Της Μαρίνας Οικονομίδου
Οταν την περασμένη βδομάδα η πρόεδρος του ΔΗΣΥ Αννίτα Δημητρίου καλούσε από το ταξίδι της στο Λουξεμβούργο τα στελέχη του κόμματός της να μείνουν μακριά από προσωπικές ατζέντες, στηρίζοντας την προσπάθεια της νέας ηγεσίας, πολλοί ήταν εκείνοι που θεώρησαν πως η νέα πρόεδρος του κόμματος άρχισε να αποκτά ηγετικό κόκκαλο. Αλλοι είδαν την κίνησή της ως προσπάθεια φίμωσης στελεχών που δεν άρμοζε σε ένα κόμμα πολυφωνίας, ένα κόμμα φιλελεύθερο.
Αποδέκτες του μηνύματος, ότι δηλαδή εξυπηρετούν προσωπικές ατζέντες, όταν διαφοροποιούνται, ήταν δύο πρόσωπα που –κατά τα άλλα– την στήριξαν δημοσίως για την προεδρία του κόμματος. Ο τέως υπουργός Οικονομικών Κωνσταντίνος Πετρίδης, ο οποίος κατήγγειλε τον ΔΗΣΥ για διολίσθηση στον λαϊκισμό μετά τη θέση του κόμματος για τη διακοπή των έκτακτων μέτρων στήριξης νοικοκυριών και επιχειρήσεων, ήταν το πρόσωπο που έλεγε προεκλογικά πως θα την στηρίξει στην εσωκομματική μάχη, καθώς συμφωνούν στο Κυπριακό. Ο τέως πρόεδρος του κόμματος Αβέρωφ Νεοφύτου, ο οποίος άσκησε κριτική στην πρόταση του Νίκου Χριστοδουλίδη για την ενεργότερη εμπλοκή της Ε.Ε. στο Κυπριακό, θεωρείται το πρόσωπο που άνοιξε την πόρτα σε αυτή την αλματώδη ανέλιξή της.
Και η αλήθεια είναι πως η πολιτική πορεία της Αννίτας Δημητρίου ενδεχομένως να ήταν πολύ διαφορετική, αν δεν υπήρχαν συγκεκριμένα στελέχη στον ΔΗΣΥ το 2016 να διαφωνήσουν ανοικτά με την απόφαση της ηγεσίας να την αφαιρέσει από το ψηφοδέλτιο. Δημόσιες διαφωνίες στελεχών που πίεσαν την ηγεσία να αναδιπλωθεί και να της ανοίξει τον δρόμο για την ηγεσία του μεγαλύτερου κόμματος.
Η προεδρία του ΔΗΣΥ, όμως, δεν θα είναι ένας ανέμελος περίπατος, στρωμένος με ροδοπέταλα, όπως ήταν η μέχρι τώρα η πορεία της στο πηδάλιο της Βουλής. Ο ΔΗΣΥ περνάει τη μεγαλύτερή του κρίση και αυτή η κρίση δεν αντιμετωπίζεται ούτε με συνθήματα, ούτε με ευχολόγια, ούτε όμως και με υπόνοιες για τα κίνητρα όσων στελεχών επιχειρήσουν να εκφράσουν διαφορετική άποψη.
Αντίθετα, αν για κάτι ελέγχονται στον Συναγερμό είναι για όσα δεν είπαν τη στιγμή που έπρεπε. Το κόμμα απέφυγε επιμελώς να τοποθετηθεί, όταν γινόταν το μεγάλο πλιάτσικο με τα χρυσά διαβατήρια που εξέθεταν τη χώρα. Κυρίως όμως ελέγχεται γιατί προτίμησε τη σιωπή, όταν ξεκίνησε η φημολογία περί βολιδοσκοπήσεων για λύση δύο κρατών, στηρίζοντας σθεναρά για δεύτερη φορά τον ίδιο πρόεδρο που φέρεται να συζητούσε κάτι τέτοιο. Μία συζήτηση που έπληξε ανεπανόρθωτα την αξιοπιστία της πλευράς μας. Ο ΔΗΣΥ και τα στελέχη του σιώπησαν στις πιο κρίσιμες στιγμές της ιστορίας, επικαλούμενοι, άλλοτε το δημόσιο συμφέρον, άλλοτε την εσωκομματική συνοχή και άλλοτε την περιλάλητη ενότητα.
Σε αυτή τη νέα εποχή του ΔΗΣΥ, το μεγάλο στοίχημα για την Αννίτα Δημητρίου είναι να επαναφέρει το κόμμα στις αρχές και τις αξίες του, απαλλαγμένο από σκοπιμότητες του παρελθόντος. Να εξηγήσει τι κόμμα θα είναι μετά τη μεγάλη ήττα που υπέστη. Θα υποστηρίζει από τη μία πως είναι υπεύθυνη αντιπολίτευση και από την άλλη μέλη της ηγεσίας θα περηφανεύονται στο παρασκήνιο πως μιλάνε με το Προεδρικό; Θα κινηθεί πιο συντηρητικά σκληραίνοντας τη θέση στο Κυπριακό και υιοθετώντας τις θέσεις Νουρή - Πελεκάνου στο μεταναστευτικό; Θα κινηθεί λαϊκότερα στο θέμα της οικονομίας ή θα συνεχίσει την πολιτική Χάρη - Πετρίδη;
Επί του παρόντος, η Αννίτα Δημητρίου δεν έχει ακόμη διασαφηνίσει ποια θα είναι η πορεία του κόμματος. Μέχρι να βρει τα δικά της πατήματα και να αφήσει το δικό της αποτύπωμα ίσως να ήταν καλό να αναθεωρήσει όλη αυτή την πολιτική της ενότητας κάθε φορά που ενοχλείται από την κριτική που της ασκείται.
Γιατί η ενότητα δεν θα έπρεπε να είναι μία έννοια που τυγχάνει κατάχρησης. Δεν θα έπρεπε να αποτελεί το φίμωτρο, όποτε κάποιος εντός του κόμματος εκφέρει διαφορετική άποψη. Ενα κόμμα πολυφωνίας, ένα κόμμα ανοικτό, οφείλει να συζητεί και να ζυμώνεται μέσα από την ανταλλαγή πολιτικών επιχειρημάτων. Η ενότητα και κατ’ επέκταση η συστράτευση των στελεχών θα επιτευχθεί, μόλις το κόμμα αποκτήσει συγκεκριμένη στόχευση και πολιτικό αποτύπωμα. Διαφορετικά όλος αυτός ο θόρυβος προσωπικής ατζέντας, που υποτίθεται πως απειλεί την ενότητα, τείνει να μετατραπεί στον μεγαλύτερο υπονομευτή, αν όχι της ενότητας, της ίδιας της δημοκρατίας εντός ενός –κατά τα άλλα– φιλελεύθερου κόμματος.