Της Μαρίνας Οικονομίδου
«Άλλοι τις δημοσκοπήσεις, εμείς την τενέκκα» έλεγε προεκλογικά ο τότε πρόεδρος του ΔΗΣΥ και υποψήφιος για την προεδρία Αβέρωφ Νεοφύτου, όταν καλείτο να εξηγήσει από πού πήγαζε η βεβαιότητα εκλογής του. Αισιοδοξία και βεβαιότητα ακόμα και όταν τα νούμερα των δημοσκοπήσεων κατέγραφαν τον σαφή κίνδυνο αποκλεισμού του από τον δεύτερο γύρο. Όμως την ίδια στιγμή που απέρριπτε την αξιοπιστία ενός επιστημονικού εργαλείου, έβλεπε σκοπιμότητες και συνωμοσίες πίσω από αυτές. «Αυτοί» αναφερόμενος στους δημοσκόπους «πάντα ήθελαν τον Δημοκρατικό Συναγερμό να διαλύεται».
Το γιατί οι δημοσκόποι ήθελαν να δουν το μόνο κόμμα που ανέκαθεν παρακολουθούσε με ευλάβεια τα ευρήματα των δημοσκοπήσεων, το μόνο κόμμα που πλήρωνε αδρά γι’ αυτές να διαλύεται, ήταν ένα από τα πολλά παράδοξα εκείνου του προεκλογικού. Αυτή η απαξίωση των δημοσκόπων έγινε συντεταγμένα και μεθοδικά, καθώς στο κόμμα βρέθηκαν αρκετοί καλοθελητές. Ο νυν αναπληρωτής πρόεδρος του ΔΗΣΥ Ευθύμιος Δίπλαρος, για παράδειγμα, έβαζε ζωντανά στοίχημα, υποστηρίζοντας ότι σε αντίθεση με το τι λένε οι δημοσκοπήσεις ο κ. Νεοφύτου θα τερματίσει πρώτος και καλούσε τους δημοσιογράφους να γράψουν κάτω τα προγνωστικά του. Αλησμόνητο για τους τηλεθεατές ο τηλεοπτικός καβγάς του με τον Νάσιο Ορεινό στο ΣΙΓΜΑ για τον οποίο άφησε δημοσίως αιχμές αναξιοπιστίας και εξυπηρέτησης σκοπιμοτήτων.
Είχαν πράγματι πιστέψει στον ΔΗΣΥ πως οι δημοσκόποι θέλουν το κακό τους; Το έκαναν από κομματικό συμφέρον ή ψεύδονταν συνειδητά; Οι συνωμοσίες, η κατασκευή εχθρών αλλά κυρίως η αμφισβήτηση ενός επιστημονικού εργαλείου στοίχισε περαιτέρω στον ΔΗΣΥ σε μία ομολογουμένως κακή προεκλογική καμπάνια. Ένα λοιπόν είναι να κάνει την αυτοκριτική του ο ΔΗΣΥ για όσα εκτυλίχθηκαν τότε, άλλο να αυτοαναιρείται και να γίνεται έρμαιο προσωπικών συμφερόντων. Τα κόμματα προφανώς εξελίσσονται, ακούν τα μηνύματα της κάλπης και προχωρούν. Όμως σε αυτή την εξέλιξη θα έπρεπε οι όποιες αποφάσεις τους να βασίζονται θέσεις αρχών. Βάσει αρχών και βάσει συγκεκριμένων πολιτικών προτάσεων θα έπρεπε να επιλέγουν υποψηφίους. Υποψήφιους με τους οποίους έχουν κοινό όραμα για το μέλλον και δεν επιλέγονται αποκλειστικά βάσει της περιστασιακής τους δημοτικότητας. Κάτι όμως μας λέει πως οι δημοτικές εκλογές, θα είναι οι εκλογές των αντιφάσεων και της κατάργησης της όποιας πολιτικής σκέψης. Γιατί ενώ λίγους μήνες πριν το κόμμα κατήγγειλε ως διαλυτικά στοιχεία του ΔΗΣΥ τους δημοσκόπους, σήμερα άγεται από τις δημοσκοπήσεις για την διαμόρφωση των ψηφοδελτίων του.
Κάποιοι θα πουν ότι οι δημοτικές εκλογές είναι μία μάχη που τον πρώτο λόγο έχουν οι τοπικές κοινωνίες. Μπορεί όμως αυτό να καταργεί θέσεις και να παραγκωνίζει αρχές; Γιατί τη μία μέρα η Αννίτα Δημητρίου ανακοίνωνε πως αποκλείει τη συνεργασία με ΕΛΑΜ και ΑΚΕΛ, ενώ σήμερα συζητείται η ανεπίσημη συνεργασία με το ΑΚΕΛ για την υποψηφιότητα του νυν δημάρχου και μέλους του Πολιτικού Γραφείου του ΑΚΕΛ Ανδρέα Βύρα. Αν ο ΔΗΣΥ πιστεύει στο όραμα του Ανδρέα Βύρα, τότε θα πρέπει με τόλμη να εξηγήσει ανοιχτά γιατί τον στηρίζει. Όχι να κρύβεται πίσω του επειδή δεν υπάρχει αντίβαρο. Θα πρέπει να μιλήσει και με τόλμη γύρω απ’ όσα εκτυλίσσονται στην περίπτωση του Ανδρέα Κωνσταντίνου, ο οποίος βάσει δημοσκοπήσεων παρουσιάζεται πρώτος και βάσει δεσμεύσεων της ηγεσίας τείνει να είναι ο επικρατέστερος υποψήφιος για τη δημαρχία Λευκωσίας. Αν ο ΔΗΣΥ θεωρεί πως ο κ. Κωνσταντίνου έχει το πολιτικό βάρος και βάθος να ηγηθεί ενός δήμου, κατ’ εξοχήν πολιτικού, είναι ένα ζήτημα. Τι έχει όμως να πει ο ΔΗΣΥ στην περίπτωση του Ανδρέα Κωνσταντίνου, ο οποίος για να παραμείνει δήμαρχος Αγλαντζιάς επιχείρησε να ακυρώσει τη μεταρρύθμιση της Τοπικής Αυτοδιοίκησης; Μιας μεταρρύθμισης που υπήρξε ο λόγος αναβολής των εκλογών. Μιας μεταρρύθμισης που έγινε κατά τα άλλα επί διακυβέρνησης ΔΗΣΥ. Θα μπορέσει άραγε να εργαστεί προς την υλοποίησή της, όταν ο ίδιος προσωπικά επιχείρησε να «σκοτώσει» το όλο εγχείρημα;
Οι δημοσκοπήσεις δείχνουν τάσεις τις οποίες τα κόμματα οφείλουν να διαβάσουν. Η απολυτοποίηση ενός επιστημονικού εργαλείου για να λαμβάνεις πολιτικές αποφάσεις πλέον τρομάζει. Τι μας λέει πως στις κρίσιμες στιγμές δεν θα κρυφτούν πίσω από τις δημοφιλείς αλλά όχι ωφέλιμες πολιτικές αποφάσεις;
Τη στιγμή που οι κοινωνίες αλλάζουν, η πολιτική οφείλει να μετεξελίσσεται και να προοδεύει μαζί της. Όμως σε αυτήν ακριβώς τη λεπτή γραμμή τού τι θέλει η κοινωνία και τι είναι πράγματι καλό γι’ αυτήν, σε αυτή τη λεπτή γραμμή της ενσυναίσθησης και της ευθυνοφοβίας, έχει προφανώς καταργηθεί η πολιτική.