Του Παναγιώτη Χριστιά
Η βασική αρχή της «Τέχνης του πολέμου» του Κινέζου στρατηγού Σουν Τσου είναι η ακόλουθη: «Κάνε έτσι ώστε να κερδίσεις τον πόλεμο χωρίς να χρειαστεί να πολεμήσεις». Ο Ντόναλντ Τραμπ, αν και εξαρχής ακολουθούσε αντίθετο μονοπάτι, βρέθηκε τελικά να ακολουθεί τη συμβουλή του Σουν Τσου. Αψηφώντας τη μοίρα και τη σφαίρα του επίδοξου δολοφόνου του, ο Ρεπουμπλικάνος υποψήφιος και πρώην πρόεδρος των ΗΠΑ μοιάζει να έχει κερδίσει τη μάχη για την προεδρία χωρίς καν να χρειαστεί να τη δώσει. Απέναντί του ένας αποδυναμωμένος αντίπαλος, με μόνο όπλο του το πείσμα.
Ακόμη και οι ίδιοι οι Δημοκρατικοί στρέφονται πλέον εναντίον του, λες και η σφαίρα του δολοφόνου αφύπνισε μέσα τους κάποια ένστικτα αυτοσυντήρησης. Τα μηνύματα που καλούν για εθνική συμφιλίωση, για ανάγκη ενότητας και ομόνοιας του αμερικανικού έθνους είναι χαρακτηριστικά. Άραγε μια σφαίρα είναι ικανή να ανανεώσει την εμπιστοσύνη των Αμερικανών πολιτών στη δημοκρατία; Βασική αρχή του δημοκρατικού πολιτεύματος είναι η πολιτική της φιλίας: «Δεν γεννήθηκα για το πολιτικό μίσος αλλά για την πολιτική φιλία» (ούτοι συνέχθειν, αλλά συμφιλείν έφυν, Αντιγόνη, 523), μάς θυμίζει η Αντιγόνη του Σοφοκλή.
Η εκστρατεία για τις αμερικανικές εκλογές του Νοεμβρίου ξεκίνησε με τους χειρότερους οιωνούς. Ενδεικτικό στοιχείο της πόλωσης υπήρξαν οι αντεγκλήσεις και καταγγελίες για διαφθορά, καθώς και οι αντίστοιχες δικαστικές περιπέτειες στα δύο στρατόπεδα. Το ξεκίνημα της προεκλογικής καμπάνιας σημαδεύτηκε από μια σειρά από αλληλοκατηγορίες των αντιπάλων υποψηφίων.
Οι μεν κατηγορούσαν τους δε ότι σε περίπτωση νίκης θα έφερναν τις ΗΠΑ σε δεινή θέση, λόγω της ανηθικότητας και της ανικανότητάς τους. Η προπαγάνδα των δύο στρατοπέδων ήταν ανεξέλεγκτη, ιδίως από την πλευρά των Δημοκρατικών. Η προσωπική επίθεση στον πρώην πρόεδρο Τραμπ χαρακτηρίστηκε από ακρότητες και σε πολλές περιπτώσεις από ανηθικότητα, όπως η απειλή εμφυλίου πολέμου σε περίπτωση νίκης του Ρεπουμπλικάνου υποψηφίου.Ακόμη και μετά την απόπειρα δολοφονίας, σκιτσογράφος έγραφε σε λεζάντα κάτω από το σκίτσο που απεικονίζει τη σφαίρα να περνάει ξυστά από το αφτί του Τραμπ: «Παραλίγο η Αμερική να ξαναγίνει σπουδαία». Ο ξύλινος πολιτικός λόγος καταδίκης της απόπειρας δολοφονίας μοιάζει κούφιος μπροστά στην απελπισία στην οποία βρίσκεται το στρατόπεδο των Δημοκρατικών. Εστιάζουν πολύ στους αντιπάλους τους και καθόλου στους εαυτούς τους. Η αλήθεια είναι ότι ο γερασμένος πια Τζο Μπάιντεν δεν είναι ο ιδανικός υποψήφιος.
Το πρόβλημα των Δημοκρατικών είναι ότι αναζητούν υποψήφιο εκτός διαδικασιών. Ψάχνουν κάποιον που θα νικήσει τον Τραμπ. Διενεργούν μυστικές δημοσκοπήσεις για να διαπιστώσουν ποια από τις προσωπικότητες στον χώρο τους θα κέρδιζε τις επικείμενες εκλογές.
Έχουν χάσει την εμπιστοσύνη στους θεσμούς του κόμματός τους αλλά και της αμερικανικής δημοκρατίας. Συναγωνίζονται με τους όρους πολιτικού μίσους των ακόλουθων του Tραμπ. Αναζητούν δηλαδή κάποιον χαρισματικό ηγέτη ή ηγέτιδα για να αναλάβει την αρχιστρατηγία της εκστρατείας. H ιδέα της αναμονής ενός χαρισματικού ηγέτη είναι βαθιά αντιδημοκρατική. Κάνει κανείς έκκληση στο «χάρισμα» όταν δεν έχει τίποτε το ορθολογικό να παρουσιάσει. Μιλάει κάποιος για το χαρισματικό προφίλ ενός υποψηφίου όταν δεν μπορεί να βρει στον υποψήφιό του ούτε ένα από τα προσόντα που θα όφειλε να έχει.
Οι Ρεπουμπλικάνοι, εδώ και δεκαετίες, έχουν μετατραπεί από πολιτικό κόμμα σε ψευδοθρησκευτική σέκτα. Ήδη από την εποχή του Τζορτζ Μπους του νεότερου, όλες οι πολιτικές αναλύσεις των εκλογικών αποτελεσμάτων ανέφεραν τη διαφορά ανάμεσα στον ιεροκήρυκα και τον πολιτικό ρήτορα. Βαθιά επηρεασμένος από τον ευαγγελιστή ιεροκήρυκα Μπίλι Γκράχαμ (1918-2018), οικογενειακό φίλο του πατέρα του, ο πρώην Ρεπουμπλικάνος πρόεδρος υιοθέτησε και επέβαλε στο κόμμα του τη ρητορική του ιεροκήρυκα.
Ο πολιτικός πλέον λόγος μετατρέπεται σε παραθρησκειολογία ανάδειξης του «εκλεκτού», του ανθρώπου που θα φέρει σε πέρας την αποστολή να σώσει την Αμερική από τους εχθρούς της, συμπεριλαμβανόμενου και του εαυτού της. Από το Ρεπουμπλικανικό Κόμμα, το ύφος του ιεροκήρυκα επεκτάθηκε σε ολόκληρο το φάσμα της πολιτικής ζωής των ΗΠΑ. Και οι δύο πλέον υποψήφιοι ζητούν από τους ψηφοφόρους τους «πίστη». Απόδειξη ότι η πολιτική νοείται πλέον ως χώρος ανάδειξης του χαρισματικού ηγέτη είναι και το υποτονικό κλίμα κατά τη διάρκεια των προκριματικών στα δύο στρατόπεδα. Επικρατεί μια παράδοξη ομοφωνία, μια βαθιά αυταρχική νοοτροπία υποστήριξης άνευ όρων του εκλεκτού, μια ανάγκη αποδοχής του αρχιστρατήγου που ξεκινάει για τη μάχη. Η μόνη όμως πίστη, την οποία θα έπρεπε να έχουν οι υποστηρικτές των Δημοκρατικών, είναι εκείνη στους θεσμούς, και πιο συγκεκριμένα στον θεσμό των προκριματικών.
Οι Δημοκρατικοί όμως, όχι μόνο δεν επέδειξαν πίστη στις προκριματικές, αλλά έκαναν τα πάντα για να ακυρώσουν ό,τι ουσιαστικό προέβλεπαν οι εκλογές αυτές: τον ειλικρινή πολιτικό διάλογο μεταξύ υποψηφίων με αποκλειστικό σκοπό την ανάδειξη του καλύτερου. Ενώ θα έπρεπε ο υποψήφιος των Δημοκρατικών να αναδειχθεί από τις προκριματικές, φαίνεται ότι ο πρόεδρος Μπάιντεν επιβλήθηκε έξωθεν στις προκριματικές, οι οποίες υποβιβάστηκαν σε φτηνό μιντιακό παιχνίδι ενθρόνισής του. Όσοι επομένως θεωρούν ότι ο πρώην πρόεδρος Tραμπ θα επικρατήσει χωρίς μάχη του υποψηφίου των Δημοκρατικών λόγω της σφαίρας που του έξυσε το αυτί, θα πρέπει να υπολογίζουν ότι ο πρώην πρόεδρος Tραμπ έχει ήδη κερδίσει τις εκλογές πριν την απόπειρα δολοφονίας του.
Κι αυτό γιατί έχει καταφέρει να επιβάλει το ύφος και το ήθος της ρητορικής του ιεροκήρυκα στο αντίπαλο στρατόπεδο. Υπάρχει άραγε ακόμη χρόνος για τους Δημοκρατικούς να επιστρέψουν στις αρχές τους και στις δημοκρατικές διαδικασίες ανάδειξης υποψηφίου του κόμματός τους;
Ο κ. Παναγιώτης Χριστιάς είναι αν. καθηγητής πολιτικής και κοινωνικής φιλοσοφίας του Πανεπιστημίου Κύπρου.