Του Γιώργου Κακούρη
Επτά χρόνια μετά το Κραν Μοντανά, ενάμιση χρόνο μετά την εκλογή του Ερσίν Τατάρ στην τ/κ ηγεσία και έναν ολόκληρο χρόνο πριν από την ανανέωση της ε/κ ηγεσίας, αξίζει να μιλάμε για το Κυπριακό;
Η Ευρώπη και ο κόσμος βρίσκονται σε αναταραχή, η ακραία τ/κ ηγεσία είναι χωμένη στο αδιέξοδο όνειρο των δύο κρατών, η Τουρκία είναι σε ρευστή πολιτική κατάσταση λόγω των εκλογών που θα μπορούσαν να φέρουν τη μετά Ερντογάν εποχή. Η κυπριακή κυβέρνηση παραμένει ανύπαρκτη στο Κυπριακό με αφορμή αλλά άλλοθι την απουσία συνομιλητή, παρουσιάζοντας ΜΟΕ από άλλες εποχές για να περάσει ο χρόνος με όσο το δυνατόν λιγότερες απώλειες.
Η συζήτηση όμως είναι σήμερα πιο επίκαιρη από ποτέ. Είναι ακριβώς σε αυτές τις περιόδους απραξίας του Κυπριακού, μετά από μια μεγάλη υποχώρηση των προοπτικών, που διαμορφώνονται οι συνθήκες για την επόμενη προσπάθεια. Αυτό δεν σημαίνει απαραίτητα επιστροφή στην προηγούμενη διαδικασία, ούτε όμως και την αποκλείει. Αν και, πλέον, ακόμα και η διατήρηση των μέχρι το 2017 κεκτημένων θα χρειαστεί μάχη για να επιτευχθεί. Οι υποψήφιοι και οι φερέλπιδες υποψήφιοι ίσως θεωρούν πως το Κυπριακό δεν θα πουλήσει στον προεκλογικό, ειδικά από τη στιγμή που έχουν ως ιδανικό άλλοθι την ύπαρξη του Ερσίν Τατάρ. Όμως ένας από αυτούς, ή κάποιος άλλος ή άλλη, θα κληθεί τον Μάρτιο του 2023 να διαχειριστεί το Κυπριακό όχι ως business as usual, αλλά το κλείσιμο του Κυπριακού όπως το ξέραμε, είτε με εφαρμογή κάποιας παραλλαγής των όσων συζητάμε μέχρι σήμερα, είτε με την οριστική είσοδο σε μια περίοδο αστάθειας, ανασφάλειας και ανταγωνισμού με την άλλη πλευρά.
Οι επικρατέστεροι υποψήφιοι Πρόεδροι και τα κόμματα θα έπρεπε λοιπόν να έχουν από τώρα στρατηγική για την επόμενη ημέρα της νίκης. Αλλά οι μέχρι στιγμής δημόσιες θέσεις και τοποθετήσεις δεν είναι ενθαρρυντικές. Από τη μία, κανείς δεν ξέρει τι πιστεύει και πώς θα κινηθεί σε περίπτωση εκλογής του ο Νίκος Χριστοδουλίδης. Θα είναι συνεχιστής της κυβέρνησης Αναστασιάδη πριν από το 2016, όταν επιτυγχάνονταν αποτελεσματικές συγκλίσεις και βελτιώσεις σε ζητήματα που απασχολούν την ε/κ πλευρά από την εποχή του Σχεδίου Ανάν; Ή συνεχιστής της κυβέρνησης Αναστασιάδη μετά το 2016, όταν ο Πρόεδρος σπαταλούσε τον χρόνο όλων μας και τον πολιτικό χρόνο τού Μουσταφά Ακιντζί, τον οποίο και ο επίσημος ΔΗΣΥ θεωρούσε ως τον καλύτερο δυνατό Τ/κ συνομιλητή;
Από την άλλη, την πλευρά του επίσημου ΔΗΣΥ, ο Αβέρωφ Νεοφύτου, παρότι υποψήφιος με τη βούλα του μεγαλύτερου κόμματος, καταφέρνει να έρχεται δεύτερος στις δημοσκοπήσεις απέναντι σε έναν υποψήφιο, ο οποίος δεν έχει ανακοινώσει επίσημα και δεν έχει καταθέσει ακόμα θέσεις. Ούτε ο κ. Νεοφύτου έχει ξεκαθαρίσει ποιον Αναστασιάδη θέλει να διαδεχθεί, και δεν έχει δώσει συγκεκριμένα δείγματα γραφής πέρα από τις εύκολες δηλώσεις για στήριξη στη λύση ΔΔΟ.
Η αντιπολίτευση παραμένει απούσα γενικά και αναλώνεται δημόσια σε εσωστρεφείς διαπραγματεύσεις για την επιλογή υποψηφίου, διαπραγματεύσεις που έχουν μετατραπεί σε ένα μίνι Κυπριακό. Και εκεί, το κατά πόσο το Κυπριακό παίζει κάποιον ρόλο στις συζητήσεις παραμένει άγνωστο, όμως δύσκολα θα περίμενε κανείς το ΔΗΚΟ, και σύντομα την ΕΔΕΚ, να φέρουν φρέσκες ιδέες, ή ιδέες που να διαφοροποιούνται από και πολύ από τις θέσεις του Γιώργου Κολοκασίδη.
Η προοπτική στήριξης στον Αχιλλέα Δημητριάδη από το ΑΚΕΛ παραμένει όπως φαίνεται ανοιχτή, και ο συγκεκριμένος υποψήφιος είναι ο μόνος που επιχειρεί να διαφοροποιηθεί όσον αφορά το Κυπριακό με πιο προχωρημένες ιδέες, όπως απευθείας εμπλοκή της Ε.Ε. στη διαδικασία και δημιουργία Επιτροπής Αλήθειας για τα εγκλήματα πολέμου των δικοινοτικών ταραχών της δεκαετίας του 1960 και της τουρκικής εισβολής. Ωστόσο, δεν υπάρχει σήμερα περιθώριο συζήτησης για το αν πρόκειται για εφικτές ή ρεαλιστικές προτάσεις, συζήτηση που δεν θα ανοίξει όσο δεν ξεκαθαρίζει το τοπίο των υποψηφιοτήτων.
Η ε/κ πολιτική τάξη έχει συνηθίσει να διαχειρίζεται το Κυπριακό με τσιτάτα και ομιλίες εκ του ασφαλούς, για εσωτερική κατανάλωση. Είναι υποστηρικτής, μπορούμε να πούμε, «του όποιου Κυπριακού». Και είναι τραγικό πως αυτοί που θέλουν να ανελιχθούν στην ηγεσία δεν νιώθουν καμία πίεση να αλλάξουν συμπεριφορά.