Του Γιάννη Ιωάννου
Στην Κύπρο υπάρχει ένα μοτίβο πολιτικής φιλοδοξίας που αν κανείς έχει έρθει σε επαφή με κύκλους ανθρώπων, εντός ή εκτός κομμάτων, που έχουν το σκουλήκι της πολιτικής ενασχόλησης με τα κοινά, διακρίνεται, με ξεκάθαρο τρόπο, ως προς τα ποιοτικά του χαρακτηριστικά.
Αρχικά υπάρχει εκείνη η κατηγορία των ατόμων της επαγγελματικής ενασχόλησης με την πολιτική από μικρή ηλικία που ξεκινώντας την καριέρα τους από τις κομματικές νεολαίες ακολουθούν την κομματική επετηρίδα και η διαδρομή είναι λογική –ιδίως στα μεγάλα κόμματα. Τοπική αυτοδιοίκηση, βουλευτιλίκι, υπουργιλίκι και γιατί όχι ακόμη και η προεδρία της Βουλής. Πολιτικά φιλόδοξοι αλλά και κομματικοί έως το κόκαλο με σύνηθες ταβάνι ως προς το πού μπορούν να φτάσουν – και με το πολιτικό προσωπικό εδώ, με σπάνιες εξαιρέσεις, να είναι μετρίων -πολιτικά- χαρακτηριστικών.
Σε αυτή την κατηγορία υπάρχουν φυσικά υποκατηγορίες, με την πλέον ενδιαφέρουσα αυτή όσων ακολουθούν μεν την κομματική επετηρίδα αλλά όταν η ηγεσία του κόμματος τους κακοκαρδίσει ή όταν δεν καταφέρουν να εκλεγούν στο οφίτσιο που θέλουν, στασιάζουν, συνωμοτούν, πηγαινοέρχονται μεταξύ κομμάτων και ομάδων ή φτιάχνουν άλλα κόμματα – με το πολιτικό προσωπικό εδώ να είναι, ξανά, μετρίων -πολιτικά- χαρακτηριστικών και επιπλέον να φαντάζει ξεκάθαρα πως βλέπει την επαγγελματική ενασχόληση με την πολιτική ως συνταγή για την καρέκλα – με την προσωπική φιλοδοξία του καθενός εδώ να μην έχει ταβάνι αλλά την εξουσία να παραμένει αυτοσκοπός.
Υπάρχει και η κατηγορία των λαϊκιστών. Που εντός ή εκτός πολιτικού συστήματος –με κομματική ή μη προέλευση– αναζητούν παντοιοτρόπως τρόπο ενασχόλησης με την πολιτική διά του εκλέγεσθαι. Σε αυτή υπάρχουν οι φιλόδοξοι του πολιτικού συστήματος –οι χειρότεροι κάθε κόμματος– αλλά και εσχάτως, στη μεταπολιτική εποχή που διανύουμε, διάφοροι απίθανοι τύποι που είτε μέσω του virality των ΜΚΔ είτε μέσω, πλέον και στην Κύπρο, ακραίων κομμάτων διεκδικούν τον δρόμο τους προς την εξουσία και που ειρήσθω εν παρόδω είναι και επικίνδυνοι για τη Δημοκρατία όταν δεν είναι γραφικοί. Δυστυχώς, μια κατηγορία που αυξήθηκε τα τελευταία χρόνια και θα συνεχίσει να αυξάνεται – για σειρά λόγων.
Υπάρχουν, φυσικά, και οι υποκριτές. Μια κατηγορία –από μόνη της– που ενώ ζει σχεδόν πάντα στις παρυφές ή βαθιά εντός του πολιτικού συστήματος στην Κύπρο ζώντας ουσιαστικά από αυτό, προσπαθεί να υποδυθεί με υπερκομματικά και διανοουμενίστικα, συνήθως, ποιοτικά χαρακτηριστικά για να πλασαριστεί –τουλάχιστον μέχρι να εξασφαλίσει το οφίτσιο– ως το άτομο που θα φέρει τις λύσεις «πέραν των κομμάτων» και που συνήθως καταλήγει να κινείται με τον πλέον ανακόλουθο τρόπο. Αυτή η κατηγορία έχει πάντα κομματική προέλευση –που δεν κρύβεται– και ψυχαναλυτικά θυμίζει ως προς τη φιλοδοξία την περίπτωση του «κακού» στους ευρωπαϊκούς μύθους (Γερμανίας, κελτικού κύκλου, αρχαίας Ελλάδας με τον μύθο της Μυρσίνης, κοκ) που πατένταραν, το 1812, οι αδερφοί Γκριμ με την κακιά μάγισσα από το παραμύθι της Σταχτοπούτας και τον καθρέπτη της. Οι υποκριτές είναι αρκετά σαν την πρώτη κατηγορία. Αμοραλιστές ως προς την κομματική επετηρίδα αλλά με συμπεριφορά «κομματόσκυλου», όταν την ανεβαίνουν εκτός αυτής.
Τέλος, υπάρχει και μια κατηγορία ατόμων που δεν ασχολούνται με την πολιτική, όχι γιατί δεν μπορούν ή γιατί δεν θέλουν αλλά και γιατί αντιλαμβάνονται τη φιλοδοξία ως ασθένεια και όχι ως αυτοσκοπό. Αυτή η κατηγορία ή απομακρύνεται νωρίς από την πολιτική ή όταν ασχοληθεί δεν κατορθώνει να κάνει όσα οραματίζονταν, γιατί συνειδητοποιεί ότι δεν μπορούν να γίνουν. Μαζί με αυτούς υπάρχει φυσικά και μια πλατιά μάζα, συμπεριλαμβανομένου του γράφοντος, που ξαναδιαβάζει τον Κουρτ Βόνεγκατ (1922-2007) τον σπουδαίο Αμερικανό λογοτέχνη του «Σφαγείου Νο. 5» (του 1969), ο οποίος πολύ σοφά έλεγε πως «πραγματικός εφιάλτης αποτελεί το να ξυπνήσεις και να δεις πως οι… συμμαθητές σου από το σχολείο κυβερνούν τη χώρα σου».
Twitter: @JohnPikpas