
Του Παναγιώτη Καπαρή
Ο Λυσιώτης ποιητής Παύλος Λιασίδης έλεγε ότι «Νάτουν η Σκάλα μάλι σου, τζαι να μου τη χαρίσης, εν την αλλάσω φίλε μου με ένα γουμάν της Λύσης». Και διαβάζοντας το περισπούδαστο βιβλίο της Μαργαρίτας Κουλουμή Χριστοφόρου, επιβεβαιώνονται τα λόγια του Παύλου Λιασίδη, όση υπερβολή και αν νομίζει κάποιος ότι περιέχουν. Το βιβλίο «Γράφουσιν ημίν εκ Λύσης. Πτυχές της ζωής στη Λύση μέσα από τον Τύπο και άλλες πηγές», είναι μια σπουδαία επιστημονική μελέτη για την κατεχόμενη Λύση, μέσα από δημοσιεύματα στον Τύπο από το 1878 έως το 1974. Ο τίτλος προέρχεται από την αρχική φράση των ρεπορτάζ των εφημερίδων εκείνης της εποχής, δηλαδή «Γράφουν σε μας από τη Λύση...». Εμείς οι οποίοι επαγγελλόμαστε τη δημοσιογραφία, σίγουρα ζηλεύουμε, με την καλή έννοια της λέξης, για το βιβλίο 545 σελίδων, το οποίο έγραψε μια φιλόλογος και όχι ένας δημοσιογράφος.
Στο εξώφυλλο του βιβλίου, ξεχωρίζει η εκπληκτική ιστορική φωτογραφία, έξω από την εκκλησία της Παναγίας της Λύσης, η οποία πράγματι αξίζει χίλιες λέξεις, όπως θα έλεγαν και οι Κινέζοι. Η φωτογραφία λήφθηκε ανήμερα της Κυριακής των Βαΐων, την Κυριακή της Ελιάς το 1957. Καταγράφει με τον καλύτερο τρόπο τον μυστικό κόσμο της Λύσης. Από τις ενδυμασίες των γυναικών, μέχρι τα κοντά παντελονάκια των παιδιών. Ξεχωριστός και ο χώρος, όλο αναμνήσεις για όσους έζησαν στην κατεχόμενη Λύση. Στο οπισθόφυλλο ξεχωρίζει μια φράση, ευλογία ή κατάρα, μια παράφραση, από τους ψαλμούς του Δαυίδ. «Αν σε ξεχάσουμε Λύση/ να παραλύσει το δεξί μας χέρι/ Η γλώσσα μας ας κολλήσει στο λαρύγγι μας/ Αν δεν σε θυμηθούμε/ Αν δεν σε βάλουμε Λύση/ Απάνω από όλες τις χαρές μας...». Η περιλάλητη εκκλησία της Παναγίας της Λύσης γιόρταζε δύο φορές τον χρόνο. Στις 25 Μαρτίου, ημέρα του Ευαγγελισμού της Θεοτόκου και στις 8 Σεπτεμβρίου, ημέρα των γενεθλίων της Παναγίας. Ήταν δύο ξεχωριστά γεγονότα για τους κατοίκους της Λύσης, τα οποία τιμούσαν οι εκάστοτε Εθνάρχες, Αρχιεπίσκοποι Κύπρου και ιδιαίτερα ο μακαριστός Αρχιεπίσκοπος Μακάριος. Οι ακολουθίες ήταν πανηγυρικές, με την περίφημη χορωδία του Γιάγκου Σουρουλλά. Η υποδοχή των Εθναρχών γινόταν στην είσοδο του χωριού, απ’ όλο το χωριό και με τη συνοδεία ψαλμών και ύμνων, μετέβαιναν εν πομπή στον ναό της Παναγίας.
Σε πολλά δημοσιεύματα των αρχών του 20ού αιώνα, διαβάζουμε ανταποκρίσεις από επισκέψεις Αρχιεπισκόπων στη Λύση. Ξεχωριστή ήταν και η γλώσσα, μείγμα καθαρεύουσας και αρχαΐζουσας, γλώσσα η οποία απευθυνόταν στους εγγράμματους και τους πλούσιους της εποχής. Ενδεικτικά ο «Κυπριακός Φύλαξ» έγραψε ότι ο νεοεκλεγείς Αρχιεπίσκοπος Κύριλλος Β΄, τον Σεπτέμβριο του 1909, ο οποίος εκτελούσε περιοδεία στη Χερσόνησο της Καρπασίας, «ενεφανίσθη αίφνης εις Μεσαορίαν, όπου είχε προσκληθή υπό της ενθουσιώδους κωμοπόλεως Λίσσης, τελούσης εγκαίνια του μεγαλοπρεπούς αυτής ναού την 8η Σεπτεμβρίου…». Την Α. Μακαριότητα προσφώνησε ο ενθουσιώδης δάσκαλος Ανίκητος Λοΐζου, προκαλώντας «παταγώδη χειροκροτήματα και ουρανομήκεις ανευφημίας, των μυριοπληθών ακροατών του…».
Τα τραγούδια λένε τις δικές τους αλήθειες: «Όταν κοιτάς από ψηλά, μοιάζει η γη με ζωγραφιά…», αφού χάνονται οι ατέλειες και οι ασχήμιες και «παλιό και ωραίο παρελθόν…», όταν τα χρόνια φεύγουν, ξεχνιούνται οι μικρότητες και οι πικρίες. Οι αναφορές στον Τύπο μιας άλλης εποχής, όσο ασήμαντες και αν φαίνονται, φανερώνουν πικρές αλήθειες για την κοινωνία της Λύσης, η οποία πορευόταν στο εκκρεμές, μεταξύ επιτευγμάτων και αστοχιών, μεταξύ μεγαλείων και μικροτήτων, μεταξύ αγίων και αμαρτωλών ανθρώπων. Η Μαργαρίτα στο σπουδαίο της πόνημα μοιραία ανέδειξε την αληθινή ανθρώπινη εικόνα της Λύσης. Από τη μία οι αξεπέραστοι ποιητές, οι σπουδαίοι μουσικοί και αλτρουιστές άνθρωποι και από την άλλη, διαφωνίες, καβγάδες, αλλά και βάρβαρες συμπεριφορές. Όλα ανθρώπινα. Αλλά μέσα από τις πικρές αλήθειες, αναδεικνύεται το θαύμα των ανθρώπων της Λύσης.
Έκπληξη δεν αποτελεί το γεγονός ότι δεν μπόρεσε να περάσει στον Τύπο της εποχής εκείνης, η αγιότητα ανθρώπων της Λύσης, όπως των μακαριστών, Παναγή, Βασίλη, Τρυφωνούς, του ηγουμένου του Αποστόλου Βαρνάβα Γαβριήλ και άλλων αγίων ανθρώπων, η οποία διαπερνούσε όλους τους κατοίκους και αποτελούσε τη μυστική δύναμη του χωριού. Μόνο οι ξένοι, όπως ο αείμνηστος θεολόγος Παναγιώτης Τρεμπέλας και άλλοι πολλοί ιεράρχες και θεολόγοι από την Ελλάδα, μπόρεσαν και είδαν στο πρόσωπο του Παναγή την αγιότητα και στα πρόσωπα και τις ενδυμασίες ανδρών και γυναικών, τον μυστικό κόσμο της Ανατολής, ο οποίος άρχισε να χάνεται μετά την Ανεξαρτησία της Κύπρου. Τελικά, 50 χρόνια μετά τον ξεριζωμό, το μυστικό θαύμα της Λύσης είναι ακόμη ζωντανό.