Του Γιάννη Ιωάννου
Στην ιστορία της πολιτικής, διεθνώς, μπορεί στον άξονα Δεξιάς-Αριστεράς να υπήρξαν σπουδαίοι statesmen που η πολιτική τους ιδεολογία, οι αγώνες τους, οι κυβερνήσεις τους, ακόμη κι ο θάνατός τους να σφράγισαν τον 20ό αιώνα και να γέννησαν μύθους και παρακαταθήκες που ακόμη μας ακολουθούν, υπήρξαν ωστόσο ελάχιστοι μετριοπαθείς, κεντρώοι, που με το παράδειγμά τους διαδραμάτισαν εκείνον τον κρίσιμο ρόλο, διαμορφώνοντας καταλυτικά τις εξελίξεις, ακόμη και αν κανείς δεν τους έδωσε το credit που τους αναλογεί.
Στην ιστορία της κυπριακής πολιτικής σκηνής, πέραν του άξονα Εθνικοφρόνων/Ενωτικών/Μακαριακών-Αριστεράς, η ύπαρξη ενός μετριοπαθούς κέντρου δεν στεγάστηκε ποτέ, ουσιαστικά, κάτω από μία κομματική στέγη, ενώ οι νούσιμες, μετριοπαθείς και προοδευτικές φωνές είτε δεν έβρισκαν τον δρόμο προς την πολιτική με κομματικούς ή εν γένει εκλέξιμους όρους, είτε υπήρχαν εντός των μεγάλων κομμάτων (ΔΗΣΥ, ΑΚΕΛ). Η ιστορία δε του Κέντρου στην Κύπρο, όπως και της Σοσιαλδημοκρατίας, με τους σημερινούς όρους (μετά) πολιτικής μέσω του ΔΗΚΟ, της ΕΔΕΚ και της ΔΗΠΑ, αποτελεί μάλλον το αποτέλεσμα της κοινωνικής μηχανικής του κατακερματισμού, μετά το 1974, της αντιπαράθεσης Γριβικών-Μακαριακών και –οπωσδήποτε– την πολιτική πρακτική της ιδιόμορφης, μετά το 1977, κυπριακής μεταπολίτευσης, παρά μια ουσιαστική διαφοροποίηση από το δίπολο Δεξιάς-Αριστεράς –όπως ιδεολογικά το ηγεμονεύουν, διαχρονικά, ο ΔΗΣΥ και το ΑΚΕΛ.
Η περίπτωση του ΔΗΚΟ και του Κυπριακού όπως την είδαμε την τελευταία σχεδόν 20ετία συνεχώς, από τη διακυβέρνηση Χριστόφια σε αυτή της πρώτης θητείας Αναστασιάδη και μέχρι σήμερα –στη συγκυβέρνηση υπό τον πρόεδρο Χριστοδουλίδη– είναι μια τυπική περιπτωσιολογία για το πώς το εθνικό θέμα λειτουργεί στην εσωτερική πολιτική. Αποτελεί ή λόγο αποχώρησης από ένα κυβερνητικό σχήμα ή αντικείμενο προεκλογικής διαβούλευσης-συμφωνίας, που ωστόσο δεν είναι… ακριβώς ειλικρινές ως προς την προγραμματική ατζέντα. Αλλιώς πώς π.χ. το ΔΗΚΟ ή η ΕΔΕΚ (με το πρώτο να μιλάει για ΔΔΟ αλλά με σωστό περιεχόμενο και τη δεύτερη να την αποκηρύσσει) θα συμφωνούσαν να συμμετέχουν στη κυβέρνηση Χριστοδουλίδη, όταν εξαρχής η θέση για το εθνικό θέμα είναι εκ διαμέτρου αντίθετη; Βέβαια, πέραν του προφανούς, το ζήτημα έχει και μια επιπλέον ανάλυση: Εδράζεται στον τρόπο με τον οποίο η συζήτηση για το εθνικό θέμα γίνεται, σε πολιτικό επίπεδο, στην Κύπρο. Που είτε είσαι Δεξιός, είτε Αριστερός, είτε… (βάλτε ένα πολιτικό ή ιδεολογικό ρεύμα προσδιορισμού), απουσιάζει η πολιτική μετριοπάθεια –χαρακτηριστικό που θα έπρεπε να αφορά, πρωτίστως και ιδανικά, τις κεντρώες θέσεις. Κακά τα ψέματα: Το ΔΗΚΟ και η ΕΔΕΚ μπορεί μεν να πιστώνονται σκληρή γραμμή και απορριπτισμό στο Κυπριακό, αλλά ούτε το ΑΚΕΛ κατά την περίοδο Χριστόφια, ούτε η δεκαετία Αναστασιάδη –του «ηγέτη του ΝΑΙ»– κατόρθωσαν να λύσουν το Κυπριακό.
Το Κέντρο στην Κύπρο δεν έχει πολιτικό μέλλον, αν δεν επαναπροσδιοριστεί σε μια ορθή πολιτική βάση. Αυτό που σήμερα επιχειρεί ο κ. Παπαδόπουλος με τον κ. Σιζόπουλο, με φόντο το Κυπριακό και την προοπτική κινητικότητας λόγω της παρουσίας της Ολγκίν, μπορεί να σώσει τα εκλογικά τους ποσοστά ενόψει διπλών εκλογών ή να τους προσφέρει μια ηρωική έξοδο από τη συγκυβέρνηση «με γνώμονα το εθνικό θέμα», ωστόσο δεν θα τους πάρει μακριά. Κι αυτό γιατί, όπως διαμορφώνεται το πολιτικό σύστημα και η πολιτική κουλτούρα στην Κύπρο –υπό τη σοβαρή προοπτική της επαλήθευσης μιας επερχόμενης διχοτόμησης–, η απώλεια της μετριοπάθειας αποτελεί και την απώλεια της ισχυρότερης άμυνας απέναντι σε αυτά που –επίσης δυσοίωνα– έρχονται.
Twitter: @JohnPikpas