Του Παύλου Ξανθούλη
Τον περασμένο Απρίλιο, ο πρόεδρος Χριστοδουλίδης προσυπέγραψε την «προώθηση των εργασιών» της νέας «μακρόπνοης» ευρωτουρκικής σχέσης και επτά συνολικά ευρωτουρκικών ντοσιέ, χωρίς διασύνδεση με τη λύση του Κυπριακού. Τα αποτελέσματα είναι απτά: Χωρίς να κουνήσει δάκτυλο η Άγκυρα στο Κυπριακό, ξεπάγωσαν όλοι οι Υψηλοί Πολιτικοί Διάλογοι Ε.Ε.-Τουρκίας, προσκλήθηκε ο Τούρκος ΥΠΕΞ σε άτυπο Συμβούλιο Ε.Ε., μετά βαΐων και κλάδων, δρομολογήθηκε η επαναδραστηριοποίηση της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων στην Τουρκία και άρχισαν συζητήσεις για αναβάθμιση της Τελωνειακής Ένωσης. Άρα, το αφήγημα της «διασύνδεσης» που ισχυρίζεται ότι εξασφάλισε ο Πρόεδρός μας, μπάζει και εκ του αποτελέσματος.
Οκτώ μήνες αργότερα, ο Πρόεδρός μας ξαναθυμήθηκε αυτά που ο ίδιος δεν τόλμησε να διεκδικήσει στο ανώτατο πολιτικό επίπεδο της Συνόδου Κορυφής. Έτσι, λοιπόν, από τα Συμπεράσματα Απριλίου, περάσαμε στο καλοκαίρι όπου η Λευκωσία κατάπιε την προώθηση ευρωτουρκικών ντοσιέ, φτάσαμε στη «χώνεψη» του φθινοπώρου και ξαφνικά χειμωνιάτικα, θυμηθήκαμε και πάλι να διεκδικήσουμε τη «διασύνδεση» με το Κυπριακό. Όχι σε πολιτικό, αλλά στο διπλωματικό επίπεδο της ομάδας εργασίας για τη διεύρυνση, όπου το ΥΠΕΞ, διά εκπροσώπου του, υπέβαλε πρόταση για διασύνδεση Κυπριακού και ευρωτουρκικών ντοσιέ (σελίδα… ), διαμηνύοντας μάλιστα ότι εάν δεν ικανοποιηθούν οι κυπριακές θέσεις, τότε η Λευκωσία δεν πρόκειται να συναινέσει στους τομείς συνεργασίας Ε.Ε.-Τουρκίας. Κάτι που εξ αντανακλάσεως και σε απλά ελληνικά, σημαίνει επίκληση του δικαιώματος αρνησικυρίας, βέτο.
Εδώ προκύπτουν τρία ερωτήματα:
• Το πρώτο είναι, γιατί ο πρόεδρος Χριστοδουλίδης δεν επιστράτευσε ανάλογη προειδοποίηση τον περασμένο Απρίλιο, στο ανώτατο πολιτικό επίπεδο της Συνόδου Κορυφής; Διότι τότε το σίδερο ήταν ακόμη ζεστό και η μελάνη του εγγράφου Μπορέλ/Κομισιόν που πρότεινε την προώθηση επτά συνολικά ευρωτουρκικών ντοσιέ, χωρίς εξάρτηση από την πορεία του Κυπριακού, ήταν ακόμη νωπή. Όμως, προειδοποίηση τότε δεν υπήρξε, ούτε υπόνοια άσκησης βέτο. Και ο πρόεδρος Χριστοδουλίδης συναίνεσε στην «προώθηση της εργασίας» στα επτά ευρωτουρκικά ντοσιέ, μένοντας αγκαλιά με το Κυπριακό, χωρίς μοχλό πίεσης.
• Το δεύτερο, είναι γιατί μία μάχη που δεν δόθηκε στην ώρα της σε πολιτικό επίπεδο, από τον ηγέτη ενός κράτους, επιχειρείται να δοθεί με μισόλογα και υπονοούμενα, 8 μήνες αργότερα, σε διπλωματικό επίπεδο;
• Το τρίτο ερώτημα είναι ίσως το πιο καίριο. Ο πρόεδρος Χριστοδουλίδης, που προφανώς βρίσκεται σε συνεννόηση με το ΥΠΕΞ, ήταν ποτέ έτοιμος να βάλει πλάτη στο «υπονοούμενο» που αφέθηκε σε διπλωματικό επίπεδο ενώπιον των 26 εταίρων μας, περί άσκησης βέτο; Δηλαδή, ήταν έτοιμος να το υποστηρίξει πολιτικά, υλοποιώντας το;
Στα δύο πρώτα ερωτήματα η απάντηση είναι απλή. Ο Πρόεδρός μας είναι «καλό παιδί» και συνεπώς δεν αφήνει ο ίδιος τέτοια υπονοούμενα προς τους εταίρους του. Βάζει άλλους να κάνουν αυτή τη δουλειά, σε χαμηλότερο, διπλωματικό επίπεδο. Στο τρίτο ερώτημα, η απάντηση κινείται μεταξύ της φράσης «ιδού η Ρόδος…» και της ιστορίας «του βοσκού του ψεύτη», με την επιλογή να ανήκει στη διακριτική ευχέρεια του Προέδρου μας. Ο οποίος δείχνει να αδυνατεί να αντιληφθεί την εικόνα που αποκτά ένα κράτος, το οποίο επιστρατεύει προειδοποιήσεις για άσκηση βέτο, ενώ κανείς στις Βρυξέλλες δεν πιστεύει ότι θα τις υλοποιήσει. Επί της ουσίας, όπως έγινε τον περασμένο Απρίλιο «άνευ προειδοποιήσεων», έτσι αναμένεται να γίνει και τώρα, «μετά προειδοποιήσεων»: Με βάση τα υφιστάμενα δεδομένα, η Λευκωσία δεν διασφαλίζει «ουσιαστική διασύνδεση» την οποία μπλόκαραν τέσσερα κράτη (Γερμανία, Ολλανδία, Σουηδία, Ιταλία). Και εξασφαλίζει απλώς το χρύσωμα ενός πικρού, όπως αποδεικνύεται χαπιού, με μια αναφορά-καρμπόν των Συμπερασμάτων Απριλίου, που παραπέμπει σε «φραστική συνύπαρξη» ή «χαλαρό συσχετισμό», αλλά όχι σε «ουσιαστική διασύνδεση» Κυπριακού και ευρωτουρκικών σχέσεων. Η αναφορά αυτή, όπως ακριβώς και τον Απρίλιο, υπενθυμίζει την καθοριστική δέσμευση της Τουρκίας στην ευρωτουρκική συνεργασία. Και σημειώνει παρακάτω ότι «η Ευρωπαϊκή Ένωση αποδίδει ιδιαίτερη σημασία στην επανέναρξη και την πρόοδο των συνομιλιών για τη διευθέτηση του ζητήματος της Κύπρου, με στόχο την περαιτέρω ενίσχυση της συνεργασίας Ε.Ε.-Τουρκίας». Χωρίς βεβαίως να έχει αναγάγει το Κυπριακό σε προϋπόθεση για την προώθηση των ευρωτουρκικών σχέσεων, όπως απαιτεί μια «ουσιαστική διασύνδεση». Συνεπώς, η επιτυχία της Λευκωσίας εξαντλείται σε δύο λέξεις: Φύλλο συκής. Το οποίο μπορεί να αποδειχθεί σωτήριο σε επίπεδο εσωτερικής κατανάλωσης, αλλά στις Βρυξέλλες, ένα φύλλο συκής δύσκολα θα καλύψει ένα κράτος, η πολιτική του οποίου κινείται χωρίς ουσιαστική στόχευση, με πατερίτσες προειδοποιητικών βολών και πυροτεχνημάτων.