Μα τι συμβαίνει σ’ αυτό τον δύσμοιρο τόπο; Απέμεινε κανείς να αρθρώσει έναν στιβαρό πολιτικό λόγο που να μην «όζει» μικροπολιτικών κινήτρων, να μην άγεται και να φέρεται από τις «καιρικές συνθήκες» και να μην ωθεί την τοξικότητα στα άκρα, ή πολλά ζητώ; Είναι πραγματικά απορίας άξιον. Στ’ αλήθεια δεν αντιλαμβάνονται κυβερνώντες και αντιπολιτευόμενοι ότι στα μάτια ενός σκεπτόμενου πολίτη μοιάζουν άπαντες να πελαγοδρομούν σε πλήρη σύγχυση για το ποια κατεύθυνση να ακολουθήσουν προκειμένου να πείσουν πως έχουν κάτι χρήσιμο να πουν; Και πως όντως επιδιώκουν να ψηλώσουν έστω και λίγο τον πήχη του δημόσιου διαλόγου μπας και δούμε άσπρη μέρα;
Ας γίνω όμως πιο συγκεκριμένη. Συμβαίνει η υπόθεση με τον θάνατο του 24χρονου Πακιστανού, η οποία αναμφισβήτητα προκαλεί σωρεία εύλογων ερωτημάτων που χρήζουν απαντήσεων από την Αστυνομία, η οποία όντως δεν διανύει την καλύτερή της εποχή. Αυτό ωστόσο δεν αναιρεί την ευθύνη των αντιπολιτευόμενων κομμάτων να παραμείνουν σοβαροί στις επικρίσεις τους, ώστε να απαιτήσουν αυτές τις απαντήσεις χωρίς όμως να εξαπολύουν λαϊκίστικους αφορισμούς και εκ του προχείρου «ετυμηγορίες». Είναι π.χ. δυνατόν να βγαίνει το ΑΚΕΛ και σε επίσημη ανακοίνωσή του να γράφει πως «είναι πέρα για πέρα προφανές ότι στήθηκε από το εσωτερικό της Αστυνομίας επιχείρηση κουκουλώματος της υπόθεσης»; Τι σημαίνει είναι «πέρα για πέρα προφανές»; Σημαίνει πως δεν χωρεί καμία αμφιβολία ότι αυτό συνέβη. Και τι είναι το ΑΚΕΛ; Δικαστικό σώμα που έβγαλε στο πι και φι και με συνοπτικές μάλιστα διαδικασίες την ετυμηγορία; Και είναι αυτή στάση σοβαρού πολιτικού κόμματος που θέλει να παριστάνει πως είναι πιο αξιόπιστο από το ήδη κλονισμένης αξιοπιστίας αστυνομικό σώμα; Διότι το «πέρα για πέρα προφανές κουκούλωμα» αδυνατεί να στοιχειοθετήσει σοβαρή πολιτική θέση και παραμένει απλώς μια ακόμα αβασάνιστη κουβέντα του καφενέ (διαδικτυακού και μη).
Πώς είναι δυνατόν να μην την αντιλαμβάνονται ως τέτοια (κουβέντα του καφενέ), πολιτικοί που θέλουν τάχα μου να επαναπροσδιοριστούν και να εξέλθουν από το καζάνι στο οποίο τους έχει τοποθετήσει ο κόσμος ως ισάξιους φταίχτες του εμπαιγμού της νοημοσύνης του; Και σαν να μην έφτανε αυτό, προκύπτει μετά και η υπόθεση με τις οφειλές των «σωματείων» όπου εκεί το ολίσθημα διαπράχθηκε από τους κυβερνώντες και δη τον Πρόεδρο (χωρίς βέβαια αυτό να σημαίνει πως τα κόμματα στάθηκαν στο ύψος των περιστάσεων, τουναντίον). Ακόμα κι αν δεχτούμε ότι ο υπουργός Εργασίας κακώς ονομάτισε τον ΑΠΟΕΛ, με τίποτα δεν δικαιολογείται η φραστική επίθεση που δέχτηκε τόσο από τη διοίκηση του σωματείου όσο και τους «οργανωμένους οπαδούς», οι οποίοι έφτασαν στο σημείο να «απειλήσουν» τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας πως «αυτή είναι η πρώτη και η τελευταία του θητεία». Και αντί να βγει με πυγμή ο Πρόεδρος και να απαντήσει στον κάθε ένα που θεωρεί ότι μπορεί να ποδοσφαιροποιεί την πολιτική με απειλές και εκφοβισμούς, προτίμησε να αδειάσει τον υπουργό του, προκειμένου να κατευνάσει τους πολυπληθείς θυμωμένους οπαδούς του εν λόγω «σωματείου», το οποίο –και εδώ είναι η ουσία– τόσο αυτό όσο και τα υπόλοιπα «σωματεία», εκείνο που πρωτίστως οφείλουν είναι να εξηγήσουν στον κάθε φορολογούμενο πολίτη για ποιο λόγο θεωρούν εαυτούς προνομιούχους απέναντι στον νόμο. Εκείνο λοιπόν που όφειλε να κάνει ένας πολιτικός ήταν να υπερασπιστεί την αξιοπρέπεια τη δική του και του κάθε πολίτη και όχι να αφήνει την εντύπωση ότι «καλοπιάνει» τους «οργανωμένους οπαδούς», οι οποίοι θεωρούν πως «ανεβάζουν και κατεβάζουν κυβερνήσεις» όποτε γουστάρουν, μιλώντας σε μια γλώσσα που μόνο κατάπτωση αρχών και αξιών καταδεικνύει. Αν κάτι λοιπόν περιμένει ο σκεπτόμενος πολίτης από έναν πολιτικό σήμερα είναι να έχει αυτός το πολιτικό ανάστημα και το ήθος να τολμά να θέτει όρια σε αυτούς που εξακολουθούν ξεδιάντροπα να υποβιβάζουν τον πολιτικό λόγο σε επίπεδα μάππας και διαδικτυακών καφενείων. Έτσι είναι που αλλάζουν τα πράγματα και όχι με «καλοπιάσματα» ή «ετυμηγορίες».