Του Σταύρου Χριστοδούλου
Το ρεπορτάζ της Κατερίνας Ηλιάδη πέρυσι τον Νοέμβριο στον «Πολίτη», για τους μετανάστες που βολόδερναν μέσα σε βάρκες μισοπέλαγα, ήταν γροθιά στο στομάχι. Το είχα σχολιάσει θυμάμαι, καθώς οι περιγραφές των εξαθλιωμένων κάτω απ’ τον καυτό ήλιο και το αγιάζι αισθάνθηκα να με προσβάλλουν ως άνθρωπο. Πολύ περισσότερο ως πολίτη ενός κράτους προσφύγων, το οποίο μισό αιώνα μετά αποδεικνύει με κάθε ευκαιρία ότι διαθέτει ασθενή μνήμη. Πέρασε ο καιρός και ξεχάστηκαν «τα παιδιά της βάρκας». Ώσπου προχθές έσκασε μια είδηση από τη Μυτιλήνη για ένα νεαρό Ιρανό, ο οποίος αρίστευσε στις Πανελλήνιες Εξετάσεις.
Ο Κούρος Ντουρμοχαμαντί Μπαγκί είναι κι αυτός «παιδί της βάρκας». Το 2019 η ζωή ξέβρασε την οικογένειά του στη Μυτιλήνη. «Φύγαμε για πολιτικούς και θρησκευτικούς λόγους από το Ιράν. Περάσαμε στην Τουρκία και από εκεί με μια βάρκα φτάσαμε στην Ελλάδα. Όταν φτάσαμε εδώ, μέναμε στο Κέντρο Υποδοχής της Μόριας. Εκεί, οι συνθήκες διαβίωσης ήταν πάρα πολύ δύσκολες» λέει ο Κούρος. Αλλά τίποτε στο πρόσωπό του δεν προδίδει στεναχώρια. Καμιά σκιά από το παρελθόν, καμιά ανάμνηση από τις τρομακτικές δυσκολίες που βίωσε δεν καταφέρνει να σβήσει το χαμόγελό του. Ο Κούρος είναι ένα παιδί που λάμπει από χαρά. Γιατί κατάφερε να αφήσει πίσω του το εφιαλτικό ταξίδι, όταν πάλευαν με τα κύματα για να σωθούν. Κι έπειτα να επιβιώσει στον καταυλισμό. Και αργότερα, να βαδίσει προς μια καλύτερη ζωή μαθαίνοντας γράμματα. Διάβασε πολύ για να επιτύχει τον μέσο όρο 18,25 στις εξετάσεις. Ξενύχτησε πολύ πάνω από τα βιβλία για να πάρει στα Μαθηματικά 20, στη Φυσική 20 και στη Χημεία 19,5. Τα ελληνικά τον δυσκόλεψαν. Αλλά και πάλι κατάφερε να πάρει στην Έκθεση 13,5, κάνοντας περήφανους τους καθηγητές του στο Πρότυπο Λύκειο Μυτιλήνης. Μιλάει και λάμπει ολόκληρος ο Κούρος. Μιλάει και γελάει, καθώς ευχαριστεί καθηγητές και συμμαθητές, όλους αυτούς που τον κράτησαν από το χέρι για να σταθεί στα πόδια του. Αυτόν, ένα από τα παιδιά της βάρκας.
Δεν είμαι αφελής για να υποστηρίξω ότι το Πουρνάρα είναι γεμάτο εν δυνάμει αριστούχους μαθητές. Αλλά πάλι, αν υπάρχει έστω κι ένας Κούρος ανάμεσά τους πόσο ήσυχοι μπορεί να είμαστε με τη συνείδησή μας; Ξεκινάω από εμάς, τους πολίτες, γιατί εκεί κακοφορμίζει η προκατάληψη για τους μετανάστες και τους πρόσφυγες. Αν δεν υπήρχε «ακροατήριο», πολιτικοί όπως ο Νουρής ή ο Κουλίας θα ήταν στα αζήτητα. Γνωρίζουν όμως ότι η τοξικότητα για το μεταναστευτικό διατρέχει την κοινωνία οριζόντια. Γιατί δεν είναι μόνο το ΕΛΑΜ, το αδελφό κόμμα της εγκληματικής οργάνωσης Χρυσή Αυγή, που διεκδικεί ξενοφοβικές ψήφους. Είναι κι άλλοι. Ακόμα και κάποιοι υπεράνω πάσης υποψίας που θα έπρεπε να ντρέπονται για το φλερτ με την ακροδεξιά. Υπάρχει «ακροατήριο» λοιπόν. Φοβισμένοι και αγανακτισμένοι πολίτες. Σε αυτούς απευθύνεται ο Νουρής, όταν ανακοινώνει την τοποθέτηση διπλής εξωτερικής περίφραξης και ενίσχυση της φρούρησης του Πουρνάρα.
Δεν θα μετατρέψουμε τη χώρα σε ξέφραγο αμπέλι λένε. Και δεν θα διαφωνήσουμε σε αυτό, καθώς το μεταναστευτικό είναι ένα πολύ σοβαρό θέμα που δεν λύνεται με ευχολόγια. Η περίφραξη με συρματόπλεγμα όμως δεν είναι λύση, αυτό είναι το μόνο βέβαιο. Δουλειά του Νουρή, και του καθενός που κατέχει δημόσιο αξίωμα, είναι να βρει τη λύση. Έχοντας ως πυξίδα τον ανθρωπισμό και την αλληλεγγύη. Όχι ως ρομαντική τοποθέτηση, αλλά ως πολιτική θέση. Γιατί δουλειά των πολιτικών είναι να στηρίζουν έμπρακτα τα αβοήθητα και ευάλωτα παιδιά, όπως ο Κούρος Ντουρμοχαμαντί Μπαγκί, για να τα οδηγήσουν από το σκοτάδι στο φως. Από το γκέτο στη μάθηση. Από την περιθωριοποίηση στην αξιοπρέπεια. Αλλά μάλλον, στην ηρωική νήσο των Αγίων, την ημικατεχόμενη μικρή μας Κύπρο με τους δεκάδες χιλιάδες πρόσφυγες, ζητάμε πολλά.
Υγ. Τον γυμνασιάρχη στη Λάρνακα που δεν έδωσε απολυτήριο σε μαθητή από τη Συρία, γιατί είχε ενστάσεις για την εξωτερική του εμφάνιση, κάποιος ας τον μαζέψει. Τα ίδια έκανε και πέρυσι με ένα κορίτσι από την Κένυα. Ντροπή, κύριε υπουργέ της Παιδείας.