Της Μαρίνας Οικονομίδου
Όταν τον Ιούλιο του 2021 ο Στέφανος Στεφάνου αναλάμβανε τα ηνία του ΑΚΕΛ η συγκυρία δεν ήταν και η καλύτερη για τον ίδιο. Δεν ήταν η καλύτερη, όχι μόνο γιατί η εκλογή του συνέπιπτε την ίδια μέρα με την καταστροφική πυρκαγιά στην ορεινή Λεμεσό, αλλά και γιατί ανερχόταν στο πηδάλιο του κόμματος στην πιο κρίσιμη καμπή για την Αριστερά. Το ιστορικά χαμηλό ποσοστό που κατέγραψε το κόμμα στις βουλευτικές εκλογές προκάλεσε αίσθηση δεδομένου ότι η πανωλεθρία ερχόταν ενόσω απέναντί του είχε την «πιο διεφθαρμένη κυβέρνηση», η οποία εξώθησε χιλιάδες κόσμου να βγουν στον δρόμο, για να διαμαρτυρηθούν. Δεν ήταν μόνο η φημολογία για βολιδοσκόπηση ξένων αξιωματούχων για άλλες μορφές λύσης, αλλά και τα θέματα διαπλοκής και διαφθοράς που βάρυναν κατά πολύ το κλίμα. Το μεγάλο σκάνδαλο των χρυσών διαβατηρίων λάβωσε το όνομα της χώρας διεθνώς και έστειλε το μήνυμα πως εκείνη η κυβέρνηση έρεπε πλέον προς την ασυδοσία. Προς την ασυδοσία, αν ληφθεί υπόψη ότι το Υπουργικό Συμβούλιο Αναστασιάδη ενέκρινε κατ’ εξαίρεση πολιτογραφήσεις με κάποιους εκ των μελών του να έχουν εμφανή σύγκρουση συμφέροντος. Μία κίνηση που σε άλλες χώρες θα οδηγούσε αξιωματούχους όχι μόνο να απολογηθούν αλλά και να παραιτηθούν. Ιδιαίτερα όταν αποκαλύφθηκε ότι ο αρχηγός του κράτους δεχόταν δώρο-ταξίδι στις Σεϋχέλλες με το τζετ Σαουδάραβα που «συμπτωματικά» έλαβε και αυτός κυπριακό διαβατήριο.
Hταν ομολογουμένως μία σκανδαλώδης διακυβέρνηση αυτή του Νίκου Αναστασιάδη, όμως το παράδοξο σε όλο αυτό ήταν πως το ΑΚΕΛ ως αξιωματική αντιπολίτευση όχι μόνο δεν κεφαλαιοποιούσε, αλλά έχανε συνεχώς πολιτικό έδαφος. Η πανωλεθρία του 2021 επιβεβαίωσε πως ενώ το κόμμα της Αριστεράς μιλούσε αντισυστημικά, δεν μπορούσε να ακουστεί. Θεωρείτο μέρος του συστήματος και για κάποιους –έστω και σε μικρότερο βαθμό– μέρος της διαπλοκής. Το κυριότερο όμως ήταν ότι ενώ το ΑΚΕΛ κατακεραύνωνε τις πολιτικές Νίκου Αναστασιάδη, ενώ υποσχόταν μέσω συνθημάτων την «αλλαγή» δεν κατάφερε να πείσει πως αποτελεί εναλλακτική πρόταση διακυβέρνησης. Ούτε βεβαίως να στείλει το μήνυμα πως αφουγκράζεται τα νέα δεδομένα, εξελίσσεται, εκσυγχρονίζεται και απευθυνόμενο σε ένα ευρύτερο ακροατήριο είναι έτοιμο να κάνει υπερβάσεις.
Αυτό τον εκσυγχρονισμό αλλά και την ανάγκη διεύρυνσης δεσμεύτηκε πως θα κάνει πράξη ο Στέφανος Στεφάνου, όταν ανέλαβε τα ηνία του ΑΚΕΛ. Δύο χρόνια μετά την ανάληψη της ηγεσίας και τρεις μήνες μετά την εκλογή του Νίκου Χριστοδουλίδη στην προεδρία της Δημοκρατίας, το ΑΚΕΛ προσπαθεί ακόμη να αρθρώσει συγκεκριμένο αντιπολιτευτικό λόγο. Eναν λόγο που θα αποτινάξει την καχυποψία που ενισχύθηκε επί διακυβέρνησης Χριστόφια. Δύο χρόνια μετά την αλλαγή της ηγεσίας και τρεις μήνες μετά το σωτήριο ποσοστό που έλαβε ο Ανδρέας Μαυρογιάννης στις προεδρικές εκλογές, ο Στέφανος Στεφάνου δεν φαίνεται να έχει ξεκαθαρίσει τι ακριβώς θέλει να αλλάξει στο κόμμα.
Θέλει να μετατρέψει το ΑΚΕΛ σε κόμμα Εργατικών, είναι έτοιμος για την υπέρβαση με τη δημιουργία μιας πλατιάς συνεργασίας με άλλα κινήματα, θα αποκτήσει ένα πιο ξεκάθαρο ευρωπαϊκό προσανατολισμό ή θα περιοριστεί στο λίφτινγκ των Νέων Δυνάμεων και στην αλλαγή του λογότυπου;
Οι εσωκομματικές αλλαγές προφανώς και αφορούν τα στελέχη, τα μέλη και τους φίλους του κόμματος. Το τι ρόλο παίζει όμως η αντιπολίτευση είναι κάτι που αφορά όλους εμάς. Oταν η αντιπολίτευση αδυνατεί να ελέγξει την εξουσία, να παρουσιάσει μία εναλλακτική πρόταση διακυβέρνησης, τότε οι κυβερνήσεις οδηγούνται στην ασυδοσία, στην έλλειψη λογοδοσίας και οι πολίτες παραδίδονται στα χέρια λαϊκιστών.
Η Αριστερά χρειάζεται εναλλακτική πρόταση διακυβέρνησης. Eχει ρόλο να επιτελέσει και ξεπερνά τα στενά όρια των καταστατικών ρητρών του ΑΚΕΛ. Να μιλήσει πολιτικά και προοδευτικά σε αυτήν την περίοδο που η κοινωνία μετατοπίζεται ανησυχητικά δεξιότερα. Που το μίσος για το διαφορετικό θεσμοθετείται στη Βουλή και που η μισαλλοδοξία κανονικοποιείται. Αυτό μπορεί να γίνει πρώτα και κύρια με το μεταναστευτικό. Η τραγωδία στην Πύλο αλλά και το πρωτόγνωρο μίσος που αυτή έφερε, επιβεβαίωσε την ανάγκη υιοθέτησης συγκεκριμένης πρότασης που θα βλέπει το πρόβλημα στις σωστές του διαστάσεις. Μία πρόταση που σίγουρα δεν αφορά ανοικτά σύνορα, που ξεπερνά τη συνθηματολογία, που θα αποκόπτει όμως την εκμετάλλευση της ανθρώπινης απελπισίας από διακινητές. Μία πολιτική θέση η οποία θα ξεγυμνώνει όσους για μικροπολιτικούς λόγους σπέρνουν ρατσισμό και που εμείς για καιρό θερίζουμε δυστυχώς θύελλες.