Του Γιώργου Κακούρη
Πίσω από το καφενείο Σπιτφάιρ στην Πύλη Πάφου (που θυμόμαστε μόνο λόγω της κόντρας που προκάλεσαν τα έργα αναστήλωσής του το 2020), ξεκινά η οδός Τανζιμάτ. Αν μπορούσες να πας ευθεία μέσω της νεκρής ζώνης, θα την ακολουθούσες στο Αραπαχμέτ, την παλιά αρμένικη γειτονιά. Λίγο μετά, ένα στρίψιμο στα αριστερά βγάζει στην οδό Ζαχρά, τον δρόμο με τα παλιά αρχοντικά στο φόντο των τουριστικών φωτογραφιών από το Λήδρα Πάλας.
Η οδός Ζεχρά ξεκινά από τον προμαχώνα Ρόκκα, αυτόν πάνω από τον κυκλικό κόμβο που ενώνει τις Μάρκου Δράκου, Κινύρα, Πάφου, Αιγύπτου και Μουσείου, τα κτήρια της ΑΗΚ και τον Δημοτικό Κήπο. Περνά πάνω από τα τείχη και το γήπεδο της Τσετίνκαγια, το οποίο η κυπριακή διπλωματία θεώρησε άξιο διαβημάτων και αντιπαραθέσεων με τα Η.Ε., και φτάνει στο κτήριο του σωματείου της Τσετίνκαγια πάνω στον προμαχώνα Μούλα. Στον δρόμο πάνω από την τάφρο απλώνονται σειρά καφέ και εστιατόρια, σε μια περιοχή που παλιά ήταν παραμελημένη και αφημένη, και σήμερα είναι γεμάτη νέους και φοιτητές. Στον κόσμο που ζουν τα πολιτικά κόμματα οι περαστικοί θα μοιάζουν εξωπραγματικοί, όλοι τους, ντόπιοι Κύπριοι, φοιτητές από την Τουρκία, ή φοιτητές από άλλες χώρες. Αν περάσει κάποιος βουλευτής με καριέρα στην καταγγελία, θα καταγράψει στο δεφτέρι του σφετεριστές, εποίκους και μετανάστες. Όμως, ο κόσμος εκεί δεν διαφέρει από όσους γεμίζουν τα καφέ στη Σταυρού, στην Έγκωμη, στη Λήδρας και στη Μουσών.
Πέρα από τα προβεβλημένα παραδείγματα προκλητικής ανάπτυξης και κατοχικών τετελεσμένων, τα οποία αξιοποιούμε ως ευκαιρία για τσιτάτα αντί για ανάλυση της κοινωνίας και των καταστάσεων στην «άλλη» απέναντί μας κοινωνία, η ζωή προχωρά και αλλάζει. Τι ξέρει άραγε το κράτος και οι πολιτικοί για το ποια είναι η απέναντι επόμενη γενιά, πέρα από στερεότυπα για «έποικους» (καθαρόαιμους ή ανάμικτους) και για «αλλόθρησκους αλλόγλωσσους σκουρόχρωμους», πολλών εκ των οποίων τα χαρακτηριστικά δεν διαφέρουν από αυτά πολλών Ελληνοκυπρίων;
Σίγουρα γνωρίζουν λιγότερα από όσα γνωρίζουν, επί της ουσίας, για την επόμενη γενιά στις ελεύθερες περιοχές, αυτές που μας εξέπληξαν όταν ψήφισαν τον Φειδία, που δεν γνωρίζουν το Κυπριακό, που την έχει πείσει η τάξη που άρχει πως η πολιτική είναι κάτι βρώμικο που πρέπει να ασκούν μόνο οι γόνοι βουλευτών και οι σπουδαστές και σπουδάστριες λογιστικής και δικηγορίας. Λιγότερα από όσα γνωρίζουν για τους Αφρικανούς, φοιτητές ή εργαζόμενους, αιτητές ασύλου ή Κύπριους που περνούν ένα βράδυ με το αυτοκίνητο από την πλατεία Σολωμού, ακούγοντας στο ραδιόφωνο μουσική και ζώντας ένα καλοκαιρινό βράδυ όπως κοντά ένα εκατομμύριο άνθρωποι και στις δύο πλευρές της γραμμής. Λιγότερα από όσα οι αρχές που χαράσσουν πολιτική για την παιδεία ξέρουν για τους φοιτητές που κυκλοφορούν στην Έγκωμη, εργάζονται ή διαβάζουν στα καφέ.
Το κράτος εξακολουθεί να μη διδάσκει στα παιδιά τα βασικά για την πολιτειακή δομή του κράτους, την ιστορική του εξέλιξη, τα βασικά τού Κυπριακού, ώστε να μπορούν να αποφασίσουν αν οι αποφάσεις που πήραν οι προηγούμενες γενιές ήταν σωστές ή λάθος, έτσι ώστε να πάρουν δικές τους. Δεν τα διδάσκει τι είναι η Ευρωπαϊκή Ένωση, και πολλοί ακούν σε βίντεο του Φειδία πρώτη φορά τι είναι το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο. Δεν παρουσιάζει τα θεμελιώδη για τον συλλογικό μας ψυχισμό εγκλήματα των Ε/κ και Τ/κ ακραίων στον κυπριακό εμφύλιο της δεκαετίας του 1960, στο πραξικόπημα και την τουρκική εισβολή.
Η επέτειος των πενήντα χρόνων ήταν μόνο μια ευκαιρία για να ειπωθούν ξανά τα ίδια, και να γίνουν ξανά τα ίδια μνημόσυνα, οι ίδιες ομαδικές ψυχοθεραπείες. Με καμία πρόταση για την επόμενη ημέρα, πέρα από γενικές αναφορές σε μια ΔΔΟ στην οποία πιστεύουν λίγοι, και σε μια «απελευθέρωση» στην οποία δεν πιστεύει κανείς.
Η επόμενη ημέρα όμως έρχεται, και ήρθε, στην οδό Ζεχρά, στην Έγκωμη, στην Παλλουριώτισσα και το Κιόνελι. Είτε καλή είτε κακή αποδειχθεί, εμείς όλοι των γενιών που δεν είναι πια νέες, δεν είμαστε έτοιμοι να τη διαχειριστούμε.