Του Παύλου Ξανθούλη
Όταν ο ποιητής Walt Whitman έγραφε το 1865 το γνωστό ποίημα «O captain! Μy captain» είχε υπόψη του τον Αβραάμ Λίνκολν, θεωρώντας τον δολοφονηθέντα πρόεδρο των ΗΠΑ ως τον «τιμονιέρη» και το αμερικανικό κράτος ως το καράβι, που αγκυροβόλησε σώο και αβλαβές στα χέρια του Λίνκολν. Και όταν το 1989, ο Robin Williams πρωταγωνιστούσε στην εξαιρετική ταινία «Ο κύκλος των χαμένων ποιητών» (Dead Poets Society), ενσαρκώνοντας έναν καθηγητή, είχε ως επιδίωξη μέσα από αυτό το ποίημα, «O captain! My captain» να διδάξει στους μαθητές του να σκέφτονται έξω από το κουτί και να υπερασπίζονται το σωστό, ανεξαρτήτως του τιμήματος που θα κληθούν να καταβάλουν.
Σίγουρα ούτε ο ποιητής, αλλά ούτε και o ηθοποιός είχαν υπόψη τους την πολιτική πραγματικότητα της Κύπρου. Και την άνεση με την οποία ο ηγέτης του μεγαλύτερου κυπριακού πολιτικού κόμματος μπορεί να βαπτίζει κάποιον «αποστάτη» ή/και «Ιούδα» και να εκρήγνυται εναντίον του, διαμηνύοντας ότι οι προτάσεις του «αποστάτη» είναι εκτός του πλαισίου αρχών και αξιών του ΔΗΣΥ. Ενώ μερικές μέρες αργότερα να σφιχταγκαλιάζει τον μέχρι πρότινος καλούμενο «αποστάτη», να του υπόσχεται στήριξη και να τον αποκαλεί και «τιμονιέρη», σε μια κυπριακού πολιτικού επίπεδου εκτέλεση, του ποιήματος τού Walt Whitman που μας άφησε όλους άναυδους.
Και βεβαίως το ζήτημα εδώ δεν είναι κατά πόσον ο Νίκος Χριστοδουλίδης είναι «τιμονιέρης», κάτι που θα κριθεί αναλόγως της πορείας του καραβιού, το οποίο ακόμη δεν έχει αναλάβει. Αλλά το πόσο «τιμονιέρης» είναι ο πρόεδρος του ΔΗΣΥ, του μεγαλύτερου πολιτικού σχήματος της Κύπρου, ο οποίος μέσα σε μια εβδομάδα κατέγραψε δύο βαρύτατες πολιτικές ήττες και μία μεγαλύτερη, κατά την άποψή μου, πολιτική κωλοτούμπα. Οι ευθύνες βεβαίως του Αβέρωφ Νεοφύτου είναι τεράστιες αλλά και οι αντίστοιχες ευθύνες των περισσοτέρων εκ των συνεργατών του δεν είναι αμελητέες. Όπως η περίπτωση του υποψηφίου προέδρου του κόμματος Δημήτρη Δημητρίου, ο οποίος δεν περιλαμβάνεται σε αυτούς που αποθάρρυναν τον Αβέρωφ Νεοφύτου, ζητώντας του να κάνει δεύτερες σκέψεις για τις προεδρικές εκλογές, αλλά ούτε καν επεχείρησε να κάνει αυτοκριτική μετά την ήττα που υπέστη η συναγερμική παράταξη, στη συνεδρία του διευρυμένου Πολιτικού Γραφείου.
Σε κάθε περίπτωση, ο Αβέρωφ Νεοφύτου επέμεινε να είναι υποψήφιος, έχοντας στα χέρια του μετρήσεις που τον έδειχναν να ξεκινά με αφετηρία 6%. Και όταν το περασμένο καλοκαίρι, ως επίσης και τον Σεπτέμβριο, τον επισκέφθηκαν, όπως πληροφορούμαστε, οι Κωνσταντίνος Πετρίδης, Πέτρος Δημητρίου και Γιάννης Καρούσος για να του εισηγηθούν να κάνει δεύτερες σκέψεις και να αποφασισθεί η στήριξη άλλου προσώπου, εκλέξιμου, κατόπιν μετρήσεων, ο Αβέρωφ Νεοφύτου συνέχισε να επιμένει στη δική του υποψηφιότητα.
Και αφού έσυρε τη συναγερμική παράταξη σε μια εκλογική μάχη, την οποία όλοι γνώριζαν, ότι δεν μπορούσε να κερδίσει, εν μέσω της ανοχής πλείστων εκ των συνεργατών του, ο κ. Νεοφύτου έχασε. Και αφού έχασε, στη συνέχεια συμφώνησε με τον Ν. Αναστασιάδη όπως ο ΔΗΣΥ πορευτεί στον δεύτερο γύρο με ψήφο κατά συνείδηση. Αλλά ο ίδιος ο «τιμονιέρης» του ΔΗΣΥ και πάλι εν μέσω της ανοχής των περισσότερων συνεργατών του και βουλευτών, παρεξέκλινε της εν λόγω αποφασισμένης «πορείας» και έδωσε δημοσίως άλλη κατεύθυνση στο δικό του καράβι, υπέρ του Ανδρέα Μαυρογιάννη, και εναντίον του Νίκου Χριστοδουλίδη. Γιατί όπως είπε, είχε άποψη και δεν θα έριχνε λευκό. Και γιατί όπως μας εξήγησε, «τους ήρωες μπορεί να τους ξεχάσει η ιστορία, τους προδότες ποτέ».
Και έχασε για δεύτερη φορά ο κ. Νεοφύτου, καθώς 7 στους 10 συναγερμικούς δεν ακολούθησαν τη δημόσια προτροπή του. Ο εκλεκτός του στον δεύτερο γύρο, Ανδρέας Μαυρογιάννης, δεν τα κατάφερε. Ο Νίκος Χριστοδουλίδης κέρδισε και έτσι φτάσαμε στην πολιτική κωλοτούμπα του «τιμονιέρη» του ΔΗΣΥ. Στις αγκαλιές, τα φιλιά και τις υποσχέσεις που μοίρασε ο Αβέρωφ Νεοφύτου χωρίς φειδώ στον μέχρι πρότινος καλούμενο «αποστάτη». Είναι προφανές ότι οι επιλογές του «τιμονιέρη» του ΔΗΣΥ τόσο στον πρώτο γύρο, όσο και στον δεύτερο, αλλά και τώρα, ενόψει των εσωκομματικών εκλογών στην ηγεσία της συναγερμικής παράταξης, δεν λαμβάνουν υπόψη το «καράβι» του Walt Whitman. Αλλά, αποκλειστικά και μόνον την καρέκλα, η οποία δεν ήταν μέρος του ποιήματος του Αμερικανού δημοσιογράφου και ποιητή.