Του Γιώργου Κακούρη
Γράφτηκαν πολλά για την επιλογή του νέου Προέδρου να διορίσει τον Μιχάλη Χατζηγιάννη στη θέση του υφυπουργού Πολιτισμού, και είναι δύσκολο να ξεχωρίσεις τις θεμιτές αντιρρήσεις από τον ελιτισμό, και την κριτική από το μουρμουρκό. Πρέπει να τα ξεχωρίσουμε λοιπόν. Ο διορισμός του κ. Χατζηγιάννη δεν είναι προβληματικός επειδή για κάποιους ενδεχομένως να μην τηρεί «έντεχνα» κριτήρια. Είναι προβληματικός μόνο και μόνο γιατί οι έξι μήνες από τη γέννηση ενός υφυπουργείου με περίπλοκα και ιδιαίτερα θέματα δεν είναι η στιγμή για πειραματισμούς.
Ο κ. Χατζηγιάννης, ακόμα και με τις καλύτερες προθέσεις, ακόμα και να φέρει τις πιο παραγωγικές και δημιουργικές ιδέες θα πρέπει να μάθει πάρα πολλά, πάρα πολύ γρήγορα. Δεν αρκεί το ότι είναι καλλιτέχνης –εδώ δεν ελέγχεται η ποιότητα ή η δημιουργικότητα, δεν ελέγχεται καν η βιωματική εμπειρία του συγκεκριμένου ατόμου στο χώρο σε αντιπαραβολή με τους μουσικούς, εικαστικούς, λογοτέχνες, ανθρώπους του θεάτρου και του σινεμά που δραστηριοποιούνται στην Κύπρο.
Γι’ αυτό η όποια σύγκριση μεταξύ των βιογραφικών των Χατζηγιάννη και Τουμαζή δεν πρέπει να γίνεται, όπως έγινε από πολλούς, για να πούμε πως ο κ. Τούμαζης είναι αναντικατάστατος ή ο κ. Χατζηγιάννης η χειρότερη επιλογή. Αλλά για να τονιστεί η αυξημένη δυσκολία της θέσης τη συγκεκριμένη χρονική στιγμή, και πως δεν ισχύει αυτό που γράφτηκε πως «τουλάχιστον δεν του έδωσε το Οικονομικών ή το Ενέργειας», λες και ο πολιτισμός είναι «εύκολος».
Επιλογές υπήρχαν, από καλλιτέχνες και δημιουργούς με χρόνια εμπλοκής σε ενώσεις καλλιτεχνών, τεχνοκράτες από τις πρώην Πολιτιστικές Υπηρεσίες ή το υφυπουργείο Πολιτισμού, οι οποίοι απλώς θα καλούνταν να συνεχίσουν τη δουλειά που ξεκίνησαν, ακόμα και παραγωγούς και σκηνοθέτες στην τηλεόραση που παράγουν δημοφιλές έργο παρά τους περιορισμούς του κυπριακού πλαισίου. Το πρόβλημα δεν είναι ο ίδιος ο κ. Χατζηγιάννης, ο οποίος δεν αποκλείεται να τα καταφέρει, αλλά το ότι φαίνεται να έγινε μια επιφανειακή επιλογή.
Το φάουλ του νέου ΠτΔ καταγράφεται, αλλά πλέον δεν υπάρχει λόγος καλλιέργειας τοξικότητας. Τα αστεία των πρώτων ημερών με τους στίχους Χατζηγιάννη δεν έχουν κάτι άλλο να προσθέσουν. Ο Μιχάλης Χατζηγιάννης έμαθε από την αρχή πόσο δύσκολη είναι η πολιτική, πόσο πικραμένοι και καχύποπτοι μετά από χρόνια εγκατάλειψης από το κράτος είναι οι καλλιτέχνες, και τώρα μπορεί με ταπεινότητα και ανοιχτό μυαλό να προσεγγίσει το καθήκον του μαθαίνοντας, αφήνοντας τον μηχανισμό που στήθηκε να λειτουργήσει, και ζητώντας καθοδήγηση από ανθρώπους του πολιτισμού που εμπιστεύεται.
Λόγω όμως του ότι κυριάρχησε το θέμα Χατζηγιάννη στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, ίσως ξεχάσαμε να κοιτάξουμε με προσοχή και αντίστοιχη ένταση τις άλλες επιλογές. Όπως αυτή του Μάκη Κεραυνού, του πρώην υπουργού που ανέλαβε θέση στην Ελληνική Τράπεζα αμέσως μετά τη θητεία του, που εκφράζει περίεργες απόψεις στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης και που, σύμφωνα με ρεπορτάζ συναδέλφων που εμπιστεύομαι παραπάνω από τις διαψεύσεις του Μαρίνου Σιζόπουλου, επέστρεψε από το κρύο, όταν ο επικεφαλής όσης έμεινε από την ΕΔΕΚ αντέδρασε στην επιλογή του Τάσου Γιασεμίδη, ενός τεχνοκράτη του οποίου η επάρκεια αναγνωρίζεται από όλους.
Ή όπως την απόρριψη της Αναστασίας Παπαδοπούλου, μιας νομικού η αξία της οποίας αναγνωρίζεται και από τον πιο εμπαθή πολέμιο του ΔΗΚΟ, μετά από βέτο του Μάριου Καρογιάν. Τα φάουλ δεν πρέπει πάντως να γίνονται αφορμή για μηδενισμό των επιλογών αρκετών άλλων επιλογών που δεν έδωσαν μέχρι στιγμής λόγους καχυποψίας, αν και δεν αντικατοπτρίζουν πάντα τα ψηλά κριτήρια που είχε θέσει ο ΠτΔ προεκλογικά.
Στους νέους υπουργούς δίνεται, ναι, πίστωση χρόνου, κατά το γνωστό κλισέ. Όμως για τον ίδιο τον Πρόεδρο, το τεστ έχει ξεκινήσει. Ένα από τα πρώτα σχόλια που άκουσα από πολιτικό ήταν πως ο κ. Χριστοδουλίδης δεν έπρεπε να σηκώσει τόσο ψηλά τον πήχη. Διαφωνώ. Ο Πρόεδρος καλά έκανε και σήκωσε ψηλά τον πήχη, γιατί αυτό θέλει ο κόσμος που τον ψήφισε και έκανε τη διαφορά, και αυτό χρειάζεται η χώρα. Κακώς όμως δεν πέρασε από πάνω. Ας ελπίσουμε πως θα μαθαίνει από τα λάθη του, τα οποία θα συνεχίσει να κάνει γιατί τα λάθη είναι ανθρώπινα. Άλλωστε, όπως έμαθε αιφνιδίως και ο κ. Χατζηγιάννης (και επιτρέψτε μου ένα τελευταίο παιχνίδι με τους στίχους) είναι επικίνδυνα εδώ.