Της Μαρίνας Οικονομίδου
«Έλα να σου γνωρίσω τη δική μας Έλενα Ράπτη» έλεγε πριν από 20 περίπου χρόνια ο Σπύρος Βούγιας στον δημοσιογράφο Γιώργο Παπαχρήστο, όταν η Εύα Καϊλή έκανε την είσοδό της στην πολιτική σκηνή της Ελλάδας με το ΠΑΣΟΚ. «Μου σύστησε ένα δροσερό, χαμογελαστό, κατάξανθο κορίτσι» έλεγε σε πρόσφατο άρθρο του στα «ΝΕΑ», «μιλήσαμε για λίγο, είπαμε να τα ξαναπούμε, αλλάξαμε τηλέφωνα. Δευτέρα, έγραφα στα “ΝΕΑ”, στον “Μικροπολιτικό”, ότι “και το ΠΑΣΟΚ απέκτησε τη δική του “Ελενα Ράπτη”, λέγεται Εύα Καϊλή, και θυμηθείτε αυτό το όνομα, θα το ακούτε συχνά από εδώ και πέρα». Η ίδια τον ευχαρίστησε στη συνέχεια –που την παρουσίασε ως την νέα Έλενα Ράπτη– και του ζήτησε βοήθεια να βγει και στην τηλεόραση.
Η αφήγηση του Παπαχρήστου είναι ενδεικτική για τον τρόπο με τον οποίο έτυχε υποδοχής στην πολιτική σκηνή η Εύα Καϊλή. Καμία αναφορά στο βιογραφικό της, τις πολιτικές της τοποθετήσεις, τη σχολή σκέψης που εκπροσωπούσε και τι αντιπροσώπευε στην πολιτική. Ήταν όμως αρκετό που το ΠΑΣΟΚ βρήκε «τη δική του Έλενα Ράπτη». «Ένα δροσερό, χαμογελαστό κατάξανθο κορίτσι» που θα ακούγαμε το όνομά της συχνά από εδώ και πέρα. Και το όνομά της θα το ακούγαμε αποκλειστικά δίπλα από το «ωραίο, τη νεότητα και τη δροσιά», καθώς αυτό επέλεξε να προωθήσει γι’ αυτήν το κόμμα της. Αυτό επέλεξαν και τα ΜΜΕ. Αυτό προφανώς βόλευε και την ίδια.
H εικόνα και η νεότητά της μετατράπηκαν ως την αποκλειστική ασπίδα προστασίας της. Ακόμα και όταν αποκαλύφθηκε ότι έλεγε ψέματα στον ελληνικό λαό ότι ο παππούς της σκοτώθηκε από κομμουνιστές, όταν δηλαδή θα έπρεπε να αναλάμβανε την πολιτική ευθύνη για το παραμύθι της, το σύστημα έριξε ένα πέπλο προστασίας γύρω της. Και ενώ δόθηκαν τόσες μάχες για να καταρριφθούν τα στερεότυπα, τόσες μάχες ώστε η ωραία εικόνα και η νεότητα στην πολιτική να μην αντιμετωπίζεται με καχυποψία, στην περίπτωση της Καϊλή έγινε ακριβώς το αντίθετο. Και εξίσου επικίνδυνο. Η εικόνα και η νεότητα αποτελούσαν το απόλυτο άλλοθι για όλες τις πολιτικές αστοχίες της. Η σωτηρία της για την πολιτική της ανεπάρκεια.
Χρειάστηκαν οι περίεργες δηλώσεις της που δικαιολογούσαν εν πολλοίς τη χρήση predator, οι ένθερμες δηλώσεις της για τον Άδωνι Γεωργιάδη και κυρίως η ομιλία της από το βήμα της Βουλής, όταν ξέπλενε το Κατάρ, για να γίνει αντιληπτό πως κάτι δεν πήγαινε καλά.
Η Καϊλή αποτέλεσε την πιο ηχηρή πτώση του φαινομένου, όπου η εικόνα αντικαθιστά την ουσία στην πολιτική. Ένα φαινόμενο που γιγαντώθηκε τα τελευταία χρόνια. Καθώς η κοινωνία αποπολιτικοποιήθηκε σταδιακά λόγω της σωρείας σκανδάλων, επέπλευσαν αυτοί που μέσω των κοινωνικών δικτύων έστησαν την καλύτερη εικόνα προώθησής τους και το καλύτερο αφήγημα.
Όμως αντί η θεραπεία στην απολιτίκ κοινωνία, να είναι καλύτερες πολιτικές προτάσεις, περισσότερη διαφάνεια, πρόσωπα με ευαισθησίες και ηθικούς φραγμούς, ένα ολοκληρωμένο πολιτικό όραμα, τα κόμματα επέλεξαν την προώθηση τηλεπερσόνων, ηθοποιών ποδοσφαιριστών και κοσμικών. Από τον Ηλία Ψινάκη μέχρι και τον Παύλο Χαϊκάλη των οποίων η πολιτική παρουσία είχε κόστος. Αλλά και πρόσωπα που ουδέποτε έδειξαν το παραμικρό ενδιαφέρον για τα κοινά και θέλησαν να εξαργυρώσουν ό,τι μπορούσαν από την αίγλη τους.
Τα κόμματα πρόταξαν διάττοντες αστέρες και κράχτες στα ψηφοδέλτιά τους για να κερδίσουν ευκαιριακά ψήφους και όταν οι αστέρες αυτοί άλλαζαν με ευκολία στέγη, εξέθεταν το κόμμα με την ανεπάρκειά τους και ενίοτε έβγαζαν παράνομα χρήματα από αυτή τη διαδικασία, έτρεχαν να διαμαρτυρηθούν και να τους διαγράψουν.
Βεβαίως αυτό το φαινόμενο δεν περιορίζεται στην Ελλάδα. Το ανησυχητικό είναι πως η επικράτηση της εικόνας υπάρχει και στην Κύπρο. Απλώς με την ιστορία της έκπτωτης Καϊλή, καλό θα ήταν να κρατήσουμε πως ένα όμορφο πρόσωπο δεν θα έπρεπε να αποτελεί αμάρτημα στην πολιτική. Επικίνδυνο είναι όταν εκλέγεται αποκλειστικά επειδή προωθεί μία ωραία εικόνα. Η πολιτική δεν είναι εικόνα, δεν είναι lifestyle και like στα μέσα δικτύωσης. Είναι η επιλογή προσώπων που ξέρουν πώς να ηγηθούν, που έχουν πολιτικό πλάνο και που κυρίως έχουν ηθικούς φραγμούς.
Γιατί μια ωραία εικόνα από μόνη της μπορεί να μην έχει κανένα απολύτως ηθικό φραγμό. Μπορεί να χρηματίζεται αδρά από ένα τρίτο κράτος και να λεκιάζει ανεπανόρθωτα το brand της χώρα της. Και η νεότητα, την ίδια στιγμή μπορεί να εκπροσωπεί, ό,τι πιο παλαιικό έχει να καταδείξει το πολιτικό σύστημα.