ΚΛΕΙΣΙΜΟ
Loading...
 

Ο εμφύλιος πόλεμος στη Γαλλία

Του Παναγιώτη Χριστιά

Του Παναγιώτη Χριστιά

Το ιστορικό έργο του Καρλ Μαρξ, «Ο εμφύλιος πόλεμος στη Γαλλία» (1871) είναι ένα μαχητικό προπαγανδιστικό κείμενο που γράφτηκε για λογαριασμό του Γενικού Συμβουλίου της Διεθνούς Ένωσης Εργαζομένων μετά τον εμφύλιο πόλεμο του 1871 στη Γαλλία. Η περίφημη «Κομμούνα του Παρισιού» έφερε αντιμέτωπες τις εξεγερμένες κοινότητες του Παρισιού, που υποστηρίζονταν στρατιωτικά από την Εθνική Φρουρά, και την κυβέρνηση των Βερσαλλιών, η οποία ήλεγχε τον τακτικό γαλλικό στρατό. Μετά την ταπεινωτική του ήττα από τους Πρώσους, ο γαλλικός στρατός δέχθηκε τη βοήθεια του πρωσικού για να καταπνίξει τους εξεγερμένους Παριζιάνους, οι οποίοι υπερασπίστηκαν με απαράμιλλο ηρωισμό το Παρίσι κατά τη διάρκεια της πολιορκίας του. Μετά από την πεντάμηνη πολιορκία, όπου η πείνα και οι κακουχίες θέρισαν τους πολιορκημένους, ο λαός του Παρισιού αρνήθηκε να δεχτεί τον αφοπλισμό που επέβαλε ο Thiers και επέλεξε να συνεχίσει τον «εμφύλιο», έναν πόλεμο που σημαδεύτηκε από αποτρόπαια γεγονότα, όπως η σφαγή της Place Vendôme, οι μαζικές εκτελέσεις αμάχων και οι διωγμοί των Κομμουνάρων και των οικογενειών τους. Ο Μαρξ χαρακτηρίζει τον Adolphe Thiers και την κυβέρνησή του «κυβέρνηση εθνικής αποστασίας», που χρησιμοποιεί την εθνική άμυνα ως πρόσχημα για να νομιμοποιήσει την εξουσία της. Ο Μαρξ αναλύει διεξοδικά τη μορφή του Adolphe Thiers, τον οποίο παρουσιάζει ως πολιτικό αριβίστα (parvenu), ο οποίος επιλέγει την πλευρά όπου φυσάει ο άνεμος. Άπληστος για πλούτο, διακατέχεται από ασίγαστο μίσος για τους εργάτες που τον παράγουν. Ο Μαρξ καταφέρεται και εναντίον του Jules Ferry, άλλη μεγάλη πολιτική προσωπικότητα της κυβέρνησης: «ένας άφραγκος δικηγόρος πριν από τις 4 Σεπτεμβρίου, κατάφερε ως δήμαρχος του Παρισιού κατά τη διάρκεια της πολιορκίας να χτίσει περιουσία από την πείνα του λαού. Η ημέρα κατά την οποία θα έπρεπε να λογοδοτήσει για την κακοδιοίκησή του θα ήταν και η ημέρα κατά την οποία θα καταδικαζόταν».

Υπάρχει στο κείμενο αυτό μια συνειδητή προσπάθεια του Μαρξ να αποϊδεολογικοποιήσει τους εθνικιστές αντιπάλους των Κομμουνάρων. Το ίδιο είχε κάνει και στο άλλο ιστορικό του κείμενο, την «18η Μπρυμαίρ του Λουδοβίκου Βοναπάρτη» (1852), όπου εξετάζει το πραξικόπημα της 2ας Δεκεμβρίου 1851, κατά το οποίο ο μελλοντικός Ναπολέων Γ΄, τότε πρόεδρος της Γαλλικής Δημοκρατίας, κατέλαβε την εξουσία και εγκαθίδρυσε τη Δεύτερη Αυτοκρατορία. Και εκεί ο Γερμανός στοχαστής προβάλλει τον τυχοδιωκτισμό όσων συμμετείχαν στην ανατροπή της Δεύτερης Δημοκρατίας, των περίφημων για την ακολασία τους Δεκεμβριστών. Η γενική ιδέα του Μαρξ, σταθερή από την αρχή μέχρι το τέλος της διακυβέρνησης του Ναπολέοντα Βοναπάρτη, είναι ότι οι Γάλλοι εθνικιστές δεν ακολουθούν κάποια «εθνική» ή εθνικιστική ιδεολογική γραμμή, δεν διαπνέονται από ιδεώδη και οραματισμούς. Αντίθετα, το ταπεινό τους κίνητρο είναι υλιστικό και εγωιστικό. Είναι αριβίστες, τυχοδιώκτες, πολιτικοί ταρτούφοι και απατεωνίσκοι, οι οποίοι μέσα στον γενικό αναβρασμό αναρριχώνται στην εξουσία προκειμένου να υφαρπάξουν τον εθνικό πλούτο και να ανέλθουν κοινωνικά και πολιτικά.

Η ερμηνευτική ιστορική γραμμή, την οποία χάραξε ο Καρλ Μαρξ για την αντιδημοκρατική εθνικιστική Δεξιά του 19ου αιώνα στη Γαλλία, είναι άραγε ορθή και για τη λεπενική ακροδεξιά του Μπαρντελά σήμερα; Η διεκδίκηση της εξουσίας, η αρχομανία του πλέον ανεκδοτολογικού και ετερόκλιτου ακροδεξιού μορφώματος δεν έχει ως μπούσουλα τη φιλοπατρία αλλά τον φιλοτομαρισμό. Το μόνο κοινό χαρακτηριστικό των νέων «Δεκεμβριστών» είναι η εμπάθεια, το ακραίο μίσος για οτιδήποτε θεωρούν «ξένο» σώμα στον γαλλικό λαό και ο αυταρχισμός τους. Οι διάφορες ομάδες που στελεχώνουν το λεπενικό κόμμα, τον «Εθνικό Συναγερμό» (Rassemblement National), και εξασφαλίζουν τη λειτουργία του, ακραιφνείς καθολικοί, επαναστάτες εθνικιστές, ταυτοτικοί, κυριαρχικοί (souverainistes), Νέα Δεξιά, έχουν απαρνηθεί τις ιδεολογικές τους προκείμενες, ούτως ώστε να δημιουργηθεί μια κοινή βάση συνύπαρξης (rassemblement). Το λεπενικό στρατόπεδο προχώρησε έτσι σε μια είδους επανίδρυση μέσω της αποϊδεολογικοποίησης της επίσημης θέσης του με φανερό σκοπό να παραπλανήσει τους κοινωνικά αδύνατους και τους πάσης φύσεως δυσαρεστημένους από τη διακυβέρνηση των τελευταίων δεκαετιών.

Είναι ανάγκη να υπενθυμίζει κανείς διαρκώς ότι το μίσος είναι συναίσθημα, κοινωνικό ή ατομικό πάθος, και όχι ιδεολογία. Αρκεί να δει κανείς ορισμένα από τα μέτρα που προτείνει ο συνασπισμός Μπαρντελά για να βεβαιωθεί: (α) περιορισμός των κοινωνικών παροχών, ανάλογα με την περίπτωση, σε άτομα που είναι Γάλλοι υπήκοοι ή που έχουν εργαστεί [νόμιμα] στη Γαλλία για τουλάχιστον πέντε χρόνια (β) κατάργηση του δικαιώματος ιθαγένειας λόγω γέννησης σε γαλλικό έδαφος (jus solis), και (γ) απαγόρευση «ορισμένων στρατηγικών θέσεων» από πολίτες με διπλή υπηκοότητα, για να αποφευχθούν «κίνδυνοι εξωτερικών παρεμβάσεων». Οι ναζιστικού τύπου πολιτικές αυτές προτάσεις δείχνουν με βεβαιότητα τον τυχοδιωκτισμό ενός πολιτικού κόμματος, το οποίο χρηματοδοτείτο από τη Ρωσία του Πούτιν και το οποίο εξακολουθεί να επωφελείται από την κυβερνο-προπαγάνδα των ρωσικών μυστικών υπηρεσιών υπέρ του. Το εκτρωματικό αυτό πρόγραμμα δεν δείχνει τις προτεραιότητες του φιλόδοξου αυτού και ετερόκλιτου γκρουπούσκουλου. Δείχνει τις κοινωνικές ομάδες τις οποίες τα στελέχη του θα καταδυναστεύσουν, είτε στερώντας τους εισοδήματα είτε κλέβοντας αυτά που έχουν. Δείχνει τον δρόμο που θα ακολουθήσουν προκειμένου να εκδιώξουν από τα δημόσια αξιώματα ικανούς λειτουργούς που θα αντικατασταθούν από αχυράνθρωπους της Λεπέν. Ένα άλλο μέτρο του προγράμματος Μπαρντελά /Λεπέν, τέλος, δείχνει ξεκάθαρα τα βίαια μέσα τα οποία προτίθενται να χρησιμοποιήσουν για να υφαρπάξουν τον κοινωνικό και πολιτικό πλούτο στοχευμένων πληθυσμών: εισαγωγή τεκμηρίου αυτοάμυνας για τα μέλη των υπηρεσιών επιβολής του νόμου.

 

Ο κ. Παναγιώτης Χριστιάς είναι αν. καθηγητής πολιτικής και κοινωνικής φιλοσοφίας του Πανεπιστημίου Κύπρου.

ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ

Άλλα άρθρα συγγραφέα

Του Παναγιώτη Χριστιά

Αρθρογραφία: Τελευταία Ενημέρωση

X