Του Παύλου Ξανθούλη
Δεν χρειάζεται να γκουγκλάρετε. Η Γκέιλ Ντίβερς (Gail Devers) ήταν η Αμερικανίδα αθλήτρια, η οποία στους Ολυμπιακούς Αγώνες της Βαρκελώνης το 1992, φαινόταν να κάνει κυριολεκτικά περίπατο στον τελικό των 100 μέτρων μετ’ εμποδίων. Ωστόσο, χωρίς την παρέμβαση κανενός, άγγιξε στο τελευταίο εμπόδιο πριν από τον τερματισμό, έχασε την ισορροπία της και έπεσε, με αποτέλεσμα να απωλέσει όχι μόνο τη σίγουρη μέχρι εκείνη τη στιγμή πρωτιά και το χρυσό μετάλλιο, αλλά και να μείνει εκτός βάθρου. Στο νήμα, η Βούλα Πατουλίδου πήρε τη νίκη και μαζί και το χρυσό μετάλλιο, αναφωνώντας το γνωστό «για την Ελλάδα, ρε γαμώτο».
Οι συνειρμοί είναι πολλοί και ξεπερνούν το πεδίο του αθλητισμού, κυρίως ενόψει προεδρικών εκλογών. Σκεφτόμουν, λοιπόν, εάν είναι δυνατόν ο Νίκος Χριστοδουλίδης να καταφέρει να πέσει μόνος του στο τέλος της διαδρομής, στην οποία η διαφορά από τον δεύτερο και τον τρίτο είναι, εδώ και μήνες, 15 περίπου ποσοστιαίες μονάδες, σύμφωνα με όλες σχεδόν τις δημοσκοπήσεις. Δεν λέω, ο κ. Χριστοδουλίδης έκανε τουλάχιστον δύο προσπάθειες να προσεγγίσει το φαινόμενο Γκέιλ Ντίβερς. Και είναι γεγονός ότι θα μπορούσε να είχε την ίδια κατάληξη με την Αμερικανίδα αθλήτρια. Η πρώτη προσπάθεια Χριστοδουλίδη αφορά στην περίπτωση αντιγραφής μέρους της ομιλίας Κασουλίδη, την οποία πίστωσε στον επικοινωνιολόγο του. Η δεύτερη, αφορά στα μηνύματα που είδαν το φως της δημοσιότητας («Πολίτης») και τα οποία, σύμφωνα με τους πολιτικούς του αντιπάλους, θα τον είχαν οδηγήσει σε παραίτηση, εάν ήταν σε άλλη χώρα. Στην Κύπρο, όμως, που βρισκόμαστε, ο Νίκος Χριστοδουλίδης όχι μόνο δεν έπεσε, αλλά οι δημοσκοπήσεις που είδαν το φως της δημοσιότητας τις τελευταίες εβδομάδες δείχνουν τα ποσοστά του, εν πολλοίς, ανέγγιχτα. Κι αν ακόμη θεωρήσουμε ότι ο Νίκος Χριστοδουλίδης επηρεάστηκε, χάνοντας κάπως τον βηματισμό του, οι άλλοι δύο που τον ακολουθούν δεν μπόρεσαν να γίνουν Πατουλίδου και δεν τον έχουν καν πλησιάσει.
Κι αυτό είναι ίσως το μεγάλο πρόβλημα που αντιμετωπίζουν ο Αβέρωφ Νεοφύτου και ο Ανδρέας Μαυρογιάννης. Με τα υφιστάμενα δεδομένα, δεν δείχνουν να έχουν τις πολιτικές δυνατότητες να προσεγγίσουν τον Νίκο Χριστοδουλίδη, παρά τα όποια στραβοπατήματα. Και εδώ είναι που ίσως κάποιος πρέπει να διερωτηθεί. Μήπως ο Αβέρωφ Νεοφύτου και ο Ανδρέας Μαυρογιάννης ήταν τελικά λανθασμένες επιλογές; Δηλαδή, μήπως ο πρόεδρος του ΔΗΣΥ έπρεπε να είχε κάνει άλλες σκέψεις για την υποστήριξη ενός υποψηφίου που θα είχε τη δυνατότητα να κεφαλαιοποιήσει τις ενδεχόμενες αδυναμίες του Νίκου Χριστοδουλίδη; Είναι δυνατόν οι συνεργάτες του κ. Νεοφύτου να μην μπόρεσαν να καταγράψουν ότι στον ίδιο τον κόσμο του ΔΗΣΥ υπάρχει και μια αντι-αβερωφική ψήφος, η οποία δείχνει επί του παρόντος να επικρατεί; Διότι κάποιος θα πρέπει να έχει αναγνωρίσει ότι ο πρόεδρος του ΔΗΣΥ όχι μόνο δεν είναι μια πολυσυλλεκτική επιλογή, αλλά αδυνατεί να συσπειρώσει ακόμη και τον δικό του χώρο. Εκτός κι αν κάποιοι βολεύονται με μια ήττα του Αβέρωφ Νεοφύτου, εποφθαλμιώντας τη «συναγερμική καρέκλα».
Ανάλογα ερωτήματα προκύπτουν και για τον Ανδρέα Μαυρογιάννη. Τι είδε η ηγεσία του ΑΚΕΛ, προκρίνοντας την υποψηφιότητά του; Διότι επικοινωνιακό δεν τον λες και δείχνει αδύναμος να διαχειριστεί τα μείζονα θέματα της οικονομίας. Άλλωστε, εάν ένας υποψήφιος που φιλοδοξεί να γίνει πρόεδρος κράτους δεν είναι σε θέση να διαχωρίσει το δημόσιο έλλειμμα από το δημόσιο χρέος (τηλεμαχία ΡΙΚ), τι να πει κανείς; Αν μάλιστα σε αυτή την αρνητική εξίσωση προστεθούν και οι μέθοδοι των στοχευμένων επιθέσεων της τελευταίας στιγμής, όπως αυτή με την αμφισβήτηση του υπαρκτού διδακτορικού Χριστοδουλίδη (τηλεμαχία Σίγμα), τότε το αποτέλεσμα παραπέμπει σε ανασφάλεια και πολιτική αδυναμία. Ο Στέφανος Στεφάνου, λοιπόν, (όπως και ο Αβέρωφ Νεοφύτου), οδηγήθηκε σε μια επιλογή, η οποία δείχνει να στερείται της δυνατότητας ν’ αξιοποιήσει ακόμη και το φαινόμενο Γκέιλ Ντίβερς. Εκτός κι αν αυτή η επιλογή δεν στόχευε στις προεδρικές εκλογές, αλλά στο ανακάτεμα της τράπουλας στο ΑΚΕΛ, ώστε να τεθεί θέμα ηγεσίας, σε μια διαφαινόμενη με τα σημερινά δεδομένα, ήττα.
Σε κάθε περίπτωση, ακόμη και εάν ο Νίκος Χριστοδουλίδης εμφανίζει τάση φαινομένου Γκέιλ Ντίβερς, οι άλλοι δύο, Αβέρωφ Νεοφύτου και Ανδρέας Μαυρογιάννης, εμφανίζουν εγγενείς αδυναμίες και με βάση τα σημερινά δεδομένα, δεν είναι σε θέση να προσεγγίσουν το «αντίπαλο φαινόμενο». Αυτό της Βούλας Πατουλίδου, η οποία ήξερε ν’ αξιοποιήσει τα δεδομένα της κούρσας και να πέσει στο νήμα, κερδίζοντας μια αναμφισβήτητα μεγάλη νίκη.