Του Γιώργου Κακούρη
«Τι θα έπρεπε να κάνει η κυβέρνηση και δεν το έκανε;» Κ. Κούσιος, 8 Οκτωβρίου 2020… Μπαίνοντας στα εν μέρει ανοιχτά –πλέον– και ταυτόχρονα ακόμα περίκλειστα Βαρώσια, δεν μπορεί το μυαλό να επεξεργαστεί το ότι «περπατά» μέσα σε έναν ολόκληρο άγνωστο κόσμο, που σήμερα αποσυντίθεται. Γιατί δεν επεξεργάζεται μια ουσιαστικά νέα εμπειρία, αλλά το σήκωμα της κουρτίνας. Αυτό που αποσυντίθεται γύρω του, είναι το Κυπριακό.
Την περασμένη Κυριακή βρέθηκα για πρώτη φορά μέσα στο Βαρώσι. Οι σχεδιασμοί για άνοιγμα, η αδιαφορία της κυβέρνησης, η ασφαλτόστρωση, οι πρώτοι τουρίστες, οι μπανάλ φαντασιώσεις του Τατάρ και οι δικαιολογίες των Αναστασιάδηδων, ήταν ιστορίες που είχα παρακολουθήσει εξ αποστάσεως. Όταν πρωτοβρέθηκα στα όρια των Βαρωσίων, χρόνια πριν, όταν κόχλαζαν οι διεργασίες για τη διάνοιξη του οδοφράγματος στη Δερύνεια, ένιωθα πως η ιστορία ανασαίνει και περιμένει τους Κύπριους για να ξανανθίσει. Δεν ήξερα, πηγαίνοντας στο Βαρώσι σήμερα, αν ήθελα να χωνέψω τη διαπίστωση πως όλα κρέμονται από αποφάσεις που θα πάρουν απαθείς, λογιστάκοι και δικηγοράκοι χωρίς φαντασία που ακόμα πολιτεύονται στο Κυπριακό με κλισέ της δεκαετίας του 1980, ένας αδίστακτος δικτάτορας από μια τρίτη χώρα και οι χρήσιμοι ηλίθιοι που τον υπακούν στα κατεχόμενα.
Χάρηκα μόνο που δεν βίωσα τα χαλάσματα με οδηγούς που ήξεραν την πόλη, με φίλους και συγγενείς που έχουν τη δική τους ιστορία να βγάλουν: «Τούτο εν του τάδε», «δαμέ εμίνησκε τούτη η οικογένεια», «το κατάστημα δαμέ ήταν το μόνο που έφερνε τζείνο το πράμα».
Χωρίς το νεκαλιητό των χαμένων ευκαιριών και των αναμνήσεων, χωρίς την ατελείωτη μικροχειρουργικη πάνω στο ποιος έφταιξε, φταίει ή θα φταίει, μένει μόνο η ησυχία, τα άδεια, σχεδόν ζωντανά κτίρια. Ένα ξεχόρτισμα και ένα χέρι μπογιά μακριά από το να γίνουν από παρελθόν, μέλλον. Ακούγονταν μόνο οι κουβέντες των λίγων τουριστών, τουρκόφωνων, ελληνόφωνων και άλλων. Και τα χελιδόνια να γεμίζουν τον ουρανό.
Ο καθένας από εμάς πρέπει να περάσει από το Βαρώσι, να αφήσει να ποκάτσει τη σκόνη που άφησε το Κυπριακό μέσα μας για χρόνια και δεκαετίες, να καθαρίσει το μυαλό του για να φιλτράρει από το συναίσθημα συμπεράσματα και πρακτικές εισηγήσεις. Πρώτοι πρέπει να βρεθούν στο Βαρώσι οι πολιτεύτριες και οι πολιτευτές, για να καταλάβουν πως δεν είναι χρήσιμοι αν δεν ξεφύγουν από το business as usual.
Λίγο μετά την Αμμόχωστο, στον δρόμο προς τον Απόστολο Ανδρέα, βρίσκεται το Τρίκωμο. Είχε βαφτιστεί κάποτε Yeni Iskele, ή Νέα Σκάλα, όχι «προκλητικά», αλλά γιατί εκεί κατέληξαν Τ/κ εκτοπισμένοι από τη Λάρνακα. Για κάθε Ταξί Κερύνεια και σουβλατζίδικο Κυθραία στη μια πλευρά, υπάρχει και ένα Μίνι Μάρκετ Λάρνακα στην άλλη.
Το Τρίκωμο γίνεται σήμερα γιγαντωμένη αντανάκλαση της χαζής, ανόητης ανάπτυξης στην οποία επιδόθηκε η ε/κ πλευρά τις προηγούμενες δεκαετίες. Με άλλα μεγέθη, με λεφτά Τούρκων developers και πελάτες από το Ιράν και το Ισραήλ. «Εκτρώματα», όπως τα χαρακτήρισε ο βουλευτής Νίκος Κέττηρος μετά που είδε το ρεπορτάζ των Χατιτζέ Κέρλο και Ιάκωβου Ιακώβου στην εκπομπή «Alpha Ενημέρωση» την Τετάρτη. Λες και η φτήνια είναι αποκλειστικό μας προνόμιο.
Εκεί βρισκόταν και ο Πέτρος Καρεκλάς της Επιτροπής Κατεχόμενων Δήμων, ο οποίος αντέδρασε όταν ο Ιάκωβος ανέφερε ότι θα πρέπει οι πολιτικοί να λένε την αλήθεια για το τι συμβαίνει και για την προοπτική επιστροφής. Το μόνο που είχε να πει ο κ. Καρεκλάς ήταν πως είναι σημαντικό να διατηρείται η ελπίδα. Έτσι γενικά και αόριστα. Με μόνη πρόταση το θκιακόνημα προς την κυβέρνηση να δώσει χρήματα στους πρόσφυγες για να μην πουλούν τις περιουσίες τους, εκλιπαρώντας για «πατσιαρίσματα» αντί για λύσεις.
Το Βαρώσι προχθές, το Τρίκωμο σήμερα, η Μόρφου πριν από μερικά χρόνια, η Κερύνεια εδώ και χρόνια θυμίζουν πως και λύση να υπάρξει, δεν θα είναι αυτή την οποία δεν παλέψαμε να εξασφαλίσουμε, όταν υπήρχαν ευκαιρίες. Όσοι λένε πως είναι εφικτή η επιστροφή στο Κραν Μοντανά από εκεί που μείναμε, ή είναι υπεραισιόδοξοι ή λένε ψέματα. Πλέον, αν επιστρέψουμε στο τραπέζι, η ε/κ πλευρά θα πάρει πολύ λιγότερα στο εδαφικό/ περιουσιακό, αλλά ως «αντάλλαγμα» θα δώσει λιγότερα στη διακυβέρνηση. Γιατί η έγνοια των πολιτικών του νησιού δεν είναι να μοιραστούμε διακυβέρνηση. Αλλά να πάρουμε ο ένας από τον άλλον.
Για να επιστρέψουμε στο Κραν Μοντανά χρειάζεται τεράστια κινητοποίηση, πολιτική ικανότητα και ριζοσπαστικές κινήσεις. Αντ’ αυτού βλέπουμε ροκάνισμα του χρόνου και συμβατικά βήματα προς το blame game. Η λογική «έδαφος έναντι διακυβέρνησης», «νέου ρεαλισμού» και χαλαρής ομοσπονδίας, είναι αυτά που ανθίζουν με την πάροδο του χρόνου, ενώ το Βαρώσι γκρεμίζεται. Σε όλο το πιο πάνω σκηνικό, είμαστε συνένοχοι όλοι, από τους πολίτες που αδιαφορούν μέχρι τους οργανωμένους πρόσφυγες που προτιμούν όμορφα λόγια και καριέρες αντί ρήξης. Και το Βαρώσι ακόμα περιμένει.