Της Μαρίνας Οικονομίδου
Όταν το φθινόπωρο του 2019, άρχισε να βγαίνει στη δημοσιότητα το σκάνδαλο των χρυσών διαβατηρίων, με τη –μεταξύ άλλων– σκανδαλώδη πολιτογράφηση του Τζο Λο, την εμπλοκή της Εκκλησίας και των κυπριακών παρόχων υπηρεσιών, η προσπάθεια φίμωσης όσων ανησυχούσαν για την κατάχρηση του προγράμματος και της κατ’ επέκταση σπίλωσης του ονόματος της χώρας ήταν εμφανής. Η κυβέρνηση Αναστασιάδη μιλούσε για ξένα συμφέροντα που επιβουλεύονταν το πετυχημένο αυτό πρόγραμμα των πολιτογραφήσεων και άφηνε να εννοηθεί πως κάποιοι στο εσωτερικό –είτε από αφέλεια είτε από συμφέρον– έπαιζαν το παιχνίδι τους. Και η οικονομική ελίτ ήταν βεβαίως εξίσου γενναιόδωρη σε χαρακτηρισμούς. Ο τότε πρόεδρος του ΚΕΒΕ Χριστόδουλος Αγκαστινιώτης και ο τότε προέδρος του Invest Cyprus Μιχάλης Μιχαήλ, αντί να ζητήσουν εξηγήσεις από τους παρόχους υπηρεσιών που εξέθεταν την Κύπρο για να πλουτίσουν, κουνούσαν το δάκτυλο στα ΜΜΕ για τις αποκαλύψεις. «Αν ρίχνετε το φταίξιμο στην κυβέρνηση, εγώ θέλω να ρίξω το φταίξιμο στους δημοσιογράφους, γιατί εσείς θα το παρακάνετε για να πουλήσετε εφημερίδες» έλεγε ο Χριστόδουλος Αγκαστινιώτης, ενώ ο Μιχάλης Μιχαήλ σιγοντάροντας προειδοποιούσε πως μπορεί με άλλους τρόπους να κάνει κάποιος αντιπολίτευση.
Τόση ήταν η αλαζονεία, που όταν μέσω της στήλης έθιξα το προφανές παράδοξο, ότι υπουργοί με σύγκρουση συμφέροντος παρακάθονταν στο Υπουργικό Συμβούλιο και υπέγραφαν κατ’ εξαίρεση πολιτογραφήσεις που αφορούσαν δικά τους ή συγγενικά τους δικηγορικά γραφεία, όταν διερωτήθηκα και για ποιο λόγο υπουργοί, όπως για παράδειγμα ο Μάριος Δημητριάδης, δεν απείχαν, έστω για τους τύπους από τη διαδικασία, ο τελευταίος έκανε παρέμβαση στην εφημερίδα, ενοχλημένος από την ονομαστική αναφορά. Θεωρούσε αδιανόητη την εμπλοκή του ονόματός του ασχέτως ότι το δικηγορικό γραφείο του πατέρα του είχε βγάλει έναν εξόχως μεγάλο αριθμό πολιτογραφήσεων. Και ασχέτως βεβαίως αν το εν λόγω γραφείο είχε εμπλοκή στην περιβόητη περίπτωση του Καμποτζιανού δικτάτορα.
Πέντε χρόνια μετά, αυτός που θεωρούσε λαϊκισμό να συνδέεται με το δικηγορικό γραφείο του πατέρα του Ανδρέα Δημητριάδη, βρίσκεται ανάμεσα στα φυσικά πρόσωπα που κατηγορούνται για αδικήματα τα οποία σχετίζονται με διαφθορά, δεκασμό, συνωμοσία προς καταδολίευση και νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες.
Το κατά πόσο ο πρώην υπουργός είναι ένοχος ή αθώος, θα αποδειχθεί στο δικαστήριο. Όσο όμως κι αν ο ίδιος επιχειρεί να εμφανιστεί ως το εξιλαστήριο θύμα, με τις αιχμές που αφήνει είτε μέσω αναρτήσεων είτε μέσω «πηγών από το περιβάλλον του» σε ΜΜΕ, είναι ο πρώτος υπουργός που στην ουσία παραδέχεται ότι το πρόγραμμα των πολιτογραφήσεων εξελίχθηκε σε σκάνδαλο με την εμπλοκή της κυβέρνησης. Και ο πρώτος που αφήνει σαφείς αιχμές για τον ρόλο του Νίκου Αναστασιάδη.
Με αυτά ως δεδομένα εγείρεται πλέον το ερώτημα, πόσα πολιτικά πρόσωπα θέλουν να συνδέονται με τη διακυβέρνηση Αναστασιάδη και για ποιο λόγο. Οι πολιτικοί επίγονοι, οι θιασώτες της διακυβέρνησης Αναστασιάδη, θα πρέπει να εξηγήσουν, αν ανάμεσα στους επιτήδειους που καταχράστηκαν το πρόγραμμα πολιτογραφήσεων, όπως υποστήριζε η προηγούμενη κυβέρνηση, βρίσκονται τελικά όχι μόνο υπουργοί αλλά και ο τέως αρχηγός του κράτους.
Η εν λόγω υπόθεση επιβεβαιώνει πως ό,τι είναι νόμιμο δεν είναι και ηθικό. Και ό,τι δεν είναι ηθικό δεν μπορεί να είναι μακροπρόθεσμα βιώσιμο. Μία διακυβέρνηση που φιλοδοξούσε να παρουσιαστεί ως η λύση στα προβλήματα εξελίχθηκε δυστυχώς σε κινητήριο μοχλό προβλημάτων και σκανδάλων. Όχι μόνο γιατί ένα πρόγραμμα, όπως αυτό των πολιτογραφήσεων κατέληξε έρμαιο εξυπηρέτησης οικονομικών και πολιτικών συμφερόντων που λάβωσε το όνομα της χώρας. Αλλά, γιατί ενόσω δεν γίνονται γενναίες παραδοχές από το σημερινό πολιτικό προσωπικό της χώρας, ό,τι ακολουθεί αυτού του σκανδάλου θα ενισχύει την αντίληψη στην κοινωνία πως το πολιτικό σύστημα, όπως διαμορφώθηκε, λειτουργεί με τέτοια προχειρότητα για να υποθάλπει ένα μεγάλο και κάθε φορά διαφορετικό φαγοπότι.
Αλήθεια, πού βρίσκεται ο Γιώργος Λακκοτρύπης; Γιατί δεν τοποθετήθηκε ακόμη για την κακοδιαχείριση στο τερματικό και για το διαφαινόμενο φαγοπότι; Πώς ένα κράτος έφτασε να απαριθμεί ήττες και τα ναυάγια να κληρονομούνται; Το χειρότερο κληροδότημα είναι πως οι μεγαλεπήβολοι σχεδιασμοί, τα φιλόδοξα προγράμματα που κατά τα άλλα θα έπαιρναν τη χώρα μπροστά, έφτασαν να προκαλούν μόνο ανησυχία στους πολίτες. Αυτό ακριβώς διαπιστώνεται και με το πρόσφατο παράδειγμα του καλωδίου και των εντάσεων που προκάλεσε. Γιατί η προχειρότητα που χαρακτηρίζει το σχέδιο σε συνδυασμό με το ιστορικό που κουβαλά αυτή η χώρα, δημιουργεί σκιές. Και δυστυχώς προετοιμάζει για ένα ακόμη οδυνηρό και για τη χώρα αλλά και για τους ίδιους τους πολίτες ναυάγιο.