Σπεύδουν τώρα αλαφιασμένοι οι συνάδελφοι των καναλιών να συνεισφέρουν τη δημοσιογραφική τους «δεινότητα» στην αποκάλυψη του σκανδάλου της Μονής Αββακούμ, προκειμένου να «σωθούν» οι «αφελείς» πιστοί (όπως τους αποκαλούν νυχθημερόν) από αυτή την κατάφωρη εκμετάλλευση του θρησκευτικού τους συναισθήματος. Στα μεγάλα κανάλια (βλέπε Άλφα, Αντέννα, Σίγμα,) ξεκινούν μάλιστα από το πρωί να μιλούν για το θέμα με την αρμόζουσα σοβαροφάνεια, ώστε να χτυπήσουν την παθογένεια στη ρίζα της και να ρίξουν «άπλετο» φως σε αυτή την κατασκότεινη ιστορία. Και πραγματικά είναι να απορεί κανείς! Οι κύριοι συνάδελφοι δεν έχουν καθόλου συναίσθηση της ευθύνης που οι ίδιοι ή τα κανάλια στα οποία εργάζονται φέρουν στη δημιουργία πρόσφορου εδάφους για την ταχύτερη καρποφορία του εν λόγω σκανδάλου; Δεν αισθάνονται καμία ανάγκη να απολογηθούν, όταν μέσα από τις εκπομπές τους έστηναν αγιογραφίες των εν λόγω ιερωμένων διαφημίζοντας χωρίς καμία στοιχειώδη δημοσιογραφική έρευνα τα «θαύματα» της Μονής, παίρνοντας στον λαιμό τους απλό κόσμο με κίνδυνο μέχρι και την υγεία του; Δεν αντιλαμβάνονται την επικινδυνότητα της ανευθυνότητάς τους; Και έρχονται τώρα να παριστάνουν τους άμοιρους ευθυνών, νίπτοντας τα χείρας τους; Πέραν των όσων πρέπει να συμβούν και να λεχθούν ώστε να αποκατασταθεί η ηθική και νομική τάξη, είναι η στιγμή να μιλήσουμε και για την ευθύνη που φέρουν τα ΜΜΕ και δη συγκεκριμένα τηλεοπτικά κανάλια στη συντήρηση της θρησκοληψίας και στην καθήλωση της κοινωνίας στο επίπεδο της «ιερής παντόφλας».
Να δαχτυλοδείξουμε τον ρόλο που διαδραμάτισαν στην ψυχική και οικονομική ζημιά που έχουν υποστεί άνθρωποι που έκαναν το λάθος να παρακολουθούν εκπομπές στις οποίες χωρίς κανένα ηθικό φραγμό προωθούσαν θρησκευτικά fake news, βγάζοντας μάλιστα στην οθόνη αριθμούς τραπεζικών λογαριασμών για συνεισφορές. Γίνομαι πιο συγκεκριμένη: Είναι μετά από συγκεκριμένη εκπομπή του Άλφα, με αφιέρωμα στην εν λόγω Μονή, που άρχισε να συρρέει πλήθος κόσμου στο Φτερικούδι για να τύχει «θαύματος», και μετά, βέβαια, στον χορό μπήκαν και άλλες εκπομπές που μυρίστηκαν νούμερα τηλεθέασης (βλέπε Σίγμα και Αντέννα), οι οποίες με την ίδια ελαφρότητα -και υποθέτω σκοπιμότητα- συνέβαλαν στην αναπαραγωγή των εν λόγω θαυμάτων, αδιαφορώντας αν στην «παγίδα» τους θα γκρεμοτσακίζονταν απλοί άνθρωποι. Και σήμερα οι ίδιοι συνάδελφοι περπατούν ανάλαφρα στην αντίπερα όχθη χωρίς την ευθιξία να αναγνωρίσουν την ευθύνη τους, έχοντας το θράσος να ζητούν από ανθρώπους οι οποίοι υποδείκνυαν από την πρώτη στιγμή (και όχι κατόπιν εορτής) την κατά συρροή εξαπάτηση, να μιλήσουν στις εκπομπές τους, διαγράφοντας το γεγονός πως και αυτές προώθησαν αυτή την εξαπάτηση.
Αν θέλουμε να ασκούμε δημοσιογραφία και όχι «δημοσιογραφία», τότε οφείλουμε να θέσουμε επειγόντως ερωτήσεις σχετικά με την ευθύνη που φέρουν τα ΜΜΕ στην ενίσχυση αυτού το σκανδάλου, και να ψάξουμε για προθέσεις και κίνητρα. Οφείλουμε να υπενθυμίσουμε πόσο επικίνδυνη είναι η «δημοσιογραφία» που παραβλέπει την ηθική της αποστολή προκειμένου να αυξήσει την τηλεθέαση ή να ακολουθήσει οδηγίες καναλαρχών ή άλλων παραγόντων που έχουν κάποιο συμφέρον να προβάλλονται «πράγματα και θαύματα». Και αν οι πολιτικοί μας δεν έχουν την τόλμη –που είναι ολοφάνερο πως δεν την έχουν– να τα βάλουν με τα «ιερά και τα όσια», ώστε να προστατέψουν τον κόσμο από τον κάθε απατεώνα ρασοφόρο, είναι ακόμα ένας λόγος που η δημοσιογραφία οφείλει να διατηρήσει τη σοβαρότητα και την τόλμη της για να ξεμπροστιάζει πολιτικούς και ιερωμένους και οποιονδήποτε επιχειρεί εν ονόματι της πίστης ή άλλων «εν ονόματι», να εξυπηρετήσει το ναρκισσισμό και την απληστία του.
Με άλλα λόγια, οφείλουμε ως δημοσιογράφοι να ερευνούμε τι λέμε και τι γράφουμε, και κυρίως ποιους προβάλλουμε. Και έχουμε καθήκον να ανοίξουμε επιτέλους την ψαλίδα, δίνοντας χώρο σε φωνές με κριτική σκέψη και άποψη, ώστε να σπρώξουμε την κοινωνία να ανοίξει μάτια και μυαλό και να δει τα πράγματα αλλιώς, για να διαχωρίσει επιτέλους την πίστη από τη θρησκοληψία, και την πνευματικότητα από τη χειραγώγηση.