
Του Παναγιώτη Καπαρή
Χριστός Ανέστη και ο χείμαρρος του θεϊκού φωτός πλημμυρίζει τον ουρανό, τη γη και τα καταχθόνια. Η παραδείσια χαρά βασιλεύει. Φτωχοί, πλούσιοι, άρρωστοι, υγιείς, καταφρονημένοι και δοξασμένοι, γεύονται το νέκταρ της ευφροσύνης. Ο ανθρώπινος πόνος και ο ανείπωτος φόβος, κονιορτοποιούνται μπροστά στο μυστήριο της νίκης επί του θανάτου. Η χαμερπής ταπεινότητα της καθημερινής κουτοπονηριάς μεταβάλλεται σε πλησμονή σοφίας, προσφοράς και αγάπης. Η σκληροκαρδία των ανθρώπων, μετατρέπεται σε γλυκό χαμόγελο. Τα εχθρικά καρφώματα, μεταβάλλονται σε αδελφικά φιλιά. Το καταραμένο μίσος, μετατρέπεται σε ευλογημένη αγάπη. Το σκότος της κόλασης εξαφανίζεται, μπροστά στο φως του παραδείσου. Τα επίγεια ενώνονται με τα επουράνια. Η ασυγκράτητος χαρά της Αναστάσεως, βασιλεύει σ’ όλη την πλάση και σ’ όλα τα ανθρώπινα όντα. Ο άνθρωπος οδηγείται από το κατ’ εικόνα στο καθ’ ομοίωσιν και γίνεται κατά χάριν Θεός.
«Χριστός Ανέστη χαρά μου», έλεγε ο άγιος παππούλης της Ρωσίας και όλου του κόσμου, ο Άγιος Σεραφείμ του Σάρωφ. Η Ανάσταση του Χριστού και η νίκη επί του θανάτου, γεννά την αληθινή χαρά. «Χαρά μου», το ζητούμενο για κάθε άνθρωπο, στο μυστήριο της ζωής και του θανάτου. Ζωή χωρίς χαρά, είναι ζωή κολασμένη. Ζωή που δεν μοιράζεται είναι ζωή κλεμμένη. Ζωή χωρίς Χριστό, είναι ζωή που οδηγεί στον θάνατο. Η συνάντηση και η συγχώρηση, με τον άλλο, τον διπλανό, τον αδελφό, ακόμη και με τον εχθρό, φέρνουν τελικά την αληθινή χαρά. Αυτή είναι και η ειδοποιός διαφορά ανάμεσα στους αγίους από τους αμαρτωλούς ανθρώπους. Οι άγιοι ζώντας εν Χριστώ, βλέπουν παντού τη χάρη και τα θαύματα του Θεού. Ευφραίνονται βιωματικά και όχι χαζοχαρούμενα. Ο παράδεισος αρχίζει από αυτή τη ζωή και συνεχίζεται στην άλλη, στην ατελεύτητο, την πλημμυρισμένη από χαρά και φως.
Χριστός Ανέστη και σήμερα, «μηδείς οδυρέσθω, πταίσματα, συγγνώμη γάρ εκ του τάφου ανέτειλε. Μηδείς φοβείσθω θάνατον, ηλευθέρωσε γάρ ημάς του Σωτήρος ο θάνατος», όπως καταγράφεται στον συγκλονιστικό Κατηχητικό Λόγο, του Αγίου Ιωάννη του Χρυσοστόμου. Η καλή αλλοίωση του ανθρώπου, βιώνεται οντολογικά και όχι μόνο λογικά. «Ουαί σ’ αυτούς που δεν ηγάπησαν πολύ, γιατί δεν θα τους αφεθούν οι αμαρτίες. Ουαί σ’ αυτούς που δεν ηγαπήθησαν υφ’ ουδενός πολύ, γιατί δεν αφέθηκαν ποτέ να είναι όμορφοι». Η χαρά βρίσκεται στο μυστικό άγγιγμα ψυχών και σωμάτων και τελικά στην ένωση με τον Θεό, στη μυστηριακή, υπέρλογη και ανείπωτη αγάπη.
Χριστός Ανέστη και οι θεατρινισμοί και οι υποκρισίες, όλων αυτών, οι οποίοι τάχα παλεύουν για το καλό μας, αλλά χωρίς εμάς, τίθενται στο περιθώριο. Το πλάσμα του Θεού, από άτομο μεταπλάθεται σε πρόσωπο. Από μοναξιασμένη μονάδα, μεταποιείται σε αγαπητική κοινωνία. Η έξοδος από το «καβούκι» του εγωισμού, οδηγεί στον παράδεισο. Και τελικά ο Χριστός καθίσταται η πορεία, η μέριμνα, η ανάγκη, το νόημα, η ελπίδα, η βεβαιότητα, η παρηγοριά, η γνώση, το θεμέλιο, ο στόχος, ο έρωτας, η αγάπη και η υπέρλογη χαρά του ανθρώπου.
Χριστός Ανέστη και στους σύγχρονους αναζητητές του Πάσχα, οι οποίοι ψάχνουν εναγωνίως τη χαμένη αθωότητα των παιδικών τους αναμνήσεων. Σε όλους αυτούς, οι οποίοι πασχίζουν, με την επίδειξη, τα μακρινά ταξίδια, με τις συνεχείς εναλλαγές τόπων, με το εγωιστικό κλείσιμο στον εαυτό τους, να βρουν το νόημα της ζωής. Χριστός Ανέστη και σε όλους όσοι αντιστέκονται στη χάρη του Θεού, πολεμώντας τους ίδιους τους εαυτούς τους. Σε όλους όσους θέτουν αόρατους φραγμούς, αδυνατώντας να αγαπήσουν και να αγαπηθούν. Μόνο με την έξοδο από το εγώ και τη συνάντηση του εσύ, μόνο με το θάψιμο του εγωισμού και την ανάδειξη της υψοποιού ταπείνωσης, μπορεί ο άνθρωπος να βιώσει το μυστήριο της Ανάστασης του Χριστού.
Χριστός Ανέστη στην πανήγυρη των πανηγύρεων, όπου «θανάτου εορτάζομεν νέκρωσιν, Άδου την καθαίρεσιν, άλλης βιωτής της αιωνίου απαρχήν, και σκιρτώντες υμνούμεν τον αίτιον». Νικητές του θανάτου και νικητές στη ζωή, πορευόμαστε όλοι οι πιστοί στην καινή κτίση, στην άνω Ιερουσαλήμ, στην παραδείσια βιωτή, υμνούντες και δοξολογούντες, τον νικητή του Θανάτου, τον δωρεοδότη Αναστάντα Χριστό. Μακριά από άγχη και μικρότητες, από πάθη και αμαρτίες, πλήρως ανακαινισμένοι οι άνθρωποι, ολόλαμπροι εν ειρήνη, ανακράζουν το Χριστός Ανέστη. Διαχρονικά και καθεχρονικά, αιώνια και παντοτινά, στην αέναη παραδείσια μυστηριακή κίνηση αναβοώμεν: «Αναστάσεως ημέρα και λαμπρυνθώμεν τι πανηγύρει και αλλήλους περιπτυξώμεθα. Είπωμεν, αδελφοί, και τοις μισούσιν ημάς συγχωρήσωμεν πάντα τη Αναστάσει, και ούτω βοήσωμεν Χριστός ανέστη εκ νεκρών, θανάτω θάνατον πατήσας, και τοις εν τοις μνήμασι ζωήν χαρισάμενος».