Του Παναγιώτη Καπαρή
«Δώσε θάρρος του χωρκάτη και θα μπει με τις μπότες στο κρεβάτι…» λέει η κυπριακή παροιμία, και η ιστορία των εξώδικων προστίμων κατάντησε από τιμωρία για πλημμέλημα, τιμωρία για σοβαρά παραπτώματα. Ο στόχος του εξώδικου προστίμου, όταν υιοθετήθηκε από τη Βουλή, πριν από πολλά χρόνια, ήταν για να μειωθεί η ταλαιπωρία των πολιτών στα δικαστήρια, να μειωθεί η γραφειοκρατία και βεβαίως για να επικεντρωθούν οι δικαστές στις σοβαρές υποθέσεις. Σήμερα μετατράπηκαν τα εξώδικα σε ατέλειωτες, εξοντωτικές ποινές για την πλειονότητα των πολιτών, οι οποίοι ζουν στο όριο ή κάτω από το όριο της φτώχιας –και δυστυχώς αυτοί είναι πάρα πολλοί. Αποτελεί και την εύκολη λύση για την Αστυνομία, ώστε να μη χρειάζεται να δικαιολογεί τις καταγγελίες της, αφού ελάχιστοι έχουν την οικονομική δυνατότητα να καταφύγουν στη δικαιοσύνη για να βρουν το δίκιο τους.
Ο ποινικολόγος Ηλίας Στεφάνου, μέλος του Παγκύπριου Δικηγορικού Συλλόγου, ανέλυσε πρόσφατα στην Επιτροπή Νομικών της Βουλής –με εξαιρετική σαφήνεια– τη φιλοσοφία των εξώδικων προστίμων. Επεσήμανε ότι πρέπει να είναι πολύ χαμηλό το ύψος των προστίμων, ώστε να μπορούν όλοι οι πολίτες να πληρώνουν. Υπέδειξε ότι οι δικαστές, όταν επιβάλλουν ποινές, λαμβάνουν υπόψη και την οικονομική κατάσταση του πολίτη, καθώς και τους λόγους για τους οποίους ο ύποπτος παρανόμησε. Πιο απλά, δεν θα επιβάλει ένα πρόστιμο, πέραν από τις οικονομικές δυνατότητες πολίτη, ώστε να τον οδηγήσει σε μερικούς μήνες στη φυλακή για παρακοή δικαστικής απόφασης. Η δικαιοσύνη πρέπει να είναι τυφλή, αλλά σε καμία περίπτωση δεν πρέπει να είναι απάνθρωπη. Εξάλλου, όπως έλεγαν οι πρόγονοί μας, η απόλυτη δικαιοσύνη, αποτελεί και απόλυτη αδικία. Η κυπριακή πολιτεία πλημμύρισε από δικαστήρια και δικαστές. Ίσως είναι καιρός να συσταθούν πταισματοδικεία, όπως στην Ελλάδα, τα οποία να μπορεί ο φτωχόκοσμος να καταφεύγει, όταν δεν μπορεί να πληρώσει τα εξώδικα πρόστιμα.
Στον «πλειστηριασμό» των εξώδικων προστέθηκε και η πρόταση νόμου του βουλευτή της ΕΔΕΚ Αντρέα Αποστόλου, για αύξηση του εξώδικου για παράνομη στάθμευση σε χώρους αναπήρων, από τα 300 στα 500 ευρώ. Ανάλογη και η πρόταση για αύξηση του εξώδικου για το κόκκινο φως τροχαίας από τα 300 στα 500 ευρώ. Τραγική ειρωνεία είναι ότι υιοθετήθηκε πριν από μερικές μέρες και μια άλλη πρόταση νόμου και μειώθηκαν τα πρόστιμα για τις ετήσιες εκθέσεις των εταιρειών, από τα 500 στα 150 ευρώ. Και όλα βασίζονται στο «απλό» επιχείρημα ότι όσο αυξάνονται τα εξώδικα τόσο μειώνονται οι παρανομίες. Όπως το «απλό» επιχείρημα για τους δασκάλους, ότι όσο πιο αυστηρός είναι, τόσο καλύτερος είναι. Άσχετο αν αφήνει αγράμματα τα παιδιά. Κατά τα άλλα ούτε κουβέντα για το «είδος» των ατόμων τα οποία παρανομούν, δηλαδή αν είναι «άρρωστοι» ή αν απλώς κάνουν τους «μάγκες». Δεν υπάρχει περίπτωση ένας νοήμων άνθρωπος να περάσει με κόκκινο ή να σταθμεύσει σε χώρο στάθμευσης αναπήρων. Ο πρόεδρος των παραπληγικών Δημήτρης Λαμπριανίδης, προς τιμή του, μίλησε για χώρους χωρίς το απαραίτητο μπλε χρώμα στο έδαφος και για πινακίδες οι οποίες ξεθώριασαν από τον ήλιο και τα πολλά χρόνια.
Στη «βιομηχανία» των φώτων τροχαίας, γιατί μόνο έτσι μπορεί να χαρακτηριστούν τα αμέτρητα φώτα στις πόλεις, εξακολουθούν να υπάρχουν τα διπλά φώτα τα οποία «ξεγελούν» τους οδηγούς. Μετά την πρωτοποριακή παγκοσμίως, όπως έλεγαν, υπόθεση με το σύστημα «σκουτ», το οποίο δεν έφερε κανένα ουσιαστικό αποτέλεσμα, ήρθε η υπόσχεση με τα λεγόμενα έξυπνα φώτα, τα οποία αυτά κατάντησαν «ιστορία του Χότζια». Ούτε λόγος –για το απλό– το οποίο εφαρμόζουν πολλές ευρωπαϊκές χώρες, δηλαδή για αντικατάσταση των φώτων τροχαίας με κυκλικούς κόμβους, όπου η διέλευση είναι μέχρι και 80% πιο γρήγορη, πολύ πιο ασφαλής και σίγουρα με πολύ χαμηλότερους ρύπους από τα αυτοκίνητα.
Κάθε φορά που συμβαίνει ένα «πατατράκ» στην κοινωνία, το πρώτο πράγμα το οποίο ακούγεται από αρμόδιους και αναρμόδιους είναι η αύξηση των ποινών, ως το άλλοθι για «πάσαν νόσο και πάσαν μαλακία». Και για όλα φταίει ο ανθρώπινος παράγοντας, λες και όλοι οι άνθρωποι είναι κουρδισμένα αρκουδάκια. Καμία έρευνα για τις ψυχολογικές διαστάσεις, καμία σκέψη για τις κοινωνικές επιπτώσεις και κανένας προβληματισμός για ολιστική αντιμετώπιση των προβλημάτων. Οι άνθρωποι δεν είναι εξαρτήματα μηχανής. Έχουν πάθη και αδυναμία, και κυρίως έχουν ψυχή η οποία ανεβοκατεβαίνει και στους δρόμους και στις δημόσιες υπηρεσίες και στα γήπεδα, ακόμη και στις θάλασσες. Το μόνο ευχάριστο είναι ότι κανείς δεν είναι αναντικατάστατος, ούτε οι «άσοφοι» σοφοί του κόσμου τούτου.