Του Γιώργου Κακούρη
Η Κομισιόν, τα παρακλάδια της και οι διευθύνσεις της μπορεί να είναι γραφειοκρατικός και τεχνοκρατικός οργανισμός, αλλά είναι και πολιτικός παίκτης. Προτείνει νομοθεσίες με πολιτικούς όρους και στοχεύσεις, εξισορροπώντας ή κάποτε υποκύπτοντας σε μικροπολιτικές έγνοιες ή ιδεολογικές προσεγγίσεις. Στην πράξη είναι ο θεσμός που προσεγγίζει περισσότερο την έννοια της εκτελεστικής εξουσίας σε επίπεδο Ε.Ε., καθώς αναπτύσσει πολιτικές προτάσεις, σε κάποιους τομείς καλείται να συντονίσει την εφαρμογή τους από τα κράτη μέλη, και σε άλλους καλείται να τις εφαρμόσει. Το πρώτο μισό Ιουλίου, η κόντρα στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο για τη νομοθεσία για την αποκατάσταση της φύσης έδειχνε πως ήδη ξεκίνησε η προεκλογική για τον Ιούνιο του 2024, όταν οι ψηφοφόροι θα πάνε (ελπίζουμε) στις κάλπες για να επηρεάσουν την κατεύθυνση της Ευρώπης για τα επόμενα πέντε χρόνια. Την περασμένη εβδομάδα, η είδηση για την επικείμενη παραίτηση του Φρανς Τίμερμανς, του εκτελεστικού αντιπροέδρου της Κομισιόν για την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής, ήταν ακόμα μια ένδειξη πως το πολιτικό προσωπικό της Ευρωπαϊκής συνοικίας των Βρυξελλών πλέον σχεδιάζει τα επόμενα του βήματα.
Ο κ. Τίμερμανς ενημέρωσε, όπως έχει δηλώσει, το Εργατικό Κόμμα και την Πράσινη Αριστερά στις Κάτω Χώρες πως ενδιαφέρεται να τεθεί επικεφαλής του ψηφοδελτίου τους ενόψει των επόμενων εκλογών που προγραμματίστηκαν για τις 22 Νοεμβρίου μετά την κατάρρευση της κυβέρνησης Ρούτε. Είχε προηγηθεί η απόφαση της εκτελεστικής αντιπροέδρου για θέματα ανταγωνισμού και ψηφιακής πολιτικής, Μαργκρέτε Βέσταγκερ, να διεκδικήσει την προεδρία της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων.
Στην πράξη αυτό σημαίνει πως δύο από τους τρεις εκτελεστικούς αντιπροέδρους (ο τρίτος είναι ο Βάλντις Ντομπρόβσκις, υπεύθυνος για θέματα οικονομίας), βρίσκονται με το ένα πόδι στην έξοδο. Αν επιβεβαιωθούν οι υποψηφιότητές τους, οι αξιωματούχοι θα πρέπει να πάρουν άδεια άνευ απολαβών ή να παραιτηθούν, ανάλογα με το σε ποια φάση βρίσκεται η διαδικασία. Ήδη τον Μάιο αποχώρησε από την Κομισιόν και η Επίτροπος για θέματα καινοτομίας, Μαρίγια Γκάμπριελ, για να γίνει υπουργός Εξωτερικών και (βάσει πολιτικής συμφωνίας) εκ περιτροπής πρωθυπουργός της Βουλγαρίας σε εννέα μήνες.
Οι αποχωρήσεις Τίμερμανς και Βεστάγκερ έχουν όμως το μεγαλύτερο πολιτικό βάρος, δεδομένου του ιστορικού τους, και δεδομένης της ανεπίσημης αλλά γνωστής σε όλους φιλοδοξίας της Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν να διοριστεί Πρόεδρος της Κομισιόν για δεύτερη θητεία. Στις ευρωεκλογές του 2019 ο Φρανς Τίμερμανς ήταν ο επικεφαλής υποψήφιος (spitzenkandidat) των Σοσιαλδημοκρατών για την Προεδρία της Κομισιόν. Η Μαργκρέτε Βεστάγκερ είχε επίσης προταθεί από τους Φιλελεύθερους ως υποψήφια για μια από τις θέσεις ηγεσίας σε επίπεδο Ε.Ε.
Και οι δύο είχαν ισχυρές πιθανότητες να αναλάβουν την ηγεσία της Κομισιόν κατά τη διαπραγμάτευση των ηγετών των κρατών μελών στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο, στους οποίους εναπόκειται η τελική απόφαση. Για λόγους που λίγα έχουν να κάνουν με τη ψήφο των Ευρωπαίων πολιτών, οι ηγέτες των κρατών μελών δεν επέλεξαν ούτε καν τον Μάνφρεντ Βέμπερ, τον υποψήφιο της πρώτης σε ψήφο πολιτικής ομάδας του ΕΛΚ, αλλά διαμοίρασαν τις θέσεις στη βάση γεωγραφικών και πολιτικών ισορροπιών.
Οι Τίμερμανς και Βέσταγκερ λοιπόν δεν έχουν λόγο να παραμείνουν στην αρένα της Κομισιόν, είτε για λόγους ηθικής, είτε ιδεαλισμού, είτε ψυχρού πολιτικού συμφέροντος. Ειδικά όταν η Φον ντερ Λάιεν έχει μεταφέρει με κάθε τρόπο –εκτός από μια δική της δημόσια δήλωση– την πρόθεσή της να επαναδιεκδικήσει.
Η πολιτική ζύμωση των τελευταίων εβδομάδων στις Βρυξέλλες υπενθυμίζει ότι βρισκόμαστε στην αρχή μιας διαδικασίας που θα καθορίσει στην πολιτική φυσιογνωμία της Ε.Ε. για τα επόμενα πέντε χρόνια. Κυριότερο ερώτημα είναι αν η ισορροπία μεταξύ Κεντροδεξιάς και Κεντροαριστεράς θα διατηρηθεί, ή αν η ακροδεξιά θα συνεχίσει να κερδίζει έδαφος εκτός από τα εθνικά κοινοβούλια και στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο.
Η διαδικασία αυτή εξαρτάται σχεδόν αποκλειστικά από προσωπικές ατζέντες και κόντρες μεταξύ κρατών μελών. Για αυτό και επείγει η ενίσχυση της δημοκρατικής νομιμοποίησης της Ε.Ε., μέσω προτάσεων όπως η εκλογή ευρωβουλευτών και από πανευρωπαϊκό ψηφοδέλτιο, ή η εκλογή της Προέδρου της Κομισιόν απευθείας από τους ψηφοφόρους. Όμως τις προσπάθειες βελτίωσης της δημοκρατικής διακυβέρνησης της Ε.Ε. είναι οι εθνικές κυβερνήσεις που την εμποδίζουν, όπως διαφάνηκε και στο τελευταίο Συμβούλιο Γενικών Υποθέσεων στα τέλη Ιουνίου. Γιατί θέλουν και το 2024 να παίξουν το παιχνίδι των θρόνων.