Του Γιάννη Ιωάννου
Η συζήτηση για το ΝΑΤΟ στη Κύπρο προκαλούσε πάντα πόλωση. Έναντι της πραγματικής συζήτησης για την ένταξη στην Βορειοατλαντική Συμμαχία (που απαιτεί προαπαιτούμενα και πρόσκληση όχι «αίτηση», περνά μέσα από την έκβαση του Κυπριακού λόγω της διάστασης των εγγυήσεων και αφορά και την Τουρκία -που έχει βέτο) η συζήτηση για αυτό αποτελούσε, διαχρονικά, και αποτελεί μια άσκηση πολιτικής αντιπαράθεσης στον άξονα Αριστεράς-Δεξιάς -λόγω και της ιστορικής εμπειρίας στο Κυπριακό, την περίοδο 1960-2004, όπου η ένταξη στην ΕΕ ολοκλήρωσε, ξανά ιστορικά, την αναζήτηση της εξωτερικής κατεύθυνσης της ΚΔ εκτός σχημάτων Δύσης-Ανατολής.
Ο Πρόεδρος Χριστοδουλίδης επιβεβαίωσε το ρεπορτάζ της «Κ» λέγοντας μιας ουσιαστικά για μια τριπλή προσέγγιση έναντι των ΗΠΑ που -πρόδηλα φανερώνει- πως ακόμη κι αν η ΚΔ δεν μπει στο ΝΑΤΟ -προφανώς λόγω Τουρκίας με άλυτο το Κυπριακό- κάποια στιγμή θα εναρμονιστεί με αυτό αρχής γενομένης με την αναβάθμιση του εξοπλιστικού προγράμματος της ΕΦ -όταν και εφόσον πλέον οι ΗΠΑ θα άρουν πλήρως το εμπάργκο, προσφέροντας ουσιαστικά πρόσβαση στη Λευκωσία στο να αγοράσει τέτοια οπλικά συστήματα. Ήρθε σε αντίφαση με τα όσα έλεγε, προεκλογικά, στο debate όταν το ΝΑΤΟ ήταν μάλλον περισσότερο ένα χαρτί στη φαρέτρα της προεκλογικής ρητορικής του κ. Αβέρωφ Νεοφύτου. Όπως με όλα, ο κ. Χριστοδουλίδης θα κριθεί για τα παραδοτέα -έως το 2028 σε σχέση και με τις ευρωατλαντικές φιλοδοξίες της Λευκωσίας, δεδομένου πως ΗΠΑ και ΚΔ έχουν πλέον αναβαθμίσει τις σχέσεις τους.
Το ΑΚΕΛ προχώρησε με τη γνώριμη προσέγγιση του στο θέμα του ΝΑΤΟ που επανήλθε στη δημόσια σφαίρα. Σίγουρα πράγματα εδώ χωρίς καμιά πολιτική διαφοροποίηση από τον Ψυχρό Πόλεμο και χωρίς την προσαρμογή της ελλαδικής Αριστεράς που στο θέμα της νατοϊκής Ελλάδας μεταπολιτευτικά -με εξαίρεση το ΚΚΕ που δεν θα βρεθεί ποτέ σε ορίζοντα κόμματος εξουσίας- πήγαινε πολύ εύκολα από το «ΕΟΚ και ΝΑΤΟ το ίδιο συνδικάτο» στο να λειτουργεί απρόσκοπτα νατοϊκά, ως εκ των ιδρυτικών σχεδόν κρατών της Συμμαχίας, ακόμη και σε εποχές όπως η πρώτη θητεία ΠΑΣΟΚ (1981-1985) ή η πρώτη φορά Αριστερά -μετά την εκλογή ΣΥΡΙΖΑ στην εξουσία, το 2015. Από τα υπόλοιπα κόμματα (ΔΗΚΟ, ΕΔΕΚ, ΔΗΠΑ, ΕΛΑΜ, Οικολόγους, κτλ) δεν ακούσαμε κάτι ισχυρό.
Προφανώς η συζήτηση για την ένταξη της Κύπρου στο ΝΑΤΟ δεν θα γίνει ποτέ με ψυχρούς όρους πολιτικής ανάλυσης, γεωπολιτικού ρίσκου, τεχνικών πτυχών (σ.σ. η ΕΦ διαφέρει ουσιαστικά από το να πλησιάζει τα πρότυπα ενός στρατού νατοϊκής χώρας και η ένταξη στο ΝΑΤΟ, κοστίζει, κοστίζει και… κοστίζει) και φυσικά σε σχέση με την σημαντικότερη πτυχή που αφορά το Κυπριακό. Όπου η επίλυση του, η διατήρηση του στάτους κβο ή ένα σενάριο εκτός λύσης -αναλόγως χειρότερο εγγύς της διχοτόμησης ή μια διευθέτηση εκτός του γνωστού πλαισίου λύσης- εντάσσει το ζήτημα της συμμετοχής στο ΝΑΤΟ σε διαφορετικά -δυναμικά- σενάρια και σημαίνει διαφορετικά πράγματα ανά περίπτωση.
Ωστόσο η συζήτηση για το ΝΑΤΟ θα εξυπηρετήσει την απεύθυνση στα κομματικά ακροατήρια, την συζήτηση για το εσωτερικό ακροατήριο που δημιουργεί πόλωση και εξυπηρετεί τους σκοπούς της πολιτικής συσπείρωσης και, τέλος, θα επανέλθει ως θέμα «εγγραφής» στην πολιτική ατζέντα των βουλευτικών του 2026. Ενδεικτικό της πολιτικής κουλτούρας και του πολιτικού μας συστήματος.