Του Γιώργου Κακούρη
Ξεκινώντας το 2023, στην Κύπρο αντλούμε ακόμα αφηγήματα για το μέλλον της χώρας (ως ενωμένου δυνητικά χώρου) από τους ιδρυτικούς μύθους που μάθαμε στα σχολεία, αυτούς που αφορούν την καταγωγή των ευρύτερων εθνών με τα οποία ταυτίζονται ή νιώθουν εγγύτητα σημαντικός αριθμός ανθρώπων και στις δύο κοινότητες. Στη σύγχρονη ιστορία, το πιο λογικό σημείο εκκίνησης για ένα σύγχρονο αφήγημα είναι η ανεξαρτησία ως η πρώτη φορά όπου μιλάμε για αυτοκυβέρνηση από τους κάτοικους της χώρας για τους κάτοικους της χώρας.
Όμως η ανεξαρτησία, αντί εργαλείο του μέλλοντος και σημείο έναρξης κάτι καινούργιου, ερμηνεύτηκε με τα εργαλεία του παρελθόντος που χρησιμοποιούνταν τότε, στον τότε παρόντα χρόνο. Ερμηνεύτηκε σε αντιπαραβολή με τις ιδέες για τη σύσταση των εθνών που είχαν αναπτυχθεί τους προηγούμενους αιώνες, και που είχαν ως λογικό αποτέλεσμα τη δημιουργία ενός κόσμου τον 20ό αιώνα όπου κάθε εθνικότητα αντιστοιχούσε σε ένα κράτος.
Στις χώρες και περιοχές όπου η περίπλοκη πραγματικότητα δεν ταίριαζε με ευκολία σε αυτό το πλαίσιο αναφοράς και τις ίσιες του γραμμές, η ένταση εκφραζόταν και εκτονωνόταν ως ανταλλαγές πληθυσμών, εγκλήματα πολέμου και εθνοκάθαρση.
Στην Κύπρο, το υπόβαθρο αυτής της ανακολουθίας μεταξύ προσδοκιών και πραγματικοτήτων βρισκόταν στην πεποίθηση των Ελληνοκυπρίων για αδιάλειπτη συνέχεια του ελληνικού στοιχείου στην Κύπρο της οποίας ως φυσική συνέχεια ερμηνεύτηκε η προσχώρηση στο σύγχρονο ελληνικό κράτος (ή μετέπειτα η κυριαρχία της εθνικότητας αυτής στον γεωγραφικό χώρο του νησιού) και στην πεποίθηση των Τουρκοκυπρίων πως το νησί παρέμενε μέρος ή παρακλάδι του τουρκικού έθνους (ή μετέπειτα πως η εθνικότητα αυτή έχει δικαιώματα που πηγάζουν από την ταυτότητά της ακόμα και αν αριθμητικά είναι μικρότερη).
Τα πράγματα βέβαια δεν είναι τόσο απλοϊκά όσο τα παρουσιάζω: υπήρχε και υπάρχει μεγάλη γκάμα προσλήψεων και αντιλήψεων και μεγάλες διαφορές ανάλογα με τις κοινωνικές και οικονομικές συνθήκες ακόμα και σε προσωπικό επίπεδο. Όλα αυτά επηρεάζονταν από τις πολιτικές και κοινωνικές επιρροές από την Ελλάδα και την Τουρκία αλλά και το Ηνωμένο Βασίλειο. Όμως στην καρδιά του πειράματος της ανεξαρτησίας υπάρχει ένας πυρήνας νομικισμού και προσήλωσης στο Σύνταγμα και τον νόμο, ως των αρχών που υπερβαίνουν των εθνικών ταυτοτήτων. Υπάρχει λοιπόν ένας άλλος ιδρυτικός μύθος που κρύβεται στα γεγονότα της περιόδου 1960 - 1963, πριν από τις δικοινοτικές συγκρούσεις (τις οποίες θα μπορούσαμε να δούμε ως εμφύλιο – άλλωστε αφορούσε πολίτες του ίδιου κράτους και κάτοικους της ίδιας χώρας).
Πρόκειται για την ιστορία ενός γεωγραφικού χώρου που στήνει κράτος χωρίς να χρειάζεται ενιαίο έθνος, για να απαντήσει στις ανάγκες και τα τοπικά συμφέροντα ενός νησιού που δεν αποτελεί υποκειμενικό κοινωνικό κατασκεύασμα αλλά έναν απτό ρότσο μες στη θάλασσα, με ανθρώπους πάνω του.
Οι πολιτικές συνθήκες και ανάγκες της κάθε εποχής πάντα αντλούν αφηγήματα από το παρελθόν τα οποία μπορούν να αναπροσαρμόσουν, τραβώντας ευθείες γραμμές μεταξύ διαφορετικών ιστορικών σημείων καμπής και τάσεων, ώστε να δημιουργήσουν από τις ίδιες ψηφίδες που απλώνονται στο χρονολόγιο της κυπριακής ιστορίας ένα άλλο μοτίβο, πιο χρήσιμο στη σημερινή εποχή.
Αυτό το μοτίβο θα ήταν εξίσου ανθρώπινο κατασκεύασμα με αυτά που ξέρουμε. Αλλά αυτή τη φορά θα ήταν συνειδητή και ενεργή επιλογή εργαλείων του παρελθόντος για να χτίσουμε το μέλλον που θέλουμε, και όχι παθητική αποδοχή της πιο εύκολης ερμηνείας.
Αν θέλουμε, μπορούμε να βρούμε στην ιστορία στοιχεία για την ακροβασία της ανεξαρτησίας του νησιού μεταξύ των περιφερειακών δυνάμεων, μεταξύ του ανήκειν σε μεγαλύτερες αυτοκρατορίες και κράτη και της προσπάθειας χάραξης ανεξάρτητου δρόμου με το ρίσκο του μικρομεγαλισμού.
Η μυθολογία διηγείται μια τέτοια προσπάθεια από τον Κινύρα και τα 49 πήλινα πλοία του. Στην καταγεγραμμένη ιστορία μπορούμε να διαβάσουμε με αυτόν τον τρόπο και τις περιπτώσεις του Ισαάκιου Κομνηνού, του Πέτρου Α΄ (πόσοι ξέρουμε ότι το Βασίλειο της Κύπρου επιτέθηκε και κράτησε για κάποιες ημέρες την ίδια την Αλεξάνδρεια;) και φυσικά του Μακαρίου Γ΄.
Αν θέλουμε να ζήσουμε μία μέρα στο μέλλον, είναι καλύτερα να δούμε το ιστορικό της Κύπρου ως αυτόνομου χώρου, με τα ψηλά και τα χαμηλά του σημεία, αντί ως πεδίου συμφερόντων άλλων.