Του Γιάννη Ιωάννου
Στην Κύπρο, με φόντο το Κυπριακό, συχνά μιλάμε για την Κοινωνία των Πολιτών και τον ρόλο που αυτή θα μπορούσε να διαδραματίσει στις προσπάθειες προς την κατεύθυνση της επίλυσής του. Η προσωπική απεσταλμένη του γ.γ. του ΟΗΕ, κα Ολγκίν, τόνισε μάλιστα επικαλούμενη και την εμπειρία της από την ειρηνευτική διαδικασία στην Κολομβία (2012-2016) τον σημαντικό ρόλο που οι πολίτες θα μπορούσαν να διαδραματίσουν στις συνομιλίες του Κυπριακού και, επί τούτου, συναντήθηκε με μέλη της αλλά και γνωστοποίησε τις προθέσεις της για να την εμπλέξει περαιτέρω.
Η Κοινωνία των Πολιτών μπορεί όντως, πέραν του διαρθρωμένου διαλόγου μεταξύ των πολιτικών ηγεσιών των δύο κοινοτήτων, να διαδραματίσει ενεργό ρόλο στο Κυπριακό και δη στη συγκυρία που διανύουμε όπου η εξίσωση της άρσης του αδιεξόδου είναι εξαιρετικά δύσκολη εδώ και μια επταετία. Ωστόσο, στην Κύπρο ο τρόπος με τον οποίο προσεγγίζουμε την εν λόγω κοινωνία δεν υπάγεται, συχνά, σε εκείνες τις διαδικασίες –ποσοτικές και ποιοτικές– που από σκοπιάς κοινωνικής μηχανικής θα μπορούσαν να θεωρηθούν αντιπροσωπευτικές.
Η Κοινωνία των Πολιτών στο πλαίσιο της διαχρονικής συζήτησης για τη συμβολή της στη διαδικασία επίλυσης του Κυπριακού ανήλθε στο προσκήνιο την περίοδο κορύφωσης του σχεδίου Ανάν –με το δημοψήφισμα– το 2004. Μια περίοδο έντονης πολιτικής πόλωσης με το «Όχι» και το «Ναι» να διχάζουν την κυπριακή κοινωνία –την κληρονομιά της οποίας κουβαλάμε έκτοτε στη δημόσια συζήτηση για το Κυπριακό και που επανήλθε, ως τέτοια, την περίοδο 2014-2017 και στην τελευταία κορύφωση των συνομιλιών στο Κραν Μοντανά. Η Κοινωνία των Πολιτών, επίσης, έχει διακριτά ποιοτικά χαρακτηριστικά με τα μέλη την οποία την απαρτίζουν –στην ελληνοκυπριακή και την τουρκοκυπριακή κοινότητα– να είναι συνήθως άτομα υψηλού μορφωτικού και βιοτικού επιπέδου, πρώην πολιτικοί (βουλευτές ή σε άλλα αξιώματα), ακαδημαϊκοί με εξειδικευμένη επαγγελματική ενασχόληση με τις εθνοτικές συγκρούσεις στο Κυπριακό ή σε άλλες περιπτωσιολογίες διεθνώς, δημοσιογράφοι, κοκ. Υπάρχει επίσης και μια συγκεκριμένη πολιτική τοποθέτηση η οποία ξεκινάει από τις παρυφές της Αριστεράς και του ΑΚΕΛ και καταλήγει στη Δεξιά, στον ΔΗΣΥ και στο φιλελεύθερο κέντρο.
Η Κοινωνία των Πολιτών δεν κατόρθωσε ποτέ, διαχρονικά στην Κύπρο, να γίνει μαζική πολιτικά ή να συνεισφέρει καταλυτικά σε υπερβάσεις, κοινωνικές ή πολιτικές, που να επιτάχυναν τις εξελίξεις στο Κυπριακό. Κοινώς απέτυχε στο να συμπαρασύρει το σύνολο της κυπριακής κοινωνίας –που στη βάση της παραμένει μη αντιπροσωπευτική πέραν των κομμάτων– σε ένα μαζικό κίνημα υπέρ της λύσης. Κι αυτό ακριβώς γιατί ποτέ δεν υπήρξε αντιπροσωπευτική, εισερχόμενη στις πλατιές μάζες της κυπριακής κοινωνίας που παραμένει με διάφορες στρεβλώσεις (γνωσιακές/ιστορικές, βιωματικές, ψυχολογικές), όταν προσλαμβάνει το Κυπριακό ως εθνικό πρόβλημα και την επίλυσή του ως την επόμενη ημέρα. Το να θεωρούμε πως η κα Ολγκίν –σε μια χώρα π.χ. με 70.000 κυνηγούς– θα κατορθώσει να εμπλέξει αποτελεσματικά την Κοινωνία των Πολιτών για να άρει ένα αδιέξοδο επτά ετών, προσωπικά, το θεωρώ υπεραισιόδοξο και ουτοπικό, και προσωπικά δεν αναμένω πως θα κατορθώσει να μετατρέψει την εν λόγω Κοινωνία των Πολιτών από ένα μικρό –μη αντιπροσωπευτικό δείγμα– σε μια πλατιά μάζα που θα συμπαρασύρει τις δύο κοινότητες σε καταλυτικές υπερβάσεις.
Καλό θα ήταν η κα Ολγκίν, αν επιχειρήσει να προσεγγίσει την Κοινωνία των Πολιτών, να μην αναλωθεί μόνο στις υπάρχουσες δομές της (ΜΚΟ, δικοινοτικές εκδηλώσεις και συνέργειες, ακαδημαϊκή κοινότητα). Θα μπορούσε να σκεφτεί έξω από το κουτί –αν ακόμη αυτό είναι εφικτό σε μια κοινωνία που μετατοπίζεται σε ένα πιο συντηρητικό συγκείμενο που σε καμία περίπτωση δεν βοηθά το Κυπριακό όπως το γνωρίζουμε μετά το Κραν Μοντανά.
Twitter: @JohnPikpas