ΚΛΕΙΣΙΜΟ
Loading...
 

Διδάγματα από τον Καύκασο

Του Γιάννη Ιωάννου

Του Γιάννη Ιωάννου

Υπό το βάρος των εξελίξεων στον Νότιο Καύκασο και του πολέμου, ουσιαστικά 24 ωρών, του Αζερμπαϊτζάν στο αποσχιστικό κρατίδιο του Αρτσάχ, η συνειδητοποίηση του τι συμβαίνει σε αυτήν τη γωνιά του μετασοβιετικού χώρου οφείλει και να μας διδάξει κάτι αλλά και να μας υπενθυμίσει τη μοίρα των λεγόμενων «frozen conflicts» στον 21ο αιώνα, καθώς και τις βίαιες μετακινήσεις πληθυσμών.

Το Ναγκόρνο Καραμπάχ και η σύγκρουση λίγο πριν από τα τέλη της δεκαετίας του ’80 καθώς και οι επιμέρους συγκρούσεις με αποκορύφωμα τον πόλεμο του 2020 –που η Αρμενία και οι αρμενικής καταγωγής πολίτες της περιοχής έχασαν, έχει όλα τα χαρακτηριστικά μιας μακράς μετα-ψυχροπολεμικής σύγκρουσης που δεν αποτέλεσε μόνο μια αναμέτρηση Αρμενίας-Αζερμπαϊτζάν αλλά και μια πολυμερής διπλωματική διαδικασία, η οποία ποτέ δεν επιλυόταν διατηρώντας διάφορα, κατά καιρούς, πεδία υψηλών εντάσεων και ένοπλης σύρραξης. Υπήρξε επίσης ένα πεδίο προσπάθειας της ρωσικής εξωτερικής πολιτικής στην περιοχή, να μην επιτρέψει στην Αρμενία, μετά το ’90, να ακολουθήσει τη μοίρα των κρατών του μετασοβιετικού κόσμου, ενώ μετά το 2016 η περιοχή υπήρξε και ένα πεδίο κυνικής συναλλαγής μεταξύ Μόσχας και Άγκυρας, με την πρώτη να προσπαθεί να επηρεάσει το Γιερεβάν και τη δεύτερη να θέλει να ενισχύσει τους Αζέρους σύμμαχούς της. Μια ενδιαφέρουσα αναβίωση αναθεωρητικών πολιτικών του «ρωσικού» και «οθωμανικού» που ηγέτες σαν τον Πούτιν και τον Ερντογάν έχουν νοηματοδοτήσει τα τελευταία χρόνια.

Τόσο οι ΗΠΑ όσο και η Ευρωπαϊκή Ένωση, ή οργανισμοί όπως ο ΟΑΣΕ απέτυχαν, ιδίως μετά το 2020, να επιλύσουν το ζήτημα ενώ η διεθνής νομιμότητα της αποσχιστικής οντότητας του Αρτσάχ αποτελούσε, διαχρονικά, μάλλον ένα συναισθηματικό debate –ιδίως στην Ελλάδα και στην Κύπρο– παρά μια ουσιαστική συζήτηση για την έκβαση και την ειρηνευτική διαδικασία μιας παρατεταμένης σύγκρουσης τριών δεκαετιών και πλέον. Το 2020, όταν οι Αζέροι εισέβαλαν στο Ναγκόρνο, σε έναν πόλεμο διάρκειας ορισμένων εβδομάδων μάλιστα, η ελληνόφωνη ανάλυση τελούσε υπό άρνηση μη κατορθώνοντας να δει ότι αυτήν τη φορά τα πράγματα θα είναι διαφορετικά και όχι υπέρ των Αρμενίων. Και τα γεγονότα, ως προς την ανάγνωσή των, αποτέλεσαν χαρακτηριστικό πεδίο υπερβολικών συναισθηματισμών που απορρέει από τη διάδραση, χαμένη στα βάθη των χρόνων, Αρμενίων, Ελλήνων και Κυπρίων. Κανείς δεν αμφισβητεί πως οι Αρμένιοι, με την πλούσια ιστορία, τον πολιτισμό αλλά και την τραγική εμπειρία της Αρμενικής Γενοκτονίας, από την Τουρκία, στον 20ό αιώνα αποτελούν από τους σημαντικότερους φίλους της Ελλάδος. Στην Κύπρο είναι κάτι παραπάνω από φίλοι, είναι αναπόσπαστο μέρος της Κυπριακής Δημοκρατίας και της κοινωνίας μας. Συμπολίτες και συνοδοιπόροι. Όλα τα ως άνω βέβαια δεν πρέπει να αποτελούν πεδίο απόκλισης από την ανάλυση, η οποία πρέπει να περιλαμβάνει όχι μόνο το συναισθηματικό πλαίσιο αλλά και την κριτική προσέγγιση καθώς και την άντληση συμπερασμάτων/διδαγμάτων για τη δική μας εθνική υπόθεση. Ούτε φυσικά τον κυνισμό, κυρίως Ελλαδιτών παρατηρητών, αλλά ούτε και τον υπερβολικό συναισθηματισμό –όπως αυτόν διαφόρων, κατά καιρούς, Ελληνοκύπριων πολιτικών που συνδέθηκαν με το αποσχιστικό κρατίδιο του Αρτσάχ.

Η εικόνα της Εξόδου (με το Ε κεφαλαίο) των Αρμενίων από το Ναγκόρνο προς την Αρμενία οφείλει όχι μόνο να μας συγκινεί αλλά και να μας αφυπνίσει. Εξάλλου οι «frozen conflicts» –και τέτοια είναι το Κυπριακό παρά την έλλειψη συγκρούσεων– μπορεί ανά πάσα στιγμή να επανέλθουν. Όπως και η αδυναμία της διεθνούς κοινότητας να διασώσει τον κόσμο ή να επιληφθεί σοβαρών ανθρωπιστικών καταστροφών. Σε έναν κόσμο που η σύγκρουση –λόγω ουκρανικού– επανέρχεται ως τρόπος επίλυσης διαφορών στο διεθνές σύστημα ξαναγράφοντας την αρχιτεκτονική ασφάλειάς του, η Κύπρος οφείλει να είναι τολμηρή, ενεργητική και έτοιμη. Με ζητούμενο την ουσία.

ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ

Άλλα άρθρα συγγραφέα

Του Γιάννη Ιωάννου

Γιάννης Ιωάννου: Τελευταία Ενημέρωση