Του Γιώργου Κακούρη
Έχει καταντήσει το ευκολότερο αστείο που μπορεί να κάνει κάποιος εις βάρος της Κύπρου, στο πλαίσιο του στωικού αυτοσαρκασμού της κυπριακής ιδιοσυγκρασίας: ενώ οι εταίροι στις Βρυξέλλες επεξεργάζονται το πώς ακριβώς θα περιορίσουν το κόστος του φυσικού αερίου και τις επιπτώσεις τους στην τιμή ηλεκτρισμού, η Κύπρος χαλαρώνει και παρατηρεί, καθώς γνωρίζει πως δεν έχει πρόβλημα από τη στιγμή που καίει μαζούτ για να ζεσταθεί.
Μάλιστα, η απουσία υποδομών φυσικού αερίου καμιά δεκαετία μετά τις πρώτες ανακαλύψεις στην κυπριακή ΑΟΖ μας βγάζει και από τη δύσκολη θέση να ανησυχούμε για πιθανή δολιοφθορά σε αυτές από εχθρούς του έθνους γενικότερα και της Κυπριακής Δημοκρατίας ειδικότερα. Άλλωστε κανείς δεν μπορεί να βομβαρδίσει κάτι που δεν υπάρχει. Ή, όπως λέμε όταν η Τουρκία ξεκινά κυβερνοεπιθέσεις κατά αρχείων και οργανισμών του κυπριακού κράτους, η Κύπρος έχει εφαρμόσει την τακτική του air gap, καθώς πολλά συστήματα παραμένουν ψηφιακά μεν, αποσυνδεδεμένα δε, ή «αναλογικά» (βλέπε κάσιες σε υπόγεια υπουργείων).
Αυτός ο αυτοσαρκασμός όμως κρύβει και μια αυτοϋποτίμηση των δυνατοτήτων και της προόδου που έχει γίνει, και είναι μια καλή κάλυψη για όσους θα ήθελαν ενδεχομένως να δικαιολογήσουν γιατί η Κύπρος δεν στήριξε άκριτα την επικοινωνιακά λαμπερή πρόταση της Ελλάδας και άλλων 14 κρατών μελών για καθολικό πλαφόν στην τιμή φυσικού αερίου. Και ταυτόχρονα, καλή επιβεβαίωση των στερεοτύπων στην Ελλάδα είτε για υπανάπτυκτη Κύπρο είτε για συμφεροντολόγο κράτος που δεν επιστρέφει τη στήριξη που λαμβάνει (και ναι, συνυπάρχουν για αρκετούς και τα δύο στερεότυπα, ακόμα και αν, ως συνηθίζεται με τα στερεότυπα, είναι αντιφατικά).
Πιο ρεαλιστική ανάγνωση της στάσης της Κύπρου είναι πως τα συμφέροντά της, ως μικρής χώρας και ως χώρας που αυτή τη στιγμή δεν επηρεάζεται άμεσα από το ζήτημα της τιμής του φυσικού αερίου, πρόκριναν να περιμένει να αναπτυχθεί σε επίπεδο Ε.Ε. μια πιο συναινετική προσέγγιση που να λαμβάνει υπόψη όχι μόνο το αφήγημα «εμείς θέλουμε να βοηθήσουμε τον λαό αλλά η Γερμανία βλέπει μόνο το δικό της συμφέρον» (που αν και περιέχει αλήθειες, χρησιμοποιείται ως εργαλείο), αλλά και το αφήγημα «ένα καθολικό πλαφόν θα είχε αναπάντεχες επιπτώσεις γιατί η παγκόσμια αγορά δεν θα πουλήσει φτηνό αέριο στην Ε.Ε. επειδή έτσι θέλουμε» (που αγνοεί την στάση της Γερμανίας και την αποχή της Γαλλίας, αλλά έχει τεχνοκρατικό υπόβαθρο).
Επειδή και η πρόταση των 15 περιείχε τεχνοκρατικό υπόβαθρο και λεπτομέρειες, οι δύο πλευρές προχωρούν σε σύνθεση, με την Κύπρο να μη χρειάζεται να τοποθετηθεί με σκληρό τρόπο υπέρ της μιας ή της άλλης πλευράς από τη στιγμή που δεν θα άλλαζε μόνη της τις ισορροπίες και από τη στιγμή που μια πιο επεξεργασμένη πρόταση τη συμφέρει περισσότερο (καθώς δεν επείγεται μεν για μείωση της τιμής φυσικού αερίου, όμως στο μέλλον, ενδεχομένως και σύντομα, θα πρέπει να τη λάβει υπόψη). Το πραγματικό διακύβευμα για την Κύπρο στην αρένα της ευρωπαϊκής ενέργειας δεν είναι ποια θέση θα πάρει για χάρη της κοινής γνώμης δίπλα, απέναντι, ή παράλληλα με την Ελλάδα.
Το πραγματικό διακύβευμα είναι η ανάπτυξη των υποδομών φυσικού αερίου, η προώθηση των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας ώστε μαζί με το φυσικό αέριο ως «ενδιάμεσο» καύσιμο να απαλλαγούμε εντελώς και οριστικά από το ρυπογόνο πετρέλαιο, και το να στήσουμε από την αρχή, χωρίς να χρειαστεί χρόνια να κάνουμε catch up, υποδομές για παραγωγή ενέργειας με χρήση «πράσινου» υδρογόνου.
Τα πιο πάνω βρίσκονται στην ατζέντα της Κύπρου, και το δεύτερο διακύβευμα είναι αν μπορεί η ανάπτυξη του ενεργειακού τομέα να εξελιχθεί γρήγορα και χωρίς σπατάλες ή περιστατικά κακοδιοίκησης ώστε να σταματήσουμε να αποτελούμε την αιώνια εξαίρεση.
Το τρίτο διακύβευμα όμως, για το οποίο προς το παρόν η Κυπριακή Δημοκρατία δεν έχει μιλήσει, είναι πώς προστατεύονται οι ενεργειακές υποδομές που αναπτύσσονται και θα αναπτυχθούν από δολιοφθορές όπως αυτές που είδαμε στους αγωγούς Nord Stream, είτε από παραδοσιακούς εχθρούς (στα βόρεια), είτε από... παραδοσιακούς φίλους (στα πιο βόρεια).