Του Γιώργου Κακούρη
Την περασμένη εβδομάδα στις Βρυξέλλες, οι εκπρόσωποι των κρατών μελών της Ε.Ε., και μετά οι ηγέτες τους, έπαιζαν παιχνίδια με τις λέξεις –που ακούγονται πολύ γνώριμα σε όσους έχουν ασχοληθεί με το Κυπριακό και το βυζαντινό πλέγμα των εννοιών και των μεταφράσεών τους.
Τι θα ζητούσε η Ε.Ε. από τις αντιμαχόμενες πλευρές; «Ανθρωπιστική παύση» ή «παύσεις»; Στην ουσία συμφωνούσαν για την ανάγκη να μπορέσει να μπει στη Λωρίδα της Γάζας ανθρωπιστική βοήθεια για τους άμαχους πολίτες. Από εκεί και πέρα όμως ξεκινούσε ο πόλεμος των ερμηνειών. Βοήθεια σε μια περιοχή που πολιορκείται για χρόνια από το Ισραήλ ή που πολιορκείται τώρα μετά την τρομοκρατική επίθεση της Χαμάς; Βοήθεια για πολίτες που είναι θύματα της τρομοκρατίας και του φονταμενταλισμού της Χαμάς ή της ακροδεξιάς κυβέρνησης του Ισραήλ ή και των δύο; Και η παύση, ή παύσεις, θα ήταν παύσεις σε τι; Στα τρομοκρατικά χτυπήματα της Χαμάς; Στα αντίποινα του Ισραήλ;
Η διαφορά που προκύπτει από αυτό το ένα γράμμα (pause ή pauses) αφορούσε το κατά πόσο η Ε.Ε. θα μιλούσε για κάποιου είδους εκεχειρία (παύση) ή για μια συνεχή κατάσταση με τις πλευρές να αποδέχονται πως πρέπει να επιτρέπουν την ανθρωπιστική στήριξη στους αμάχους σε συνεχή βάση και σε διαδοχικές στιγμές (παύσεις).
Μέχρι την ώρα που γραφόταν η στήλη –την Πέμπτη το βράδυ– το λεκτικό φαινόταν να αποκρυσταλλώνεται σε «ανθρωπιστικούς διαδρόμους και παύσεις». Είναι κρίμα που η Ε.Ε. δεν καταφέρνει να έχει μια ισχυρή ενιαία φωνή που να μπορεί να ζητήσει εκεχειρία, χωρίς όρους και προϋποθέσεις. Γιατί η Χαμάς μπορεί να ξεκίνησε τον πόλεμο, όμως το Ισραήλ ως ο ισχυρότερος αντιμαχόμενος μπορεί να δείξει υπευθυνότητα και να προστατεύσει τους άμαχους.
Σε αυτό το πλαίσιο, το γεγονός πως η Κύπρος έβαλε στο τραπέζι μια ιδέα για θαλάσσιο ανθρωπιστικό διάδρομο, που σε πρώτη ανάγνωση φαίνεται να βγαίνει από το ασφυκτικό πλαίσιο της χρήσης ενός και μόνο περάσματος, αυτού της Ράφα, μπορεί να θεωρηθεί θετική. Δεδομένου πως θα προωθηθεί αποτελεσματικά με τα εμπλεκόμενα μέρη ώστε να γίνει πραγματικότητα.
Ναι, η Ε.Ε. πρέπει να στρέψει την προσοχή της πιο αποτελεσματικά προς τη Μέση Ανατολή, και ειδικά τώρα (αλλά και μακροπρόθεσμα) στη σταθεροποίηση της σχέσης Ισραήλ και Παλαιστινίων με στόχο να σωθεί, αν σώζεται, η λύση δύο κρατών.
Μόνο που η συζήτηση για τη λύση δύο κρατών, τη στιγμή που εδώ και χρόνια το Ισραήλ επιτρέπει και ενθαρρύνει τον αποικισμό της Δυτικής Όχθης, και τη στιγμή που η Γάζα έχει αφεθεί έρμαιο των ισλαμιστών, θυμίζει τη συζήτηση για «επιστροφή των συνομιλιών από εκεί που έμειναν στο Κραν Μοντανά» τη στιγμή που η Τουρκία μιλά για δύο κράτη, τους Τουρκοκύπριους εκπροσωπεί ένας πρόθυμος συνεργάτης άλλης χώρας, και η ε/κ πλευρά λειτουργεί σαν να βρίσκεται ακόμα σε άλλες εποχές και όχι με την αίσθηση του επείγοντος. Αν η Ε.Ε. στρέψει την προσοχή της προς τη διένεξη Ισραήλ - Παλαιστινίων θα πρέπει να το κάνει με ισχυρή και αυστηρή ειλικρίνεια προς τα μέρη με τα οποία έχει σχέσεις. Και προς την ανύπαρκτη Παλαιστινιακή Αρχή, η οποία μετά από χρόνια διαφθοράς καταφέρνει σήμερα να είναι εκτός θέματος, και προς το Ισραήλ, το οποίο πρέπει να πάρει απόφαση πως η πιο βιώσιμη λύση είναι ένα μέλλον στο οποίο και το Ισραήλ και η Παλαιστίνη είναι ανεξάρτητα δημοκρατικά κράτη.
Δεν θα είναι εύκολο για τις χώρες της Ε.Ε. να βρουν κοινή γλώσσα για το Ισραήλ και την Παλαιστίνη. Η πρόσληψη του θέματος αυτού περνά μέσα από εμμονές και διαστρεβλώσεις, τουλάχιστον δεκαετιών. Είναι όμως υπαρξιακής σημασίας για την Ε.Ε. να έχει άποψη και λόγο, όταν γειτονικές της περιοχές βυθίζονται στη βία.