
Του Γιάννου Σταυρινίδη
Η Κυπριακή Δημοκρατία μέσα από σχετικό διάβημα απευθύνθηκε στο ΔΝΤ για την παροχή τεχνικής βοήθειας όσον αφορά στο κόστος και την εξέλιξη της δημόσιας υπηρεσίας. Στόχος η επίτευξη δημοσιονομικής σταθερότητας, ο εκσυγχρονισμός και η βελτίωση της αποδοτικότητας. Άλλωστε η κυβέρνηση γνωρίζει ότι η μακροπρόθεσμη δημοσιονομική σταθερότητα περνά μέσα από την προσπάθεια ενίσχυσης της ανταγωνιστικότητάς του δημόσιου τομέα.
Για να γίνουν όμως όλα αυτά χρειάζεται βούληση, αποφασιστικότητα και συνεργασία σε όλα τα επίπεδα. Και εδώ ακριβώς είναι το πρόβλημα και αφορά στην ατολμία αυτής της κυβέρνησης για να προχωρήσει σε τομές. Και όχι μόνο αυτό, αλλά είδαμε και κινήσεις που καθόλου δεν συνάδουν με όσα οι βέλτιστες πρακτικές επιτάσσουν. Και όσο η εκάστοτε κυβέρνηση δεν τολμά, η χώρα θα παραμένει δέσμια μιας κατάστασης που εξαντλεί τους πόρους και δεν αφήνει περιθώρια να καλυφθούν άλλες ανάγκες.
Αν η κυβέρνηση, λοιπόν, είχε τη διάθεση να προχωρήσει, θα μπορούσε να βάλει προτεραιότητες αξιοποιώντας την πενταετία. Αντ’ αυτού, με το που ανέλαβε, αύξησε την ΑΤΑ και ένα χρόνο μετά έδωσε γενικές αυξήσεις. Και διερωτάται κανείς: Τι περίμενε να ακούσει από το ΔΝΤ που θα ήταν συμβατό με τις ήδη ειλημμένες αποφάσεις; Αν η κυβέρνηση ήθελε να εξορθολογήσει τον δημόσιο τομέα θα μπορούσε να ξεκινήσει από απλά βήματα χωρίς τυμπανοκρουσίες και εμπλοκή του ΔΝΤ, το οποίο έτσι και αλλιώς δεν θα πρότεινε κάτι που δεν θα περιλάμβανε πολιτικό κόστος, κάτι που η κυβέρνηση φοβάται όπως ο διάβολος το λιβάνι. Στη συνέχεια θα παραθέσουμε μερικές στρατηγικές που θα έπρεπε να βρίσκονται στα προεκλογικά προγράμματα όσων το 2023 διεκδίκησαν την προεδρία, εφόσον επιδίωκαν να λειτουργήσουν με τρόπο ωφέλιμο για τον τόπο.
Τα πάντα ξεκινούν από την αξιολόγηση. Η εφαρμογή ενός νέου συστήματος αξιολόγησης βασισμένου στην απόδοση θα επέτρεπε στους δημόσιους υπαλλήλους να είναι παραγωγικοί και υπόλογοι. Με αυτό τον τρόπο θα μπορούσαν να ευθυγραμμιστούν οι στόχοι της δημόσιας υπηρεσίας με τους οικονομικούς στόχους της κυβέρνησης. Το τμήμα προσωπικού έχει σημαντικό ρόλο να επιτελέσει, αφού καλείται να διενεργεί τακτικούς ελέγχους και να διαπιστώνει κάθε στιγμή κατά πόσο η στελέχωση στα διάφορα τμήματα είναι ικανοποιητική ή κατά πόσο προκύπτουν ζητήματα υπερ-στελέχωσης ή υπο-στελέχωσης.
Η επένδυση στην τεχνολογία επιτρέπει την αυτοματοποίηση επαναλαμβανόμενων διαδικασιών ρουτίνας και σταδιακά επιτρέπει τη μείωση των επιπέδων απασχόλησης. Επιτρέπει επίσης τη βελτίωση της αποδοτικότητας και την καλύτερη εξυπηρέτηση του κοινού. Η εκπαίδευση και δημιουργία νέων δεξιοτήτων προσδίδει στο προσωπικό την ικανότητα της προσαρμοστικότητας και της ευελιξίας εκεί όπου προκύπτουν πιεστικές ανάγκες. Με αυτό τον τρόπο δύναται να μειωθούν οι ανάγκες για νέες προσλήψεις.
Ευέλικτες μορφές εργασίας, όπως εργασία από το σπίτι και ευέλικτά ωράρια, μειώνουν το κόστος λειτουργίας της δημόσιας υπηρεσίας και αποφορτίζουν το στεγαστικό πρόβλημα, επιτρέποντας άλλες χρήσεις σε υφιστάμενα κτήρια. Μη κρίσιμες εργασίες μπορούν να παραχωρηθούν στον ιδιωτικό τομέα με τη μέθοδο της αγοράς υπηρεσιών. Με αυτό τον τρόπος βελτιώνεται η αποδοτικότητα και μειώνεται το κόστος. Αυτές και άλλες πολλές θα ήταν οι επιλογές της κυβέρνησης αν είχε τη διάθεση να εμπλακεί ενεργά και να διορθώσει τα πράγματα. Επειδή όμως περισσότερο το θέμα τυγχάνει επικοινωνιακής διαχείρισης, χρησιμοποιήθηκε το ΔΝΤ για να προκαλέσει θόρυβο, διατηρώντας την ελπίδα πως κάτι εύκολα εφαρμόσιμο θα προκύψει.