ΚΛΕΙΣΙΜΟ
Loading...
 

Η φυλακή

Του Γιάννη Ιωάννου

Του Γιάννη Ιωάννου

Στην αργκό της φυλακής ο «φούντος» σημαίνει το πέταγμα, από τον εξωτερικό χώρο προς το προαύλιο της τελευταίας, αντικειμένων που δεν θα μπορούσαν να εισαχθούν, διά της νόμιμης οδού. Ένα μαχαίρι, ναρκωτικές ουσίες, χρειώδη, ακόμη και πυροβόλα, κάποτε, όπλα. Ο «φούντος» τείνει να εκλείψει στις μέρες μας μιας και οι φυλακές, σε όλα τα κράτη, σχεδιάζονται και χτίζονται ώστε μεταξύ του προαύλιου χώρου και της περιοχής που γειτνιάζει με το σωφρονιστικό κατάστημα, έχουν αυξηθεί τόσο οι δυνατότητες αστυνόμευσης όσο και οι λεγόμενες «νεκρές ζώνες» προκειμένου, όσο ψηλό κι αν είναι το σύρμα ή τα τείχη της φυλακής να αποθαρρύνεται η απόδραση.

Η φράση ωστόσο για κάτι «που πάει για φούντο», στη νέα ελληνική, είναι από αυτές που ο κόσμος των εγκλείστων δάνεισε στον έξω κόσμο, ακριβώς για να περιγράψει τον τρόπο με τον οποίο ρισκάρεις να θυσιάσεις κάτι, μη γνωρίζοντας, όπως στην περίπτωση της ρίψης ενός πολύτιμου αντικειμένου εντός της φυλακής, αν τελικά θα φτάσει στον προορισμό του. Ή για να περιγράψει, πιο παραστατικά, την πτώση ενός αντικειμένου, όχι με τη φυσική έννοια της κίνησης αλλά με την έννοια της παρακμής. Της φθοράς δηλαδή σε οικονομικό, πολιτικό ή κοινωνικό επίπεδο.

Ο τρόπος με τον οποίο στη δημόσια σφαίρα της κυπριακής κοινωνίας παρακολουθούμε το τελευταίο διάστημα τις εξελίξεις στις κεντρικές φυλακές θυμίζει, αυτή την πρακτική. Και δεν είναι μόνο το τι συμβαίνει, πώς προκύπτει και πώς το θέμα τυγχάνει κάλυψης από τα ίδια τα ΜΜΕ και τους άμεσα εμπλεκόμενους στο επίπεδο των προσλήψεων ή του ποια πλευρά έχει δίκιο αλλά το ίδιο το αποτέλεσμα που μας προκύπτει: Την παραδοχή πως υπάρχουν προβλήματα: Διαφθοράς, τοξικοεξάρτησης, σύνδεσης του οργανωμένου εγκλήματος μεταξύ του «έξω» και του «μέσα» κόσμου, όταν μιλάμε για τον εγκλεισμό στις φυλακές. Δεδομένου ότι στην Κύπρο τόσο οι φυλακές όσο και το οργανωμένο έγκλημα έχουν, διαχρονικά, συγκεκριμένα ποιοτικά χαρακτηριστικά όπως και ιστορικές πραγματικότητες. Σε μια κοινωνία μάλιστα που λόγω μεγέθους και συγκεκριμένων συνθηκών, η εγκληματικότητα δεν ανθεί σε επίπεδο σοβαρών εγκλημάτων (ανθρωποκτονιών) όπως σε άλλα κράτη της Ε.Ε. και που οι συνθήκες, εκεί έξω, είναι σχετικά ασφαλείς για τον μέσο πολίτη.

Επειδή οι φυλακές, ο τρόπος διαβίωσης των κρατουμένων και εν γένει το σωφρονιστικό σύστημα είναι ο καθρέπτης για το πού βρίσκεται ένα κράτος σε επίπεδο ωρίμανσης, δημοκρατίας και εσωτερικής ανάπτυξης καλό είναι να θυμόμαστε πως στην περίπτωση της Κύπρου, ιδίως τα τελευταία χρόνια, οι κεντρικές φυλακές ήρθαν στο προσκήνιο της επικαιρότητας για όλους τους λάθος λόγους. Σήμερα, που επανέρχονται, κανείς δεν συζητάει για τον ίδιο τον θεσμό και τη φιλοσοφία πίσω από το τι φυλακή επιδιώκεις αλλά το ζήτημα στρέφεται πέριξ των προσώπων που πρωταγωνιστούν, στη λογική που μας διακατέχει στην Κύπρο όλα να στρέφονται γύρω από τα πρόσωπα, να ανάγονται σε προσωπικό επίπεδο και ελάχιστοι να υπενθυμίζουν πως τους θεσμούς του κράτους τους υπηρετείς. Σημαντικότερο από το πρόσωπο είναι ο θεσμός. Πόσο υγιής, λειτουργικός κι αποτελεσματικός είναι. Και προφανώς στην περίπτωση των κεντρικών φυλακών δεν μπορείς να έχεις συνθήκες κάτεργων αλλά ούτε κι απόλυτη ελευθερία για το τι υπάρχει μέσα, όπως π.χ. τα κινητά τηλέφωνα. Αλλά εκείνη τη χρυσή τομή που θα σου επιτρέπει την ισορροπία ανάμεσα στις καλές συνθήκες διαβίωσης και σωφρονισμού των εγκλείστων, χωρίς αυτοκτονίες, αλλά και τον περιορισμό της δράσης του οργανωμένου εγκλήματος μέσα από τις δομές της ίδιας της φυλακής. Στην Κύπρο, μια κοινωνία που δεν φημίζεται για τους φημισμένους της φονιάδες, τους ικανότατους διαρρήκτες της και τους βαρόνους των ναρκωτικών που περνούν τα μικρά μας, νησιωτικά, σύνορα (αλλά έχει πολλούς και φημισμένους απατεώνες κάθε είδους οικονομικού εγκλήματος ή πολιτικής διαφθοράς) οφείλουμε να κατανοήσουμε πως τα εγκλήματα του ποινικού δικαίου δεν θα εξαλειφθούν, ωστόσο οφείλουμε ως κοινωνία να τα περιορίσουμε και ακόμη σπουδαιότερα να καταπολεμήσουμε τα αίτιά τους, που συχνά συνδέονται και με τις συνθήκες της φτώχειας ή της κοινωνικής ανισότητας. Η φυλακή συνεπώς αποτελεί αυτό που, από τη γέννησή της στην ανθρώπινη ιστορία, είναι: Ένα εργαλείο. Που πρέπει να σωφρονίζει αλλά που σε καμιά περίπτωση δεν πρέπει να μας κάνει –μαζί με τα παραφερνάλιά της– να ντρεπόμαστε ως πολίτες. Και που για να την κατανοήσει κανείς δεν πρέπει να δει μόνο το άσπρο ή το μαύρο της. Αλλά πολλές αποχρώσεις, ενδιάμεσα, στις οποίες βρίσκονται και οι ευκαιρίες για την ενδυνάμωση του θεσμού πίσω από αυτή.

ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ

Άλλα άρθρα συγγραφέα

Του Γιάννη Ιωάννου

Γιάννης Ιωάννου: Τελευταία Ενημέρωση