Του Γιώργου Κακούρη
Γράφω για την επέτειο μια εβδομάδα μετά το Φεστιβάλ των Παθών της κυπριακή τραγωδίας, σε μια προσπάθεια ίσως να αποφύγω τον πειρασμό και το ένστικτο να στήσω σαν lego, το ένα πάνω στο άλλο, τις ίδιες λέξεις, εκφράσεις και επιχειρήματα για το Κυπριακό.
Την περασμένη Δευτέρα εγκαινιάστηκε στη Μόνιμη Αντιπροσωπεία της Κύπρου στην Ε.Ε. μια προσεγμένη, χαμηλών τόνων έκθεση για τα 50 χρόνια από την εισβολή. Ασπρόμαυρες φωτογραφίες, εικόνες που έχουν μπει στο συλλογικό ασυνείδητο, αλλά συνειδητά τις ανασύρουμε μόνο μια φορά τον χρόνο. Οι Κύπριοι των Βρυξελλών βρέθηκαν, τα είπαν, άκουσαν την σύντομη ομιλία του υπουργού Εξωτερικών, και δεν έγιναν οι συνηθισμένες εκδηλώσεις, ούτε ακούστηκαν πένθιμα εμβατήρια. Θύμιζε κάπως ένα μνημόσυνο, χρόνια μετά την κηδεία, εξίσου ανάμνηση για τον νεκρό και αφορμή για τους ζωντανούς.
Η φετινή επετειακή προσέγγιση, με κάποιες πιο σύγχρονες πινελιές όπως το λογότυπο της κυβέρνησης (ένα κλαδί ελιάς με τις λέξεις «Φτάνει. Yeter. Enough») ή το συμμετοχικό έργο τέχνης «Νήματα», φάνηκε να αποκρυσταλλώνει και να απογυμνώνει όλα όσα συνθέτουν τον μακροχρόνιο, την αμηχανία των πολλών και την υποκρισία ορισμένων.
Από το Κυπριακό δεν φαίνεται να έχουν μείνει πολλά εκτός από την κηδεία του προβλήματος που ξέραμε, με τις επετειακές εκδηλώσεις να είναι μια μορφή ψυχοθεραπείας. Μακριά από τις Βρυξέλλες, στην εκκλησία του Αγίου Παντελεήμονα στην Μακεδονίτισσα, στην εκκλησία απέναντι από τον Τύμβο όπου γίνονται οι κηδείες των αγνοούμενων που πλέον μαθαίνουμε να αποδεχόμαστε πως είναι οι σκοτωμένοι του 1963-‘74, γινόταν την Παρασκευή το ετήσιο πανηγύρι του Αγίου Παντελεήμονα. Και συνυπήρχαν στο ίδιο σκηνικό η ζωή με την κηδεία, ένα μεγάλο πανό «Δεν Ξεχνώ», και ο Αρχιεπίσκοπος Γεώργιος που έφτασε με τις καμπάνες να χτυπούν.
Την ίδια εβδομάδα κυκλοφόρησαν και τρεις διαδοχικές συνεντεύξεις του προέδρου της Δημοκρατίας, σε τρία κανάλια (Alpha, ANT1, ΡΙΚ), όπου επανέλαβε αρκετές φορές τα talking points που ήθελε, προσαρμοσμένα ανά ακροατήριο, για το λάθος του μακροχρόνιου και μια επικριτική διάθεση απέναντι σε 50 χρόνια Κυπριακού, καταθέτοντας τη θέση πως η χώρα πρέπει να προχωρήσει και πως η λύση μπορεί να είναι βιώσιμη αν και όχι απαραίτητα «δίκαιη» (προσθέτοντας πως δίκαια θα ήταν μόνο η επιστροφή στην προ του 1974 κατάσταση, χωρίς να διευκρινίζει αν σε αυτή μετρά και τους αυτοσχεδιασμούς του Μακαρίου και τους θύλακες).
Πενήντα χρόνια μετά αλλάζουμε για πρώτη φορά το πώς βλέπουμε το Κυπριακό –είναι πλέον για πολλούς που δεν έζησαν την ανεξαρτησία, τον εμφύλιο Ελληνοκυπρίων και Τουρκοκυπρίων, και την τουρκική εισβολή, ένα περισσότερο ιστορικό και λιγότερο προσωπικό γεγονός.
Είμαστε σε ένα σημείο καμπής όπου το ατέρμονο μνημόσυνο μπορεί να γίνει κάτι άλλο. Μπορεί να γίνει αναστοχασμός επί της ιστορίας και των συνθηκών που μας έφεραν στον ένα δρόμο αντί σε έναν άλλον, και τι μας λένε όλα αυτά για τις διαχρονικές τάσεις και συνθήκες. Μπορεί όμως να γίνει και ακόμα ένα γυαλιστερό προϊόν, με τις εφημερίδες να διαφημίζουν ως δώρο έναν χάρτη για την εισβολή σε «χαρτί πολυτελείας» και την τηλεόραση να δημιουργεί σαπουνόπερες με επίφαση (έστω και με ειλικρινή πρόθεση) την εισβολή.
Το έργο «Νήματα» που πραγματοποιήθηκε με στήριξη του υφυπουργείου Πολιτισμού και του CYENS ήταν μια νέα προσέγγιση στην ιστορική μας εμπειρία, μια αποτύπωση των δρόμων του εκτοπισμού που στον χάρτη μπορούν να έχουν κατεύθυνση από τον βορρά στον νότο, αλλά και από τον νότο στον βορρά. Ήταν ένα παράδειγμα του ότι μπορούμε να μιλήσουμε για την ιστορική μας συνθήκη με άλλες λέξεις, και άλλα εργαλεία.
Μετά την κηδεία η ζωή συνεχίζεται. Ίσως τα πενήντα χρόνια να ήταν η περίοδος που χρειαστήκαμε για να καταλαγιάσουμε, και να δούμε με καθαρό μυαλό και τιθασευμένα συναισθήματα τι πρέπει να κάνουμε.
Πρώτη πράξη, αν αυτά που έλεγε ο πρόεδρος της Δημοκρατίας στις συνεντεύξεις του προαναγγέλλουν εξελίξεις και αποφασιστικότητα του ιδίου να φτάσει μέχρι τέλους: πλήρης, ειλικρινής, χωρίς οδύνες και δράματα ενημέρωση για το πώς θα προσαρμοστούμε στη μορφή λύσης την οποία λέμε πως επιδιώκουμε.
Όχι όταν και αν υπάρξουν οι εξελίξεις. Τώρα. Η επέτειος πέρασε, οι κηδείες τελειώνουν.