Του Γιάννη Ιωάννου
Στην πιο κρίσιμη καμπή του πολέμου στην Ουκρανία η σπουδή της Δύσης να συνεχίσει με ισχυρή στρατιωτική βοήθεια προς το Κίεβο περνάει μέσα από την εξίσωση της αποστολής αρμάτων μάχης. Τα τανκς, εξάλλου, σε ένα τερέν επιχειρήσεων σαν αυτό της Ουκρανίας, θα μπορούσαν να κάνουν τη διαφορά για μια αντεπίθεση της τελευταίας προκειμένου όχι μόνο να απελευθερώσει μεγαλύτερο αριθμό εδαφών αλλά και να επιταχύνει το τέλος του πολέμου –ενός πολέμου που εξαρχής δεν πήγε καλά για τη Ρωσία.
Και ξαφνικά τα άρματα μάχης Leopard βρίσκονται στο επίκεντρο του διεθνούς ενδιαφέροντος. Όχι μόνο γιατί τα Leo είναι από τα κορυφαία –αν όχι το κορυφαίο εξαγωγικά τα τελευταία χρόνια μέσο άρμα με πωλήσεις σε 21 χώρες– άρματα στον κόσμο αλλά και γιατί το διαθέτουν αρκετοί στρατοί της Ευρώπης προκειμένου να το προσφέρουν στην Ουκρανία. Ενδεικτικά, η Ελλάδα διαθέτει 353 άρματα Leopard II. Η ιστορία φυσικά τείνει να μετατραπεί σε ένα διπλωματικό φιάσκο για την Ευρώπη και τη Δύση, μεταφέροντας μια κόντρα στην καρδιά της ευρωατλαντικής σύνθεσης. Οι ΗΠΑ πιέζουν. Τα κράτη της κεντρικής και ανατολικής Ευρώπης επίσης. Το Κίεβο ζητάει εδώ και μήνες το συγκεκριμένο άρμα. Και, ξαφνικά, όλα σκοντάφτουν στο Βερολίνο. Και στην κυβέρνηση του καγκελάριου Σολτς.
Η εμμονή της Γερμανίας να επικαλείται την άδεια τελικού χρήστη για το γερμανικού σχεδιασμού και κατασκευής άρμα μάχης Leopard έρχεται –εν μέσω πολέμου με τη Ρωσία– να μπλοκάρει την αποστολή και να δημιουργήσει τριγμούς εντός Ε.Ε. αλλά και στη σχέση Ε.Ε.-Αμερικής. Υπενθυμίζοντας, εν μέσω σημειολογικά πολέμου με τη Ρωσία, όλο το συγκείμενο της γερμανικής τραυματικής εμπειρίας στην Ευρώπη μεταπολεμικά: Tη μείωση του στρατού της και τη σχεδόν θεολογική προσέγγιση της Γερμανίας στο να μην αναπτύσσει στρατεύματα στο εξωτερικό. Τον διαχωρισμό της και την εμπειρία της επανένωσης με ένα μέρος της πρώην ανατολικής Γερμανίας να φέρνει διάφορα κατά καιρούς δεινά σε οικονομία και πολιτική. Τις γερμανικές πολιτικές ελίτ που τα τελευταία χρόνια παρά τη ρωσική επιθετικότητα έβλεπαν στη Μόσχα έναν πολύτιμο εμπορικό κι ενεργειακό εταίρο. Και μια ατολμία που πηγαίνει μέχρι τον πυρήνα της αποτυχίας, διαχρονικά, της Ε.Ε. να αποκτήσει ενιαία εξωτερική και αμυντική πολιτική. Και που έχει και… γερμανικό μερίδιο μεταξύ άλλων.
Φυσικά κανείς δεν μπορεί να παραβλέψει την ιστορική εμπειρία της Γερμανίας από τον Β΄ ΠΠ και τον Ψυχρό Πόλεμο μέχρι την επανένωση και την οικονομική ηγεσία της εντός Ευρωζώνης. Ο ιστορικός αντιγερμανισμός δεν έχει θέση ούτε στη δημόσια συζήτηση αλλά ούτε και στην ανάλυση. Αλλά κανείς δεν μπορεί να μην παραβλέψει και την υποκρισία που υπάρχει στην τρέχουσα συγκυρία. Το Βερολίνο μιλάει για κλιμάκωση του πολέμου με την αποστολή τανκς, επικαλείται το German Weapons Control Act και τον κανονισμό του Wassenaar (του 1996) για τις εξαγωγές και την άδεια τελικού χρήστη, όπως για κάθε κράτος μέλος του ΝΑΤΟ, ως προς τη μεταφορά Leopards από την Πολωνία. Αλλά ξεχνά κάτι: Πως η Τουρκία, ως πελάτης της πλατφόρμας των Leopards, έκανε ουσιαστικά επανεξαγωγή των εν λόγω αρμάτων. Και τα μετέφερε στα Κατεχόμενα. Χωρίς να υποστεί οποιαδήποτε συνέπεια στη σχέση της με τη Γερμανία σε εξοπλιστικό επίπεδο. Και όταν κάποτε ο γράφων ρώτησε την τότε ΥΠΑΜ της Γερμανίας για το θέμα, νυν επικεφαλής της Κομισιόν, φορ ντε Λάιεν, εισέπραξε μια απάντηση του τύπου «είναι ζήτημα που αφορά την Τουρκία».
Υποκριτές όμως είναι και οι υποψήφιοι για την προεδρία της ΚΔ. Ο κ. Νεοφύτου και ο κ. Χριστοφίδης μάς μιλάνε για ένταξη στο ΝΑΤΟ ως καταλύτη λύσης του Κυπριακού. Το ΑΚΕΛ, παραδοσιακά, προσλαμβάνει το ΝΑΤΟ με όρους παλαιοκομμουνισμού και ο κ. Χριστοδουλίδης –του φοβερού διπλωματικού φιάσκο με τις κυρώσεις στη Λευκορωσία– μας λέει «ότι δεν διστάζει να τσαλακωθεί» αλλά το ΝΑΤΟ «δεν βλέπει πώς βοηθά». Καλά, κανείς εξ αυτών δεν έχει ένα σχόλιο να κάνει για τα Leopards, σαν αυτά που είναι στην κατεχόμενη Κυθρέα, στην Ουκρανία τώρα που το ζήτημα καίει; To δε κράτος τι κάνει επί τούτου; Tο κλείσανε λόγω εκλογών;
Φτηνή πρόταξη κάνεις. Μια σοβαρή προσπάθεια όμως, για την επαναφορά ενός σοβαρού ζητήματος, χρειάζεται πολλά παραπάνω.