Του Παύλου Ξανθούλη
Το ζήτημα της παραβίασης της νεκρής ζώνης στην περιοχή της Πύλας και ο τρόπος με τον οποίο αντέδρασαν οι ηγεσίες της Κύπρου και της Ελλάδας, κυρίως σε ό,τι αφορά στον ενορχηστρωτή της στοχευμένης μίνι-κρίσης, έχουν ιδιαίτερο ενδιαφέρον. Ενόψει δρομολογούμενων, ενδεχόμενων εξελίξεων στο Κυπριακό, στα ελληνοτουρκικά και στα ευρωτουρκικά. Κοινοί παρονομαστές των τοποθετήσεων Λευκωσίας-Αθήνας, ήταν η αμεσότητα και η εντονότατη καταδίκη των ενεργειών στην Πύλα. Ωστόσο, αυτό που διαφέρει μεταξύ των τοποθετήσεων Λευκωσίας και Αθήνας είναι το υποκείμενο στο οποίο οι δύο κυβερνήσεις αποδίδουν την ευθύνη για τις παραβιάσεις σε νεκρή ζώνη/στάτους κβο, ως επίσης και για τα επεισόδια εναντίον κυανοκράνων του ΟΗΕ. Ας δούμε λοιπόν ποιον θεωρεί υπεύθυνο η Λευκωσία και ποιον θεωρεί υπεύθυνο η Αθήνα, στη βάση των τοποθετήσεων Χριστοδουλίδη - Μητσοτάκη:
Πρόεδρος Χριστοδουλίδης: Αποδίδει ευθύνη αποκλειστικά στην Τουρκία, για όσα έχουν λάβει χώρα στην Πύλα, σημειώνοντας μεταξύ άλλων ότι «… κάνουμε όλες τις ενέργειες που πρέπει να γίνουν έτσι ώστε να αποτραπούν τα οποιαδήποτε νέα τετελεσμένα από την Τουρκία είτε αυτά αφορούν τη νεκρή ζώνη είτε αυτά αφορούν τις κατεχόμενες μας περιοχές».
Πρωθυπουργός Μητσοτάκης: Αποδίδει ευθύνη αποκλειστικά στην τουρκοκυπριακή κοινότητα, εκφράζοντας, σύμφωνα με γραπτή ανακοίνωση, «την έντονη αποδοκιμασία του για τις απαράδεκτες επιθέσεις Τουρκοκύπριων εναντίον των μελών της ειρηνευτικής δύναμης των Ηνωμένων Εθνών». Στη γραπτή ανακοίνωση του γραφείου Τύπου του πρωθυπουργού της Ελλάδας, διατυπώνεται επίσης η θέση ότι «Ελλάδα και Κύπρος είναι απόλυτα συντονισμένες ώστε να προβούν στις δέουσες ενέργειες σε διεθνές επίπεδο».
Πώς όμως Κύπρος και Ελλάδα είναι συντονισμένες και σε ποιες ενέργειες θα μπορούσαν από κοινού να προβούν, όταν ο πρόεδρος Χριστοδουλίδης αποδίδει ευθύνη στην Τουρκία και στις κατοχικές αρχές για την παραβίαση του στάτους κβο και τα έκτροπα στην Πύλα, ενώ ο πρωθυπουργός Μητσοτάκης θεωρεί υπεύθυνη την τουρκοκυπριακή κοινότητα; Ποιον θα καταγγείλουν συντονισμένα; Και πόσο συντονισμένες μπορεί να είναι οι «δέουσες ενέργειες» Κύπρου και Ελλάδας, όταν ο ένας καταγγέλλει την Τουρκία, κράτος-μέλος του ΟΗΕ και υποψήφια προς ένταξη στην Ε.Ε., ενώ ο άλλος αποδίδει αποκλειστική ευθύνη σε μια κοινότητα, η οποία δεν έχει κρατική υπόσταση, παρά μόνο στα μάτια της Άγκυρας και του κ. Ερντογάν;
Οι διαφωνίες στην τακτική αλλά και στην ουσία είναι θεμιτές. Ακόμη και στο εθνικό ζήτημα. Συνεπώς, κανείς δεν αναμένει ότι η Κύπρος και η Ελλάδα οφείλουν να έχουν κοινές θέσεις σε όλα τα ζητήματα. Αυτό όμως δεν αναιρεί την υποχρέωση των δύο κυβερνήσεων να τοποθετούνται με ειλικρίνεια και με καθαρότητα λόγου.
Στην προκειμένη λοιπόν περίπτωση της Πύλας, συντονισμός θέσεων μεταξύ Κύπρου και Ελλάδας, δεν υπήρξε. Η Λευκωσία «έδωσε» ως υπεύθυνη την Τουρκία, ενώ η Ελλάδα ως υπεύθυνους τους Τουρκοκύπριους. Κατά συνέπεια, όταν το γραφείο Τύπου του πρωθυπουργού της Ελλάδας εκδίδει γραπτή ανακοίνωση και υποστηρίζει ότι «Ελλάδα και Κύπρος είναι απόλυτα συντονισμένες ώστε να προβούν στις δέουσες ενέργειες σε διεθνές επίπεδο» για το ζήτημα της Πύλας, η τοποθέτηση αυτή, όσα κομψά και να το θέσουμε, δεν αποτελεί πορτρέτο ειλικρίνειας.
Επί της ουσίας, είναι πάντως αντιληπτό ότι εάν η Ελλάδα είχε τοποθετεί διαφορετικά και απέδιδε ευθύνη στην Τουρκία για την παραβίαση του στάτους κβο στη νεκρή ζώνη, ως επίσης και για τα έκτροπα κατά κυανοκράνων του ΟΗΕ, που σύμφωνα με το Συμβούλιο Ασφαλείας ενδέχεται να αποτελεί διεθνές έγκλημα, ο ΥΠΕΞ Γιώργος Γεραπετρίτης θα δυσκολευόταν μάλλον να εξηγήσει, κυρίως στο εσωτερικό ακροατήριο, γιατί εν μέσω ενός τέτοιου κλίματος, πηγαίνει στην Άγκυρα να συναντήσει τον Τούρκο ομόλογό του, σε λίγες μέρες, στις 5 Σεπτεμβρίου. Η μετάθεση λοιπόν της ευθύνης από τους ώμους της Τουρκίας, σε αυτούς των Τουρκοκυπρίων, αναφορικά με την Πύλα, διευκολύνει προφανώς τους χειρισμούς της Αθήνας. Και συνεπώς, δεν προκαλούνται εμπόδια στη συνάντηση Γεραπετρίτη - Φιντάν. Η οποία θεωρώ ότι πρέπει να γίνει, συνυπολογίζοντας και τις προχθεσινές «εχθροπαθείς» (σύμφωνα με το ελληνικό ΥΠΕΞ) τοποθετήσεις Ερντογάν για τη Σμύρνη, το Αιγαίο και την Κύπρο.
Καλά λοιπόν κάνει ο Μητσοτάκης που θέλει να εξαντλήσει κάθε προσπάθεια για βελτίωση των ελληνοτουρκικών σχέσεων. Άλλωστε, ενδεχόμενες θετικές εξελίξεις στα ελληνοτουρκικά θα μπορούσαν να αγγίξουν και το Κυπριακό. Όλα αυτά ας επιχειρηθούν, να δούμε πού θα μας βγάλουν. Με ειλικρίνεια όμως, καθώς εγγυήσεις με τον Ερντογάν δεν υπάρχουν. Και όχι με αστειότητες περί «συντονισμού» Λευκωσίας και Αθήνας για την Πύλα, οι οποίες δεν προσφέρουν τίποτα, πέραν του εμπαιγμού της νοημοσύνης μας.