Του Παναγιώτη Χριστιά
Σύμφωνα με τον Σουν Τζου, ο ιδανικός πόλεμος είναι εκείνος που κερδίζεται χωρίς καν να διεξαχθεί. Ο καλύτερος στρατηγός είναι εκείνος που κερδίζει τους πολέμους χωρίς να πολεμήσει. Όλοι το σκέφτονται, λίγοι το γράφουν δημόσια και πάντα με επιφύλαξη: η τουρκική στρατιωτική και πολιτική ηγεσία κέρδισε τον τέλειο πόλεμο κατά του ορκισμένου εχθρού της, του Σύρου τυράννου Μπασάρ Αλ Άσαντ. Ρώσοι και Ιρανοί υποστήριζαν με νύχια και με δόντια ένα αιμοσταγές και διεφθαρμένο καθεστώς, για διαφορετικούς βέβαια λόγους. Οι Ρώσοι ήθελαν μια έξοδο στη Μεσόγειο για τον στόλο τους και μια μόνιμη και ασφαλή πολιτική και στρατιωτική παρουσία στη Μέση Ανατολή, οι δε Ιρανοί χρειάζονταν τον συριακό διάδρομο για να υποστηρίζουν τη στρατιωτική παρουσία της Χεζμπολάχ στον Λίβανο και να συντηρούν έτσι τη στρατιωτική πίεση προς το Ισραήλ από τον βορρά. Η ήττα του Άσαντ οδήγησε σε φυγή των Ρώσων και εγκατάλειψη των ναυτικών και στρατιωτικών τους βάσεων στη Συρία και σε σημαντική περαιτέρω αποδυνάμωση των δυνάμεων της Χεζμπολάχ στον Λίβανο και τη Συρία. Πρόκειται στην ουσία για την πρώτη μεγάλη νίκη των δυτικών δυνάμεων και του ΝΑΤΟ από την αρχή της ρωσικής «αντεπίθεσης» με την προσάρτηση της Κριμαίας στη Ρωσική Ομοσπονδία το 2014.
Σαφώς η νίκη αυτή εντάσσεται στους νεο-οθωμανικούς σχεδιασμούς και την τουρκική «μεγάλη ιδέα» του Τούρκου προέδρου. Αυτό όμως δεν εμποδίζει τους πανηγυρισμούς ούτε στην Ευρώπη, ούτε στις ΗΠΑ, ούτε καν στο Ισραήλ. Οι Ευρωπαίοι βλέπουν με τα ιδεολογικά τους τηλεσκόπια το τέλος μιας ακόμη στυγνής τυραννίας και με τα μικροπολιτικά τους γυαλιά την ευκαιρία να απομακρύνουν από τις ευρωπαϊκές χώρες μερικά εκατομμύρια Σύρους πολιτικούς πρόσφυγες. Οι ΗΠΑ είναι απόλυτα ικανοποιημένες με τη νίκη της συμμαχικής τους χώρας, κάτι που σημαίνει ότι, πρώτον, πέτυχαν περήφανη νίκη κατά των Ρώσων, δεύτερον, το πέτυχαν χωρίς να χρειαστεί να πολεμήσουν και, τρίτο και σημαντικότερο, δεν θα χρειαστεί να παραμείνουν στρατιωτικά στην περιοχή, κάτι που αποτελεί δώρο στον εκλεγμένο Πρόεδρο Trump. Όσο για τη διαχείριση της ειρήνης, αυτή ανήκει οριστικά και αποκλειστικά στους νικητές. Το Ισραήλ, τέλος, αν και πάντα φοβάται τζιχαντιστικές επιθέσεις εκ Συρίας, βλέπει την αρχή του τέλους της επιρροής του Ιράν στην περίμετρο ασφαλείας του. Μια σουνιτική Συρία αποτελεί το τέλειο τείχος κατά του σιιτικού Ιράν. Μόνοι χαμένοι από τη στρατιωτική αυτή επιτυχία είναι οι Κούρδοι, οι οποίοι, αν και ικανοποιημένοι από την πτώση του καθεστώτος Assad, βλέπουν πλέον να απομακρύνεται το όνειρο ενός αυτόνομου κουρδικού κράτους σε μια νεο-οθωμανική Μέση Ανατολή.
Το ουσιαστικό πλέον ερώτημα είναι το τι θα ακολουθήσει. Ποιο θα είναι άραγε το μέλλον μιας διακυβέρνησης τζιχαντιστών; Θα είναι σε θέση να διαχειριστεί συνετά την ειρήνη, επιβάλλοντας μια τουρκικού τύπου «δημοκρατία» υπό το άγρυπνο βλέμμα του Μεγάλου Αδελφού Erdogan; Τι θα γίνει, για παράδειγμα, σε περίπτωση που θελήσουν να επιβάλουν ένα θεοκρατικό καθεστώς τύπου Αφγανιστάν, ακυρώνοντας στην ουσία τη νίκη τους με μια επιστροφή σε έναν γενικευμένο εμφύλιο; Σε αυτή την περίπτωση, το τέλος τους το έχει ήδη προδιαγράψει ο Μακιαβέλλι, αν δεν έχει ήδη περιγράψει όλο το σενάριο του τέλους του Άσαντ και του μέλλοντος της Συρίας: «Η Ρωμανία, την οποία είχε αποκτήσει ο Δούκας του Μιλάνου, είχε για πολλά χρόνια κυβερνηθεί από αδύναμους άνδρες που λήστευαν αντί να κυβερνούν, διαιρούσαν αντί να ενώσουν τους υπηκόους τους, με αποτέλεσμα ολόκληρη η χώρα να έχει παραδοθεί σε κλοπές, ληστείες και κάθε είδους βίας. Ο Δούκας αποφάσισε ότι για να αποκατασταθεί η ειρήνη και η υπακοή στον πρίγκιπα, ήταν απαραίτητο να σχηματιστεί μια καλή κυβέρνηση. Για τον λόγο αυτό διόρισε κυβερνήτη τον Sire Ramiro d’Orco, έναν σκληρό και αδίστακτο άνθρωπο, στον οποίο παραχώρησε ευρύτατες εξουσίες. Σύντομα μάλιστα η νέα διακυβέρνηση έφερε τάξη και ηρεμία στην περιοχή, κερδίζοντας πολύ μεγάλη φήμη. Στη συνέχεια, όμως, ο Δούκας, επειδή έκρινε ότι η εξουσία αυτή δεν ήταν πλέον απαραίτητη και ότι θα ζημίωνε την εικόνα του, έστησε ένα πολιτικό δικαστήριο στο κέντρο της επαρχίας, ορίζοντας έναν ικανό πρόεδρο. Επιπλέον, κάθε κοινότητα είχε τον δικό της συνήγορο. Έκανε και πολύ περισσότερα. Γνωρίζοντας ότι η αυστηρότητα που είχε αρχικά επιδείξει ο Ramiro είχε εγείρει μίσος στις καρδιές των ανθρώπων της επαρχίας του και επιθυμώντας να σβήσει αυτό το συναίσθημα από τις καρδιές τους και να κερδίσει την εμπιστοσύνη τους, επιχείρησε να δείξει ότι οι όποιες αδικίες είχαν διαπραχθεί στο παρελθόν, αυτές δεν προέρχονταν από τον ίδιο αλλά από την κακία του εντεταλμένου του Ramiro. Έχοντας αυτό κατά νου και αρπάζοντας την ευκαιρία, ένα πρωί εξέθεσε το πτώμα του στη δημόσια πλατεία της Καισάρειας, τεμαχισμένο στα τέσσερα, την κεφαλή του επί πίνακι και ένα ματωμένο μαχαίρι δίπλα του. Αυτό το φρικτό θέαμα άφησε τους κατοίκους της Ρωμανίας την ίδια στιγμή ικανοποιημένους και αποσβολωμένους (satisfatti e stupidi)» («Ο Πρίγκηπας», κεφ. VII).
Μετά από αυτό, οι κάτοικοι της Ρωμανίας παρέμειναν πιστοί στον Δούκα και η περιοχή τους γνώρισε μια νέα άνθηση υπό την εξουσία του Μιλάνου. Έχει άραγε ήδη η τουρκική πολιτική και στρατιωτική ηγεσία αποφασίσει ποια κεφάλια τζιχαντιστών θα πέσουν και πότε, ώστε οι Σύροι να παραμείνουν ήσυχοι και πιστοί υπήκοοι του νεο-οθωμανικού μορφώματος του προέδρου Ερντογάν; Ο ευκολότερος τρόπος βέβαια να απομακρυνθούν από τη Δαμασκό τα αιμοδιψή στοιχεία των τζιχαντιστών θα ήταν ένας πόλεμος κατά των Κούρδων.
Ο κ. Παναγιώτης Χριστιάς είναι αν. καθηγητής πολιτικής και κοινωνικής φιλοσοφίας του Πανεπιστημίου Κύπρου.