ΚΛΕΙΣΙΜΟ
Loading...
 

Οι ορδές των απελπισμένων

Του Σταύρου Χριστοδούλου

Του Σταύρου Χριστοδούλου

stavros.christodoulou@gmail.com

Ποιοι μένουν πίσω από αυτές τις κλειστές πόρτες; Και να θες να μάθεις, δύσκολα θα βρεις άκρη. Πέντε βγαίνουν, δέκα μπαίνουν. Ξένοι κατά κανόνα. Σε παλιές μονοκατοικίες που πέθαναν οι αρχικοί ένοικοι και οι κληρονόμοι τους δεν έχουν καμιά διάθεση να τις ανακαινίσουν. Και σε πολυκατοικίες που έφαγαν τα ψωμιά τους, βρώμικες και θλιβερές. Ποιοι μένουν αλήθεια σε αυτά τα σπίτια; Έχουν σημασία τα ονόματα; Άνθρωποι είναι. Που τους έφερε στον τόπο μας η ανάγκη. Και που πληρώνουν 100 έως 200 ευρώ το κεφάλι για να διαμένουν με άλλους σε αχούρια.

Σε μια τέτοια πολυκατοικία, στη Λεμεσό, ζούσε και ο νεαρός από το Μπαγκλαντές. Μαζί με 10 άλλους ομοεθνείς του, στοιβαγμένοι μέσα σε ένα διαμέρισμα που ανέδυε μιζέρια. Ώσπου μπούκαρε η Αστυνομία και ο 24χρονος έκανε το σάλτο μορτάλε. Βουτιά με το κεφάλι από τον πέμπτο όροφο. Νεκρός αυτός. Σοβαρά τραυματισμένος ένας άλλος που επιχείρησε μια ανάλογη τρέλα. Δύο νέα παιδιά που δεν θα μάθουμε ποτέ το όνομά τους. Κι ας είναι οι φάτσες τους περίπου γνώριμες. Γιατί μας φέρνουν το φαγητό με το μηχανάκι, γιατί πλένουν το αμάξι μας στο βενζινάδικο, γιατί κάνουν ό,τι δεν θέλουμε να κάνουμε εμείς. Παρίες της ζωής. Ξένοι στην ίδια πόλη.

Όσοι έχουμε μνήμες από το 1974 θα έπρεπε να θυμόμαστε καλύτερα. Τη φτώχια, τα συσσίτια, την ανασφάλεια και τον φόβο. Τότε που οι πρόσφυγες βρέθηκαν με τα ρούχα που φόραγαν σε αντίσκηνα. Σε γιαπιά. Οπουδήποτε μπορούσαν να στεγάσουν τις λεηλατημένες ζωές τους. Κάποιοι κατάφεραν να σταθούν στα πόδια τους. Ο τόπος είναι μικρός και οι άνθρωποι αλληλοβοηθούνται. Άλλοι δεν έβρισκαν όμως πού ν’ ακουμπήσουν και ξενιτεύτηκαν. Πρόσφυγες εδώ, πρόσφυγες κι έξω. Τώρα πια τα ξεχάσαμε, ή καμωνόμαστε πως ξεχάσαμε, αλλά σκεφτείτε πώς τους αντίκριζαν στα «ένδοξα Παρίσια». Στην Ευρώπη, στην Αυστραλία, στην Αμερική. Εκείνους τους μελαμψούς πρόσφυγες με τα παχιά σύμφωνα στην εκφορά του λόγου τους. Με τα τραχιά πρόσωπα και τη δυστυχία που είχε φωλιάσει βαθιά στην ψυχή τους.

Ναι, αλλά εδώ μιλάμε για παράνομους. Μιλάμε για μια νέα εισβολή. Από θαλάσσης. Άτυπη και άναρχη. Γεμάτες οι βάρκες από παράτυπους μετανάστες. Πλημμύρισε ο τόπος. Αυτά, λίγο ως πολύ, λένε όσοι ζητούν «καθαρές λύσεις». Να ανακόπτονται οι βάρκες προτού πλησιάσουν στη στεριά. Να τους στέλνουμε πίσω. Κι αν θαλασσοπνιγούν; Έναντι οιοδήποτε τιμήματος είναι η απάντηση και ας μην τολμούν τις περισσότερες φορές να την αρθρώσουν δημόσια.

Είναι πολιτικά ανεύθυνο να αρνείται κανείς το πρόβλημα. Απ’ την άλλη, πολιτική χωρίς ενσυναίσθηση οδηγεί σε μια πρωτοφανή αγριότητα. Γι’ αυτό η λύση δεν είναι η εσωτερική τάξη και ασφάλεια «έναντι οιουδήποτε τιμήματος». Επειδή σε αυτή την περίπτωση το τίμημα θα είναι η ανθρωπιά μας. Όταν ένα νέο παιδί πηδάει από τον πέμπτο όροφο, κάτι πολύ λάθος συμβαίνει. Τίποτε δεν λύνεται αν απλώς στρέψουμε αλλού το πρόσωπο. Έχουμε υποχρέωση να δούμε, να αφουγκραστούμε, να καταλάβουμε. Και να ενεργοποιήσουμε τους μηχανισμούς του πολιτισμένου κόσμου για να αντιμετωπίσουμε τη μεγαλύτερη μάστιγα του αιώνα: τις ορδές των απελπισμένων.

Ένα τέτοιο βήμα έκανε το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο με την ψήφιση του νέου Συμφώνου για τη Μετανάστευση. Πολλοί το καταψήφισαν – από τα δεξιά και από τα αριστερά, για διαφορετικούς βεβαίως λόγους. Με κριτήριο τον πραγματισμό, θα λέγαμε πως σημειώθηκε πρόοδος σε σχέση με το σημείο που βρισκόμασταν χθες. Η κυπριακή κυβέρνηση το χαιρέτισε, αν και ο υπουργός Εσωτερικών επεσήμανε κάτι σημαντικό: «… το αίτημά μας παραμένει όπως οι μετεγκαταστάσεις αιτούντων ασύλου είναι υποχρεωτικές κι όχι εθελοντικές». Για την Κύπρο, ως χώρα πρώτης υποδοχής μεταναστευτικών ροών, είναι ένα τεράστιο θέμα που το νέο Σύμφωνο δεν έλυσε. Απ’ την άλλη, με όρους πολιτικού ρεαλισμού, θα πρέπει να αρκεστούμε στο ότι αποτελεί μια κάποια «ισορροπία μεταξύ αλληλεγγύης και ευθύνης» όπως δήλωσε η Ρομπέρτα Μέτσολα. Όσο οι άνθρωποι πηδάνε στο κενό πάντως, καταλαβαίνουμε πως η νέα μας πραγματικότητα αποτελείται από δύο παράλληλους κόσμους που τους χωρίζει μία άβυσσος.

 

ΣΧΟΛΙΑ

Εύγε! Συμφωνώ και επαυξάνω.

Μιχάλης Χατζηκυριάκος
ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ

Άλλα άρθρα συγγραφέα

Του Σταύρου Χριστοδούλου

Σταύρος Χριστοδούλου: Τελευταία Ενημέρωση