Του Παναγιώτη Χριστιά
Ο πόλεμος της Ουκρανίας δεν φαίνεται να λήγει άμεσα, ούτε μέσω μιας επώδυνης ειρήνης, όπως πολλοί προέβλεπαν ή εύχονταν έναν χρόνο πριν, ούτε μέσω ενός νικηφόρου αλλά αιματηρού αγώνα. Δεν προμηνύεται ένδοξο το τέλος για τους Ουκρανούς, αφού τα σχέδιά τους να ανακτήσουν τα κατειλημμένα από τους Ρώσους εδάφη τους δύσκολα υλοποιούνται. Ένδοξο τέλος όμως δεν επιφυλάσσεται ούτε για τον Πούτιν και την επιθετική πολιτική του, πολύ απλά γιατί δεν θα υπάρξει τέλος. Υπάρχει ένας νέος «Μεγάλος Πόλεμος», όπως εκείνος που ξεκίνησε στις 4 Αυγούστου του μακρινού πλέον 1914, πριν από σχεδόν έναν αιώνα. Στον τωρινό πόλεμο μάλιστα, οι πολίτες της Ευρώπης και της Δύσης απολαμβάνουν μια ήρεμη αυγουστιάτικη καθημερινότητα και μόνο η εμπόλεμη Ουκρανία φαίνεται να πληρώνει το τίμημα του ατέλειωτου αυτού πολέμου. Η κλιματική αλλαγή και οι ακριβές διακοπές ενδιαφέρουν περισσότερο από το αιματηρό τίμημα των Ουκρανών «συμμάχων». Οι συνθήκες της παγκοσμιοποιημένης οικονομίας συμβάλλουν σε σημαντικό βαθμό σε αυτή την εκτίμηση, όπως ακριβώς συμβάλλουν και στην τροφοδότηση του πολέμου.
Ένα θέμα που απασχολεί τους ειδικούς αναλυτές στα διεθνή media από την αρχή του πολέμου είναι η σχέση ανάμεσα στους Ρώσους ολιγάρχες, απόλυτα ενσωματωμένους στην παγκόσμια οικονομία, και το καθεστώς Πούτιν. Πολλοί από αυτούς αποτελούν πιόνια στα χέρια του Ρώσου προέδρου. Μέσω αυτών διαχειρίζεται νευραλγικά κέντρα της ρωσικής οικονομίας, βιομηχανίας καθώς και το μηντιακό κατεστημένο της παραπληροφόρησης. Όσοι αψηφούν τη θέληση του ισχυρού άνδρα διακινδυνεύουν πολύ περισσότερα από τη θέση τους. Υπάρχουν όμως και πολλοί των οποίων η θέση είναι κάπως διαφορετική. Στις αρχές Αυγούστου, το ανεξάρτητο ρωσικό δημοσιογραφικό δίκτυο Proekt δημοσίευσε έναν «οδηγό για τους Ρώσους ολιγάρχες σε καιρό πολέμου». Με βάση τη λίστα του περιοδικού Forbes με τους διακόσιους Ρώσους δισεκατομμυριούχους το 2021, το Proekt υποστηρίζει ότι ογδόντα ένας από αυτούς στηρίζουν ουσιαστικά και άμεσα το ρωσικό στρατιωτικό-βιομηχανικό σύμπλεγμα, τον στρατό και την Εθνοφρουρά. Ενώ όλοι έχουν υποστεί δυτικές κυρώσεις, μόνο δεκατέσσερις βρίσκονται στο στόχαστρο όλων των συμμάχων της Ουκρανίας. Για παράδειγμα, ο μεταλλευτικός όμιλος Evraz που ανήκει στον Roman Abramovitch, πρώην ιδιοκτήτη της ποδοσφαιρικής ομάδας Chelsea, προμηθεύει πρώτες ύλες σε εργοστάσια δεξαμενών και χημικά που χρησιμοποιούνται για την κατασκευή εκρηκτικών και πυραύλων. Μετά τη ρωσική εισβολή, ο ολιγάρχης, ο οποίος προσφέρθηκε εθελοντικά να ηγηθεί των ειρηνευτικών συνομιλιών μεταξύ της Ουκρανίας και της Ρωσίας, διαμένει στο Λονδίνο.
Οι ολιγάρχες αυτοί φαίνεται να απολαμβάνουν έναν ιδιαίτερο καθεστώς τόσο από τον Πούτιν και το ρωσικό κατεστημένο όσο και από τη Δύση και το δικό της κατεστημένο. Και αυτό ακριβώς είναι το σημείο το οποίο χρήζει ανάλυσης και κατανόησης, με ποιον τρόπο δηλαδή οι παγκοσμιοποιημένες ανάγκες των εθνικών και ευρωπαϊκών μας οικονομιών χρηματοδοτούν τον ίδιο τους τον εχθρό. Κάποιοι όντως πίστευαν, κατά τους πρώτους μήνες του πολέμου, ότι, εφόσον απέτυχε ο ρωσικός πόλεμος αστραπή και εφόσον η Δύση στρατεύτηκε άμεσα και αποφασιστικά στο πλευρό των μαχόμενων Ουκρανών, η Ρωσία γρήγορα θα ενέδιδε εξαιτίας της μεγάλης καταστροφής της οικονομίας της. Κάποιοι ακόμη επιχειρηματολογούν με βάση το ίδιο επιχείρημα, μόνο που τώρα προσπαθούν να εντοπίσουν πιθανούς χρηματοδότες, την Ινδία, την Κίνα και άλλες χώρες τις οποίες ο Πούτιν δήθεν προμηθεύει με φτηνό πετρέλαιο και αέριο. Η αλήθεια όμως είναι ακόμη πιο δυσβάστακτη για τους Ευρωπαίους και τη Δύση. Η αγριότητα του ουκρανικού πολέμου έχει τον ίδιο χρηματοδότη και προμηθευτή με εκείνον που προσφέρει τις ήρεμες μέρες του καλοκαιρινού Αυγούστου στα ελληνικά νησιά και τη γαλλική Ριβιέρα: το πλέγμα της παγκοσμιοποίησης. Οι διεθνείς αγορές προμηθεύουν τόσο τη Δύση όσο και τη Ρωσία, την Κίνα και την Ινδία. Οι διεθνείς χρηματαγορές καθιστούν αδύναμα όλα τα πιθανά μέτρα εναντίον του ρωσικού χρήματος, οι ίδιες που άλλωστε το έχουν ανάγκη για την εύρυθμη λειτουργία τους.
Το βήμα όμως που κάνουν ορισμένοι, πέραν από το να διαπιστώνουν τις διασυνδέσεις όλων των συνιστωσών της παγκόσμιας χρηματοοικονομίας, μαζί και των σκοτεινών εσόδων και χρήσεων του διακινούμενου χρήματος, είναι μετέωρο. Όσοι δηλαδή προσπαθούν να δουν πίσω από το γεγονός ότι η Δύση και ο «καπιταλισμός» είναι οι πραγματικοί ένοχοι για την έναρξη και τη συνέχιση του πολέμου, ότι δηλαδή αυτοί επωφελούνται και κερδίζουν δισεκατομμύρια βάζοντας άλλους να σφάζονται κάνουν λάθος. Οι συνθήκες επιτρέπουν ή δεν επιτρέπουν συγκεκριμένες πρακτικές, δεν υπαγορεύουν θελήσεις. Ως γεγονός, ως ανθρώπινο περιβάλλον, η παγκοσμιοποίηση είναι αδιάφορη στα σχέδια των Δυτικών και των Ρώσων. Είναι σαν την πέτρα στην παλαιολιθική εποχή. Αυτό όμως το οποίο αξίζει να διερευνηθεί είναι το πώς η Δύση θα χρησιμοποιήσει με καλύτερο τρόπο απ’ ό,τι οι εχθροί της αυτό που προσφέρει η παγκοσμιοποίηση. Σε σχέση πάντως με τον νέο Μεγάλο Πόλεμο, τα άμεσα συμπεράσματα είναι τουλάχιστον δύο. Πρώτον, η Ρωσία δεν θα συνθηκολογήσει ως μια άλλη Γερμανία του 1918, επειδή μια νέα παγκόσμια βιομηχανική δύναμη μπήκε στον πόλεμο. Το χρήμα δεν είναι πρόβλημα για τη Ρωσία όπως και το πετρέλαιο και το αέριο δεν είναι προβλήματα για τη Δύση. Οι «αγορές» προσφέρουν και τα δύο πλουσιοπάροχα σε όσους τα χρειάζονται. Και δεύτερον, ο πόλεμος επιτείνεται και παρατείνεται επειδή λαμβάνει χώρα σε περιβάλλον παγκοσμιοποίησης, όχι επειδή το παγκόσμιο οικονομικό σύστημα τον χρειάζεται.
Ο κ. Παναγιώτης Χριστιάς είναι αν. καθηγητής πολιτικής και κοινωνικής φιλοσοφίας του Πανεπιστημίου Κύπρου.