Του Γιάννη Ιωάννου
Στην Κύπρο τα οργανωμένα σύνολα της κοινωνίας των πολιτών δεν απέκτησαν ποτέ ούτε τη μαζικότητα αλλά ούτε την αποτελεσματικότητα σε θέματα που αφορούν τη μετάβαση στον πολιτικό εκσυγχρονισμό και τη συζήτηση για τον καθορισμό της πολιτικής ατζέντας. Κι αυτό όχι γιατί ομάδες συμφερόντων, κοινωνικά σύνολα ή επιμέρους κατηγορίες δεν γνωρίζουν καλά το παιχνίδι της προώθησης συμφερόντων ή του lobbying αλλά γιατί –στον πυρήνα του– το πολιτικό σύστημα παραμένει πελατοκεντρικό. Η εξουσία είναι μια νομή που αναλόγως κατηγορίας εξυπηρετεί συμφέροντα. Δεν βελτιώνει το σύστημα προκειμένου αυτό να καταστεί αποτελεσματικότερο και το καλώς εννοούμενο δημόσιο συμφέρον να υπερισχύσει της πελατείας.
Ο ίδιος ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας συνόψισε την πολιτική του συνέχεια, λέγοντας προς ένα τέτοιο σύνολο πως οι τρεις βασικοί υποψήφιοί του «ήταν στενοί συνεργάτες του» άρα διατηρεί ο ίδιος πολιτική επιρροή για να κάνει τη… δουλειά τους. Μετά φυσικά ανέφερε πως «αστειευόταν», αλλά όλοι στην Κύπρο γνωρίζουμε πως μάλλον δεν αστειευόταν.
Η αποτυχία της κοινωνίας των πολιτών μπορεί να φανεί, διαχρονικά, στον τρόπο με τον οποίο ομάδες, οργανώσεις, ΜΚΟ ασχολούνται τα τελευταία χρόνια με το Κυπριακό. Η προσπάθεια για ένα υγιές debate σε σχέση με τη λύση, οι προσπάθειες υποβοήθησης των συνομιλιών ή μιας ισχυρής καμπάνιας ενημέρωσης των πολιτών δεν απέδωσαν ποτέ ουσιαστικά μετά το 2004. Το ίδιο ισχύει για κοινωνικά σύνολα που πέριξ των δύο μεγάλων κομμάτων –ΔΗΣΥ και ΑΚΕΛ– με το πρόσχημα του φιλελευθερισμού ή της Αριστεράς αποδείχτηκαν στην ουσία «παραφερνάλια» των εν λόγω κομμάτων παρά ουσιαστικοί φορείς εκσυγχρονισμού και βελτίωσης των.
Στον αντίποδα, η κοινωνία των πολιτών ως όργανο ανάδειξης υποψηφίων (αριστίνδην και μη), μιας παράλληλης κομματικής επετηρίδας –εκτός του σκληρού μηχανισμού των κομμάτων– ή εν γένει ως ενδιάμεσο βήμα για την τροφή μικροπολιτικής ατζέντας ή φιλοδοξιών, λειτούργησε και λειτουργεί. Χάνοντας ωστόσο το βασικό της χαρακτηριστικό: Την επαφή με το «κάτω επίπεδο». Την grass-roots δηλαδή διάσταση, βασική παράμετρο σε κάθε προσπάθεια των πολιτών που δεν έχει βαρίδια εξάρτησης ή κομματικής προσχώρησης. Σε αυτό τον προεκλογικό ακούμε για «ανεξάρτητο υποψήφιο» που στηρίζεται από κόμματα του κέντρου (ΔΗΚΟ, ΕΔΕΚ, κτλ.) ενώ υπήρξε κορυφαίο στέλεχος της κυβέρνησης Αναστασιάδη, για πολιτικές «start-up» που ωστόσο κινούνται με παλαιοκομματικές μεθόδους, το κόμμα των Οικολόγων που δεν μπορεί –οργανωμένα– να υποστηρίξει μια προοδευτική υποψηφιότητα και φυσικά το παράδοξο της συμπόρευσης του ΑΚΕΛ με τον κ. Μαυρογιάννη, που δείχνει πως δεν μπορεί να προσδώσει την πυγμή μιας αριστερής υποψηφιότητας, μετά από δέκα χρόνια διακυβέρνησης της Δεξιάς. Παράλληλα βλέπουμε και την απουσία ιδεολογικών αντιπαραθέσεων που παραπέμπουν σε ένα πολιτικό σύστημα που μάλλον ακολουθεί τη μοίρα της κοινωνίας των πολιτών: Αδυνατεί να σταθεί πέραν της εξυπηρέτησης της πελατείας.
Την ίδια στιγμή σοβαρά προβλήματα της καθημερινότητας δείχνουν να μην αναδεικνύονται ως συστατικά μιας ατζέντας που να προκύπτει από τις πραγματικές ανάγκες των πολιτών. Με τον «λαό» να γίνεται –για όλους τους υποψήφιους– κάτι σαν το μνήμα του Αγίου Νεοφύτου μιας και στην πλειοψηφία των προεκλογικών προγραμμάτων τα bullet points που παρουσιάζονται θα μπορούσαν να είναι από τις εκλογές του 2018, του 2013 ή του 2008.
Τι χρειάζεται η κοινωνία των πολιτών σε ένα πολιτικό σύστημα που αλλάζει με γοργούς ρυθμούς στην Κύπρο; Ριζοσπαστικοποίηση. Όχι με την έννοια της ιδεολογικής καθήλωσης στη βίαιη κατάργηση ή αλλαγή των κακών της μοίρας μας. Αλλά με τη συγκροτημένη κατανόηση πως οι πολίτες οφείλουν να διεκδικήσουν ορισμένα, αυτονόητα, πράγματα. Μιλάμε για την ψηφιοποίηση ή την κίνηση στους δρόμους αλλά δεν υπάρχει εκείνος ο τρόπος για να διεκδικήσουμε περισσότερο ψηφιακό γραμματισμό ή να ξεκινήσουμε να αναστοχαζόμαστε, αν είμαστε οι ίδιοι καλοί οδηγοί. Η ριζοσπαστικοποίηση συνεπώς που χρειάζεται η Κύπρος είναι στο επίπεδο των ιδεών. Ιδίως όταν αυτές είναι ρηξικέλευθες, ενταγμένες πέραν του θεωρητικού policy making και των εργαλείων για την εφαρμογή τους στη βάσανο της βιωματικής εμπειρίας. Αυτή η εμπειρία, γεννάει κοινωνικά χαρισματικές ηγεσίες ή πολίτες προσανατολισμένους σε μια προσέγγιση που παράγει απτά αποτελέσματα.
Η πενταετία 2023-2028 θα είναι ένα καλό τεστ για την κυπριακή κοινωνία, που στο επίπεδο της κοινωνίας των πολιτών ή θα επανέλθει δριμύτερη ή θα βυθιστεί, περισσότερο, στη νιρβάνα της, για να εξυπηρετείται από ένα σύστημα που δεν μπορεί να κάνει delivery.