάλου πολέμου στην Ευρώπη. Σκέφτεται τα χρυσά διαβατήρια που πουλούσε και πλέον δεν μπορεί να επαναφέρει ούτε από το παράθυρο ως «βίζες Σένγκεν», και σκέφτεται τις εξυπηρετήσεις, τους κρυφούς λογαριασμούς, τα γιοτ και τους πύργους που τροφοδοτούσαν την πιο πρόσφατη από τις πατροπαράδοτες φούσκες της κυπριακής οικονομικής ιστορίας.
Ευτυχώς για μας, η διαδικασία της απεξάρτησης από τα απόνερα της ολιγαρχίας που ελέγχει τη Ρωσία έχει ξεκινήσει λόγω της Ε.Ε., και πλέον φαίνεται να ολοκληρώνεται. Οι πολίτες φαίνονται να είναι αυτοί που καθοδηγούν τη δεύτερη φάση, με την πολιτική τάξη στο σύνολό της να έπεται. Για ακόμα μια φορά, η πολιτική τάξη της Κύπρου σύρεται kicking and screaming στην επόμενη ημέρα.