Ηταν καλοκαίρι όταν συναντηθήκαμε και ήταν έναν περίπου χρόνο μετά το ξέσπασμα της πανδημίας. Είχε έρθει για λίγες μέρες στην Κύπρο και της ζήτησα συνέντευξη, γιατί μου φαινόταν αδιανόητο –όπως και ήταν– ότι μόλις διορίστηκε επίτροπος Υγείας και Ασφάλειας Τροφίμων της Ε.Ε. βρέθηκε αντιμέτωπη με τέτοια πρωτόγνωρη συνθήκη, την οποία έπρεπε μάλιστα να διαχειριστεί σε ένα εντελώς διαφορετικό επίπεδο πολιτικών αποφάσεων και ισορροπιών που προϋπέθετε ακόνισμα ικανοτήτων σε πολλά επίπεδα. Η κα Στέλλα Κυριακίδου βρέθηκε ξαφνικά και απότομα στο επίκεντρο της διαχείρισης μιας πρωτοφανούς κρίσης, όπου ενώ ακόμα δεν την ήξερε κανείς, εκείνη έπρεπε να συνομιλεί με 27 υπουργούς Υγείας, με τις μεγάλες φαρμακευτικές εταιρείες, με τον Ευρωπαϊκό Οργανισμό Φαρμάκων, με τις αρμόδιες υπηρεσίες της Επιτροπής, με τους επιδημιολόγους και ένα σωρό άλλους φορείς, ψάχνοντας μηχανισμούς αντιμετώπισης και τρόπους σκέψης έξω από το κουτί, δεδομένης της απουσίας οποιωνδήποτε «προτύπων». Με πιο απλά λόγια, η κα Κυριακίδου μόλις πάτησε το πόδι της στην Κομισιόν κλήθηκε να ανεβεί ένα τεράστιο βουνό, το οποίο ελάχιστοι από τους σύγχρονους τουλάχιστον πολιτικούς μας –και αυτό το λέω χωρίς ενδοιασμούς– θα είχαν την ικανότητα και το σθένος να το ανεβούν με τη μεθοδικότητα, την ψυχραιμία, την ενσυναίσθηση και το πολιτικό ήθος που η ίδια επέδειξε. Όταν τη συνάντησα εκείνο το απόγευμα στο σπίτι της και παρότι ήταν ακόμα πολύ νωρίς, με την πανδημία να βρίσκεται στο απόγειό της, τη ρώτησα, θυμάμαι, πώς θα ήθελε να κλείσει τη θητεία της. «Θέλω να κοιτάξω πίσω και να πω ότι έκανα το καλύτερο που μπορούσα», μου είπε. «Το χαρτοφυλάκιό μου», συμπλήρωσε, «περιλαμβάνει σειρά άλλων σημαντικών θεμάτων, όπως την αντιμετώπιση του καρκίνου, την ασφάλεια των τροφίμων, την ευημερία των ζώων κ.ά. και κλείνοντας τη θητεία μου θα ήθελα να έχω βάλει και εγώ το δικό μου λιθαράκι για να κάνω τη διαφορά σε όλα αυτά τα θέματα για την Ευρώπη». Και ερχόμαστε στο τώρα. Η θητεία της έχει τελειώσει και περίπου πριν από μία βδομάδα επέστρεψε στην Κύπρο κουβαλώντας μαζί της εκτός από πολύτιμες εμπειρίες, την εκτίμηση και τον σεβασμό αξιωματούχων υγείας, εμπειρογνωμόνων και άλλων Ευρωπαίων πολιτικών που επαίνεσαν το έργο της. Το θαυμαστικό, ωστόσο, στον επίλογο της θητείας της το πρόσθεσε το Politico, το οποίο αξιολογώντας την απερχόμενη Ευρωπαϊκή Επιτροπή, βαθμολόγησε με άριστα μόνο πέντε επιτρόπους και μία από αυτούς είναι η κα Κυριακίδου. Και σε μια εποχή όπως αυτή που διανύουμε, όπου η πολιτική συρρικνώνεται καθημερινά στις διαστάσεις της ινσταγκραμικής εικόνας και το πολιτικό βάθος σκέψης εξαντλείται στους ελάχιστους χαρακτήρες του Χ, η εν λόγω αξιολόγηση είναι κάτι περισσότερο από αξιοσημείωτη. Είναι μια υπενθύμιση για την ποιότητα που πρέπει να διαθέτει ο πολιτικός που εκπροσωπεί τη χώρα μας στην Ε.Ε. και όπου αλλού, προκειμένου να μας είναι ουσιαστικά χρήσιμος. «Η κα Κυριακίδου προώθησε περισσότερες πολιτικές στον τομέα της υγείας», γράφει το Politico, «από οποιονδήποτε άλλο προκάτοχό της. Σε αυτές περιλαμβάνονται η νέα νομοθεσία για την αξιολόγηση φαρμάκων, η χρηματοδότηση της ρυθμιστικής αρχής για τα φάρμακα, η ενοποίηση δεδομένων υγείας της Ε.Ε. καθώς και η έναρξη μιας μεγάλης αναθεώρησης των φαρμακευτικών κανόνων. Επίσης, ηγήθηκε γρήγορων αναθεωρήσεων των κανόνων που διέπουν τα φάρμακα και τους οργανισμούς ασθενειών εν μέσω της πανδημίας του Covid και ηγήθηκε πρωτοβουλιών για την ψυχική υγεία και τον καρκίνο». Για όλους αυτούς τους λόγους που καταγράφει το Politico, αλλά και γενικά για τον τρόπο με τον οποίο η κα Κυριακίδου πολιτεύτηκε στην Ε.Ε., εστιάζοντας στην ουσία και όχι στην εικόνα, στο αληθινό πρόσωπο της πολιτικής και όχι στο προσωπείο της, στην πραγματική πραγματικότητα και όχι στην εικονική, οφείλουμε να προβληματιστούμε για το πού βρίσκεται πλέον ο πήχης των δικών μας πολιτικών κριτηρίων ώστε πολιτικοί όπως την κα Κυριακίδου να αποτελούν εξαίρεση στον κανόνα και όχι τον ίδιο τον κανόνα.