Του Παναγιώτη Χριστιά
Το τελευταίο διάστημα παρατηρούμε ένα ιδιαίτερο είδος πολέμου να έχει αναπτυχθεί σταδιακά και να έχει εδραιωθεί τα τελευταία χρόνια ανάμεσα στο Ιράν και το Ισραήλ. Οι δυο αυτές χώρες επιδίδονται σε μια μορφή πάλης, η οποία μόνο με το έθιμο της μονομαχίας κατά τον 19ο αιώνα μπορεί να παρομοιαστεί. Στην κλασική μονομαχία με πιστόλια μεταξύ ευγενών, οι αντίπαλοι στέκονταν σε σταθερή απόσταση ο ένας από τον άλλον και πυροβολούσαν εναλλάξ μέχρι να χυθεί το πρώτο αίμα ή, εάν ο αγώνας ήταν μέχρι θανάτου, έως ότου πεθάνει ο ένας από τους δυο μονομάχους.
Οι κανόνες ήταν απλοί, πρώτα πυροβολούσε ο ένας, και ο άλλος, εάν επιζούσε μετά τον πρώτο πυροβολισμό, είχε την ευκαιρία αμέσως μετά να σκοτώσει ή να τραυματίσει τον αντίπαλό του. Και αυτό μπορούσε να συνεχιστεί για πολλή ώρα, εάν κανένας από τους δύο δεν έβρισκε τον στόχο. Η μονομαχία μεταξύ ευγενών αφορούσε ζητήματα τιμής. Όταν ένας ευγενής αισθανόταν ότι κάποιος είχε προσβάλει την τιμή του ή την τιμή της οικογένειάς του, τον προκαλούσε σε μονομαχία. Με τον τρόπο αυτό ξεπλενόταν η ντροπή χωρίς ο πόλεμος ανάμεσα στις δύο οικογένειες να γενικευτεί, με απρόβλεπτες συνέπειες και για τους δύο οίκους. Κάτι αντίστοιχο παρατηρούμε τα τελευταία χρόνια ανάμεσα στο Ιράν και το Ισραήλ. Με ιεροτελεστικό σχεδόν τρόπο, το κάθε κράτος ανταποδίδει το προηγούμενο χτύπημα, ένα και μοναδικό τη φορά, χωρίς να προχωρεί σε γενικευμένο πόλεμο. Το κάθε κτύπημα προσχεδιάζεται, οργανώνεται χωρίς βιασύνη και εκτελείται όσο πιο αποτελεσματικά γίνεται. Ακόμη και αν ένα χτύπημα αποτύχει, από μόνο του το γεγονός ότι έγινε δίνει την αίσθηση στην κάθε χώρα ότι έκανε το καθήκον της, υπερασπίστηκε την τιμή και κυριαρχία της και μπορεί να φύγει από το πεδίο της μάχης με το κεφάλι ψηλά. Πάντα όμως με την απειλή ή την υπόσχεση ότι την επόμενη φορά το χτύπημα θα είναι ακόμα πιο ισχυρό και οι συνέπειες πιο σημαντικές.
Ο Κλάουζεβιτς έλεγε ότι αντικειμενικός σκοπός κάθε πολέμου είναι η εξουδετέρωση της στρατιωτικής ισχύος του αντιπάλου, σε σημείο που να μην μπορεί πλέον να βλάψει τα εθνικά συμφέροντα. Κάτι τέτοιο βέβαια δεν είναι δυνατό στην παρούσα μορφή που έχει πάρει ο πόλεμος ανάμεσα στο Ισραήλ και το Ιράν. Με την ιδιότυπη αυτή μονομαχία κανείς από τους δύο δεν μπορεί να ελπίζει ότι θα καταφέρει το τελειωτικό χτύπημα. Για τον Κλάουζεβιτς, όμως, όπως χαρακτηριστικά αναλύει ο Παναγιώτης Κονδύλης, ο πόλεμος είναι ένα μέσον που χρησιμοποιεί η πολιτική για να κερδίσει μια συμφέρουσα ειρήνη. Τα πρωτεία της πολιτικής δεν αμφισβητήθηκαν ποτέ από τον Κονδύλη. Ο πόλεμος είναι στην υπηρεσία της και όχι το αντίστροφο. Η πολιτική δεν είναι ένας πόλεμος με διαφορετικά μέσα. Η πολιτική έχει έναν μόνο σκοπό, την επίτευξη της πλέον επικερδούς ειρήνης. Και για να φτάσει σε αυτό το αποτέλεσμα, μερικές φορές, πρέπει να χρησιμοποιήσει πολεμικά μέσα. Ο πόλεμος έχει τη δική του δυναμική. «Ο μονομάχος αποφασίζει στην αρένα», έλεγαν οι Ρωμαίοι και είναι κάτι στο οποίο εστιάζει την προσοχή του ο Κλάουζεβιτς. Όχι μόνο τα μέσα του πολέμου αποφασίζονται κατά τη διάρκεια του πολέμου, όχι μόνο οι τακτικές κινήσεις και οι στρατηγικές δεν μπορούν να σχεδιαστούν πριν από τον πόλεμο, αλλά ο πόλεμος αποφασίζει ο ίδιος τη μορφή που θα πάρει. Δεν θα ήταν υπερβολικό να ισχυριστεί κανείς ότι ο πόλεμος μεταξύ δύο χωρών είναι ένας τρόπος επικοινωνίας, μια μορφή συνομιλίας. Η γραμματική και το συντακτικό της γλώσσας που χρησιμοποιούν οι αντίπαλοι μεταξύ τους γράφεται από τον ίδιο τον πόλεμο τη στιγμή που διεξάγεται.
Ο πόλεμος, όμως, όπως προαναφέρθηκε, δεν είναι απλώς και μόνο μια σειρά από στρατιωτικά γεγονότα. Είναι ένα πολύπλοκο πολιτικοστρατιωτικό «παιχνίδι», δηλαδή ένα οργανωμένο σύνολο από τακτικές και στρατηγικές, από κύριους και δευτερεύοντες σκοπούς, μια αλληλουχία από πολιτικές και στρατιωτικές πράξεις, κατά τις οποίες η πολιτική κρατάει πάντα τα ηνία. Αντικειμενικός σκοπός της πολιτικής είναι η επίτευξη της πλέον επωφελούς ειρήνης. Για τον λόγο αυτό αντικειμενικός σκοπός του πολέμου είναι η πλήρης εξουδετέρωση των δυνάμεων του εχθρού, ώστε κατά τις διαπραγματεύσεις για την ειρήνη ο νικητής να μπορέσει να επιβάλει τους όρους του στον ηττημένο. Όταν όμως κάτι τέτοιο δεν είναι εφικτό, τότε η πολιτική θα πρέπει να ικανοποιηθεί με μια λιγότερο επωφελή ειρήνη ή ακόμη και με μια ειρήνη με κάποιες απώλειες. Στην παρούσα επίδειξη ισχύος ανάμεσα σε Ισραήλ και Ιράν είναι φανερό ότι τον κύριο λόγο τον έχει η πολιτική και όχι η στρατιωτική εξουσία. Στο ματς αυτό μεταξύ των δυο αντιπάλων, το επόμενο χτύπημα ανήκει στο Ισραήλ. Η προέλασή του στα πεδία των μαχών είναι αδιαμφισβήτητη, όπως αδιαμφισβήτητες είναι και οι συμφορές και οι απώλειες που προκαλεί στον Λίβανο ή τη Γάζα. Ο πρωθυπουργός του Ισραήλ έχει προ πολλού εξαντλήσει τους συμμάχους του και πλέον πολλοί από αυτούς είναι λιγότερο ένθερμοι στην υποστήριξή του. Η ώρα της λήξης αυτού του πολέμου έχει σημάνει. Αυτό το οποίο καλείται να διαπραγματευθεί πλέον η ισραηλινή πολιτική ηγεσία, έστω και με τα όπλα, είναι μια ειρήνη με το Ιράν. Η πλέον επικερδής ειρήνη την οποία μπορεί το Ισραήλ να διαπραγματευθεί αυτή τη στιγμή είναι ο αφοπλισμός της Χεζμπολάχ και της Χαμάς. Θα μπορούσε να το πετύχει αν βάλει στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων το επόμενο χτύπημα στο Ιράν.
Ο κ. Παναγιώτης Χριστιάς είναι αν. καθηγητής πολιτικής και κοινωνικής φιλοσοφίας του Πανεπιστημίου Κύπρου.