ΚΛΕΙΣΙΜΟ
Loading...
 

Ξανά για τ’ αυτονόητα

Του Γιάννη Ιωάννου

Του Γιάννη Ιωάννου

Ο τρόπος με τον οποίο συζητούμε σοβαρά ζητήματα στην Κύπρο, όπως τον εγκληματικό μισογυνισμό, την ομοφοβία, τον ρατσισμό, τις έμφυλες ταυτότητες ή τα ανδροπρεπή πρότυπα, είναι προβληματικός. Γιατί αντί να δώσουμε έμφαση στο focal point (σημείο εστίασης) του προβλήματος –προκειμένου να βρούμε και ως κοινωνία και Πολιτεία τις λύσεις, εστιάζουμε πάντα στην ιδεοπολιτική διαπάλη. Προτιμούμε συνεπώς αντί να κατανοήσουμε τις αιτίες των προβληματικών συμπεριφορών και να πιέσουμε για αποτελέσματα –στον σχεδιασμό και την εφαρμογή της νομοθεσίας, στην εμπέδωση μιας επιστημονικής προσέγγισης και στο ζήτημα της γενικής επιμόρφωσης– να επιχειρούμε να «κανσελάρουμε» την άποψη με την οποία δεν συμφωνούμε. Αυτός ο δυϊσμός, που πάντα κατάτρεχε και κατατρέχει την κυπριακή κοινωνία από την εποχή των Μακαριακών και των Γριβικών και από την πρόσληψη σε σχέση με την λύση του Κυπριακού, επανεμφανίζεται κάθε φορά που η κυπριακή κοινωνία εκτίθεται σε πολύ σοβαρές υποθέσεις.

Από την τρέχουσα της καταγγελίας για τον βιασμό της Γεωργίας στην Ελλάδα μέχρι τα πρόσφατα γεγονότα με τον κατά συρροή δολοφόνο γυναικών «Ορέστη» ή την υπόθεση της Αγίας Νάπας. Κάθε φορά που στην Κύπρο ένας άνθρωπος πέφτει θύμα η κοινωνία αντί να αποτιμήσει τι πήγε λάθος βγαίνει στα κάγκελα, προκειμένου να κατηγορήσει –στη βάση της γνωστικής της ασυμφωνίας– αυτόν που θεωρεί υπαίτιο. Αυτόν με τον οποίο διαφωνεί. Ποιο είναι το αποτέλεσμα; Ένα μέρος της να αναπαράγει απαράδεκτες, αντιεπιστημονικές και γεμάτες στερεότυπα αντιλήψεις –όπως η στήλη της εφημερίδας του «Πολίτη» με τίτλο «Συνήγορος» της περασμένης Κυριακής, κι ένα άλλο μέρος της βλέπει παντού «ξεπλύματα», «ίσες αποστάσεις» και να φτάνει μέχρι στο σημείο της κατάργησης του τεκμηρίου της αθωότητας.

Για τους πολίτες που αναζητούν ψυχραιμία, που δεν βλέπουν «άσπρο» ή «μαύρο» και που θέλουν μια κοινωνία λιγότερο σεξιστική, λιγότερο ομοφοβική και με αποτελεσματικότερη εφαρμογή της νομοθεσίας μόνο... ξύλο ή θα τους περιμένει κάποιος στη γωνία για να τους χαρακτηρίσει «νοικοκυραίους» ή «κυρ-Παντελήδες». Στην αρένα των Μέσων Κοινωνικής Δικτύωσης στην Κύπρο η ψυχραιμία έχει χαθεί πολύ πριν από τη δημιουργία μιας κουλτούρας δημόσιου διαλόγου. Ακριβώς γιατί πολύ πριν από τη μετάβαση από τον πραγματικό κόσμο στον ηλεκτρονικό (και τανάπαλιν) ο μέσος Κύπριος πολίτης δεν έμαθε να συζητεί με ψυχραιμία και με στοιχειώδη επιχειρήματα. Γι’ αυτόν ακριβώς τον λόγο απέναντι σε ένα πολύ σοβαρό συμβάν όπως η υπό εξέταση καταγγελία ενός βιασμού θα αναστοχαστεί είτε με το «έλα μωρέ ήταν προκλητικά ντυμένη» είτε με το να αυτοχριστεί δικαστής και να κλείσει, μ’ ένα στάτους στο Facebook ή ένα tweet, την υπόθεση. Μια lose-lose κατάσταση που στην πρώτη περίπτωση αναπαράγει τον μισογυνισμό και τα ανδροπρεπή πρότυπα και στη δεύτερη καταργεί τη νομική θεμελίωση της Δικαιοσύνης. Ποιος κερδίζει από αυτό το δίπολο; Κανένας. Γιατί και η εστίαση ως προς το ποιο είναι το διακύβευμα στην περίπτωση ενός βιασμού και μιας γυναικοκτονίας χάνεται (που είναι η εγκληματική συμπεριφορά του θύτη) και η εστίαση στη Δικαιοσύνη (που συχνά συγκαλύπτει ή δεν δουλεύει) χάνεται, ενώ η απαίτηση στις σύγχρονες κοινωνίες είναι υπέρ της βελτίωσής της και της πάταξης της διαφθοράς.

Επιπλέον, στην Κύπρο, η έκθεση σε σοβαρά ζητήματα αποδεικνύει και κάτι άλλο: πως ο συντηρητισμός (conservatism) παραμένει οριζόντια διάχυτος σε μεγάλα τμήματα της κοινωνίας. Και είναι ένας συντηρητισμός ο οποίος δεν γνωρίζει από κριτήρια μορφωτικού ή βιοτικού επιπέδου, φύλου και ιδεολογίας. Στην Κύπρο, βαθιά συντηρητικός (κι όχι traditionalist για να μην τα συγχύζουμε) μπορεί να είναι εξίσου ο Δεξιός κι ο Αριστερός, ο αγράμματος και ο κάτοχος δύο post-docs, αυτός που ζει με τον βασικό μισθό κι αυτός που βγάζει 250.000 τον χρόνο. Ο άντρας και η γυναίκα. Ο συντηρητισμός αυτός συχνά εμποδίζει την κοινωνία να προοδεύει, ενώ η τελευταία εξελίσσεται σε κάθε επίπεδο (οικονομικό, τεχνογνωσιακό και ατομικό) και όταν μπλέκει με τις ιδεοληπτικές προεκτάσεις της γνωστικής ασυμφωνίας καταλήγει στο σημαντικότερο ποιοτικό στοιχείο της τελευταίας: την ασυνέπεια.

Καλό είναι λοιπόν όταν εκφράζουμε μια θέση για τόσο ευαίσθητα ζητήματα όπως ο βιασμός μιας γυναίκας ή ο ρατσισμός στη χώρα μας, να αντιλαμβανόμαστε το γνωστικό στοιχείο. Τη στάση μας δηλαδή τόσο αναφορικά με το αξιοκρατικό μας σύστημα όσο και με την αλλαγή επί της συμπεριφοράς μας –αν αυτή είναι κατά γενική ομολογία λανθασμένη. Αν πιστεύουμε πως κάναμε λάθος απολογούμαστε χωρίς αστερίσκους. Αν η θέση από την οποία κάναμε αυτό το λάθος επισύρει συνέπειες όπως π.χ. η παραίτηση από μια θέση ή το penalty σε σχέση με την επαγγελματική μας ιδιότητα, οφείλουμε να το υποστούμε. Μόνον έτσι στην Κύπρο, και θα μάθουμε να κάνουμε διάλογο και θα διεκδικούμε, ως κοινωνία των πολιτών, κάτι καλύτερο μακριά από την υπερβολή και την ακύρωση.

ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ

Άλλα άρθρα συγγραφέα

Του Γιάννη Ιωάννου

Γιάννης Ιωάννου: Τελευταία Ενημέρωση

X