Του Γιάννη Ιωάννου
Ο τρόπος με τον οποίο διεξάγεται ο προεκλογικός για τις διπλές εκλογές του Ιουνίου (ευρωεκλογές – δημοτικές), στο επίπεδο του πολιτικού λόγου στην Κύπρο εμφανίζει, φέτος, μια προφανή αμηχανία. Το βλέπει κανείς οριζόντια τόσο σε επίπεδο ρητορικής όσο και σε σχέση με επιμέρους ζητήματα, στην πολιτική ατζέντα, όπως το Μεταναστευτικό και η συζήτηση για την άνοδο του ΕΛΑΜ –και αν τελικά θα κατορθώσει να σκαρφαλώσει στην τρίτη θέση, ρίχνοντας το ΔΗΚΟ στην τέταρτη.
Η αμηχανία μεταξύ των πολιτικών που παραμένουν ενεργοί στο κυπριακό πολιτικό σύστημα στο να προσπαθούν να στοιχειοθετήσουν επιχειρήματα, να αντιπαρατεθούν και να παραμείνουν –με κάποιο τρόπο– πολιτικά συνεπείς, δείχνει να περιλαμβάνει σχεδόν πάντα ένα επίπεδο μετριότητας. Εμφανώς διακριτό σε επίπεδο λόγου, γνωσιακής επικοινωνίας, δημόσιων τοποθετήσεων στα ΜΚΔ και του τρόπου με τον οποίο –ιδίως η νεότερη γενιά– λαϊκίζουν. Αρκεί κανείς, απλώς συμπεριφορικά, να παρατηρήσει είτε τις παρεμβάσεις τους σε ενημερωτικές εκπομπές, είτε ακόμη και τον τρόπο που στην πλατφόρμα του Χ τοποθετούνται τα likes τους σε αναρτήσεις.
Στο ραδιόφωνο, ιδίως, όταν είναι πρωί και ο άλλος δεν έχει εμπεδώσει ακόμη τον πρωινό του καφέ και δυσκολεύεται να απαντήσει σε μια ερώτηση που ο δημοσιογράφος προσπαθεί –τίμια– να τον στριμώξει, μια διαχρονική φράση που ακούει κανείς συχνά από τους Κύπριους πολιτικούς, ανεξαρτήτως φύλου, είναι το εκνευριστικό «κοιτάξετε». Ως ένα επίρρημα το οποίο θα κάνει τη συνδετική γέφυρα με την εμφανή αμηχανία τού να μην απαντηθεί μια ερώτηση ή με την έπαρση τής –συχνά ασυνείδητης– ανακολουθίας. Συχνά αναρωτιέμαι αν το επίπεδο και η ποιότητα του πολιτικού προσωπικού στη χώρα –οριζοντίως μάλιστα– αποτελεί όντως αποτέλεσμα του διαρθρωμένου πολιτικού μας συστήματος, της δεξαμενής ανθρώπων που επιλέγουν να ασχολούνται ενεργά με την πολιτική, ή ενός δομικού αιτίου που πρέπει να αναζητηθεί περαιτέρω (π.χ. το σύστημα της παιδείας μας, η επαγγελματική κουλτούρα στην Κύπρο ή το επίπεδο του λειτουργικού γραμματισμού ή της ενσυναίσθησης σε επίπεδο ανθρώπινης συμπεριφοράς). Επιπλέον, συχνά οι πολιτικοί μας –ξανά οριζοντίως, και σε μεγάλο βαθμό– δεν είναι σε θέση να συζητήσουν ένα πολιτικό ζήτημα με την ειλικρινή παραδοχή πως δεν γνωρίζουν όλες τις πτυχές του θέματος και με τη γλωσσική εκφραστικά προσαρμογή του «θα εκτιμούσα» ή «έχω την αίσθηση», έναντι μιας απολυτότητας και αυτοπεποίθησης που δεν τεκμαίρεται γνωσιακά ή σε επίπεδο fact checking.
H αμηχανία αυτής της μετριότητας ωστόσο –κάπως κυνικά– είναι και απίστευτα διασκεδαστική αν παρακολουθείς διαχρονικά την πολιτική σκηνή στην Κύπρο, συγκεκριμένα την πολιτική ανάπτυξη ορισμένων προσώπων, ζητήματα συνέπειας και ανακολουθίας και αν, τέλος πάντων, έχεις κάποιο χιούμορ. Πραγματικά θα άξιζε κανείς, κάποτε, σκηνοθετικά να καταγράψει σε βίντεο με τεχνική stop-motion τον τρόπο με τον οποίο εκφράζονται, όταν νευριάζουν, όταν προσπαθούν να δείξουν (αλλά δεν) πως έχουν χιούμορ ή πώς ανεβάζουν τόνους στο παραδοσιακά συντηρητικό πολιτικά ορθό συγκείμενο που επικαθορίζει τους κανόνες της πολιτικής ευπρέπειας στην Κύπρο. Και τη μη λεκτική επικοινωνία τους –η οποία ξεκινά από εμφανή σημεία αναπτυξιακής μετριότητας και καταλήγει σε αυτή την, στα όρια του κριντζ, αμηχανία.
Μείνανε λίγες μόλις ημέρες μέχρι τις διπλές εκλογές. Μετά, για σχεδόν δύο χρόνια, δεν θα υπάρχει ιδιαίτερα έντονος προεκλογικός όπως τον βιώνουμε τους τελευταίους μήνες, και θα ηρεμήσουμε κάπως. Ωστόσο, δυστυχώς ο κυρίαρχος κανόνας είναι πως μέχρι τότε το συνολικό πρόσημο του πολιτικού μας προσωπικού –σε όλα τα επίπεδα– θα παραμένει μέτριο. Με αυτή τη μετριότητα όχι μόνο να συνηθίζεται από όλους μας, αλλά να γίνεται, επίσης κάπως αμήχανα, αποδεκτή ως κυρίαρχη νόρμα.
Twitter: @JohnPikpas