Του Παύλου Ξανθούλη
Ο Ύπατος Εκπρόσωπος της Ε.Ε., Γιοσέπ Μπορέλ και η Κομισιόν έχουν εξουσιοδοτηθεί από το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο να υποβάλουν έκθεση «σχετικά με την κατάσταση των σχέσεων Ε.Ε. - Τουρκίας, με βάση τα μέσα και τις επιλογές που έχουν προσδιοριστεί από το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο, και με σκοπό τα επόμενα βήματα να γίνουν με στρατηγικό και μακρόπνοο τρόπο». Η πατρότητα της ιδέας για την υποβολή έκθεσης Μπορέλ - Κομισιόν ανήκει στο Βερολίνο και η Λευκωσία, προσδοκά ότι στο πλαίσιο αυτού του «στρατηγικού και μακρόπνοου σχεδιασμού» των ευρωτουρκικών σχέσεων, θα χωρέσει και το Κυπριακό. Το οποίο Κυπριακό, σύμφωνα με το αφήγημα της Λευκωσίας, θα πρέπει να αποτελέσει προϋπόθεση για τις ευρωπαϊκές φιλοδοξίες της Άγκυρας, είτε αυτές αφορούν στην αναβάθμιση της Τελωνειακής της Ένωσης, είτε στην επανενεργοποίηση του συνόλου της ενταξιακής της διαδικασίας. Αυτή λοιπόν η διασύνδεση που έχει στο μυαλό της η Λευκωσία θα ήταν αναντίλεκτα, ιδανική: Η Τουρκία να υλοποιεί ευρωπαϊκούς στόχους, υπό την προϋπόθεση όχι μόνο της εκπλήρωσης των κυπρογενών της υποχρεώσεων (εφαρμογή Πρωτοκόλλου, εξομάλυνση σχέσεων με Κυπριακή Δημοκρατία), αλλά και αυτής καθεαυτής της επίλυσης του κυπριακού προβλήματος.
Είναι όμως αυτός ο στόχος ή έστω ένας από τους στόχους της έκθεσης που θα υποβάλουν ο Γιοσέπ Μπορέλ; και η Κομισιόν για τον στρατηγικό προσανατολισμό των ευρωτουρκικών σχέσεων, κατά παραγγελία της Γερμανίας; Δηλαδή, το Βερολίνο, η Κομισιόν και ο κ. Μπορέλ, θα επιδιώξουν να δεσμεύσουν την Τουρκία να λύσει το Κυπριακό, με βάση το συμφωνημένο πλαίσιο διζωνικής, δικοινοτικής ομοσπονδίας, επιστρατεύοντας όλα τα εργαλεία που έχουν στη διάθεσή τους, τα οποία θα διασυνδέσουν με την όποια ευρωπαϊκή φιλοδοξία της Τουρκίας, σε μια βήμα με βήμα προσέγγιση;
Αν και μια μονολεκτική απάντηση θα ήταν εύκολη και δόκιμη υπό τις περιστάσεις, ωστόσο για χάρη συζήτησης, ας επιχειρήσουμε να ανατρέξουμε στην προηγούμενη ανάλογη έκθεση που υπέβαλε ο Γιοσέπ Μπορέλ: Το «έγγραφο επιλογών», συνεπεία του «πιλοτικού ανοίγματος 3,5%» της περίκλειστης Αμμοχώστου από την Άγκυρα. Δικαίως, τότε, η κυβέρνηση Αναστασιάδη (με ΥΠΕΞ τον Νίκο Χριστοδουλίδη) ζήτησε κυρώσεις, εις βάρος της ίδιας της Τουρκίας, ως αποτέλεσμα της έναρξης διαδικασίας εποικισμού του Βαρωσιού. Ένας αριθμός όμως κρατών-μελών, περιλαμβανομένων της Γερμανίας, της Ιταλίας, της Ισπανίας και της Ολλανδίας, δεν ήθελαν να ακούσουν τη λέξη «κυρώσεις». Πόσω μάλλον το πάγωμα της «θετικής ατζέντας» της Τουρκίας που εξίσου δικαίως, αλλά και εντελώς άγαρμπα και χωρίς καμιά προετοιμασία, διεκδικούσε η κυπριακή κυβέρνηση.
Την ιδέα των κυρώσεων διέλυσε οριστικά το Βερολίνο, αρνούμενο καν να συζητήσει ένα τέτοιο ενδεχόμενο, παρά την αυταπόδεικτη παραβίαση ψηφισμάτων του Σ.Α. ΟΗΕ από την Τουρκία και την έναρξη διαδικασίας συγκεκαλυμένου εποικισμού στο Βαρώσι. Όλως συμπτωματικώς, μετά το άδειασμα των κυρώσεων από τη Γερμανία, επιστρατεύθηκε και πάλι ο Γιοσέπ Μπορέλ. Και τότε, όπως και σήμερα, με την έγκριση του Βερολίνου, προκειμένου να υποβάλει έκθεση «εγγράφου επιλογών», ως αποτέλεσμα των τουρκικών έκνομων ενεργειών στο Βαρώσι. Όταν όμως παρουσιάστηκε το «έγγραφο επιλογών» του κ. Μπορέλ, αντί για κυρώσεις εις βάρος της Τουρκίας παρέπεμπε σε Μέτρα Οικοδόμησης Εμπιστοσύνης, οδηγώντας σε άτακτη προσαρμογή τη Λευκωσία. Το «έγγραφο επιλογών», προχωρούσε μάλιστα ένα βήμα παραπέρα, εντάσσοντας στα πιθανά ΜΟΕ και τη συνδιαχείριση υδρογονανθράκων, όπως δηλαδή ζητούσαν η Άγκυρα και το ψευδοκράτος.
Σε τελική δε ανάλυση, το «έγγραφο επιλογών» του κ. Μπορέλ, απετέλεσε μπούμερανγκ για τη Λευκωσία, η οποία «βγήκε κουρεμένη» από την προσπάθεια που κατέβαλε, προσδοκώντας να εξασφαλίσει ευρωπαϊκή απόφαση για κυρώσεις σε βάρος της Τουρκίας, για το πιλοτικό άνοιγμα του Βαρωσιού. Σήμερα, η Λευκωσία, επενδύει ξανά στους ίδιους ακριβώς πρωταγωνιστές, προσδοκώντας σε κάτι ευρύτερο από το Βαρώσι: Ότι, θα διασυνδέσουν τις ευρωπαϊκές φιλοδοξίες της Τουρκίας, με την επίλυση του Κυπριακού. Και ότι μάλιστα, με βάση πάντα τις προσδοκίες της Λευκωσίας θα πειθαναγκάσουν την Άγκυρα να συναινέσει σε διευθέτηση του προβλήματος, με βάση το συμφωνημένο πλαίσιο, διζωνικής, δικοινοτικής ομοσπονδίας.
Κάτι που προϋποθέτει είτε κοσμογονικές αλλαγές στη γενικότερη προσέγγιση της Δύσης έναντι της Τουρκίας για «επαναπροσέγγιση σχέσεων», όπως την είδαμε να δρομολογείται στο περιθώριο της Συνόδου του ΝΑΤΟ, στο Βίλνιους. Είτε, πολιτική μετάλλαξη του Γιοσέπ Μπορέλ και του Βερολίνου. Προσδοκίες, οι οποίες ευσεβάστως υποβάλλω, ότι υπό τις περιστάσεις υπερβαίνουν τα όρια του ευσεβοποθισμού και της εικονικής πραγματικότητας. Και αγγίζουν τα όρια της επιστημονικής φαντασίας.